ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΤΩΝ ΗΡΩΩΝ
Οι Άγνωστοι Λαπίθες της Αθήνας

Ωστόσο η δεύτερη αντιστοίχηση (του Οίκου των Αχαιών με τη δυναστεία του Εριχθόνιου) δεν φαίνεται να ισχύει, επειδή τον 15ο αι. π.Χ. η Αθήνα ελέγχεται από τη Λαπιθική δυναστεία του Αιγέα (ονόματος παρόμοιου με εκείνο του Λαπίθη βασιλιά Αυγεία της Ήλιδας) και του Θησέα.
Οι Λαπίθες ήταν ένας σημαντικός αρχαίος Ελληνικός λαός (κάθε άλλο παρά μυθολογικός όπως θεωρείται συχνά) με καταγωγή από τη βορειοδυτική Θεσσαλία, του οποίου μεγάλα τμήματα κατήλθαν στη νοτιότερη Ελλάδα ιδρύοντας σε αυτήν αρκετές Λαπιθικές αποικίες (στις Φερές της Μαγνησίας, στη νοτιότερη Θεσσαλία, στις Φωκίδα, Βοιωτία, Σικυωνία - Κορινθία, Λακωνία και Τριφυλία και κυρίως στην Ήλιδα / Ηλεία και την Αττική).
Ο γνωστός μύθος της υποτέλειας του Αιγέα στη Μινωική Κρήτη και η προαναφερόμενη αλλαγή στα ταφικά έθιμα, τοποθετούν εκ των πραγμάτων την αρχή της Λαπιθικής δυναστείας της Αττικής στο διάστημα 1500-1450 π.Χ. Η Αθήνα συμμετείχε στην Αργοναυτική εκστρατεία με τους ήρωες Βούτη και Φάληρο, αμφότερους Λαπίθες. Συμπερασματικά, ο Εριχθόνιος αντιπροσωπεύει Λαπίθες μισθοφόρους των Δαναών, οι οποίοι επαναστάτησαν και κατέλαβαν την εξουσία, αν και δεν συνδέεται μυθολογικά με τους Λαπίθες αλλά ούτε με τους Αχαιούς (κατά την άποψη του Τσούντα).
Τα νέα Μυκηναϊκά τείχη της Ακρόπολης κατασκευάσθηκαν μετά από εκείνα των Μυκηνών και της Τίρυνθας, μάλλον τον ύστερο 14ο αι. Ίσως η μυθική εκστρατεία των Αμαζόνων στην Αθήνα του Θησέα να απηχεί κάποια επιδρομή ενός νομαδικού μητριαρχικού λαού στη νότια Ελλάδα, η οποία ανάγκασε τους Αθηναίους να οχυρώσουν την Ακρόπολη. Την ίδια εποχή επεκτάθηκαν τα τείχη των Μυκηνών και της Τίρυνθας. Τα τείχη της Ακρόπολης είχαν παρόμοια κατασκευή με εκείνα των Μυκηνών, «αντιγράφοντας» την Πύλη των Λεόντων και τον αμυντικό πύργο της.
Η Μυκηναϊκή Αττική ήταν διηρημένη σε αυτόνομες κοινότητες, όπως οι τρεις ισχυρότερες Αθήνα, Ελευσίνα και Παλλήνη, και ακολούθως οι Μαραθών, Σούνιο, Θορικός, Περάτη, Γαργηττός, Βραυρών, Ραμνούς, Αφίδναι κ.ά.
Υποτίθεται ότι ο Αιγέας (πατέρας του Θησέα) είχε συνοικίσει πρώτος τις Αττικές κοινότητες, όμως όταν πέθανε, οι Παλλαντίδες (μυθικοί ηγεμόνες της Παλλήνης, του Σφηττού και του Γαργηττού) εκστράτευσαν εναντίον του Θησέα διεκδικώντας τον θρόνο της Αθήνας / Ακρόπολης. Ο Θησέας νίκησε τους Παλλαντίδες προσαρτώντας την επικράτεια τους, ενώ σύντομα υπέταξε και όποια άλλη κοινότητα της Αττικής αντιστεκόταν, συμπεριλαμβανομένης της Ελευσίνας.
Η ισχύς της Μυκηναϊκής Ελευσίνας διαφαίνεται στον μύθο σύμφωνα με τον οποίο η πόλη επιχείρησε να καταλάβει την Αθήνα με την ενίσχυση ενός σώματος Θρακών συμμάχων (μισθοφόρων). Η αλληλουχία των γεγονότων δείχνει ότι η επίθεση διενεργήθηκε πριν τον Συνοικισμό του Θησέα, όμως μερικοί φιλόλογοι θεώρησαν μάλλον εσφαλμένα ότι οι συγκεκριμένοι Θράκες ήταν εκείνοι που κατέλαβαν τον Ορχομενό μετά τα Τρωικά, δηλαδή τουλάχιστον έναν αιώνα μετά τον Συνοικισμό.
Η επίθεση των Ελευσίνιων στην Αθήνα αποκρούσθηκε και ο Ιμμάραδος σκοτώθηκε. Οι κλασικοί Αθηναίοι έδειχναν τον υποθετικό τάφο του κοντά στην Ακρόπολη τους. Αργότερα οι Αθηναίοι πέρασαν στην αντεπίθεση υπό τον Θησέα, κατορθώνοντας να υποτάξουν την Ελευσίνα. Οι αναφερόμενες συγκρούσεις δείχνουν ότι ο πόλεμος Αθήνας - Ελευσίνας ήταν μακροχρόνιος και αμφίρροπος. Περί το 1000 π.Χ. η Ελευσίνα κατόρθωσε να ανακτήσει την ανεξαρτησία της λόγω της αναστάτωσης που προκλήθηκε στον Ελλαδικό χώρο από την έλευση των Δωριέων.
Ο μυθικός πρόγονος της Αθηναϊκής δυναστείας του Εριχθόνιου, ουσιαστικά το τοτεμικό της σύμβολο, ήταν το φίδι (όπως ο λέων ήταν το σύμβολο της δυναστείας των Μυκηνών και ο ταύρος του Μινωικού Οίκου της Κνωσού). Το φίδι ήταν η Μινωική μορφή της θεάς Αθηνάς και κατά την Κλασική κατέστη σύμβολο της και πιστός ακόλουθος της. Είναι πιθανό ότι ο Οίκος του Εριχθόνιου παρέλαβε το σύμβολο από τους Μινωίτες διαμέσου των προηγούμενων αυτόχθονων δυναστειών (Αμφικτύονος και Κραναού).
Όσοι δεν θεωρούν τον Θησέα ιστορικό πρόσωπο, τουλάχιστον στην Αττική, υποθέτουν ότι η μορφή του προήλθε από τη «σύνθεση» διαφορετικών ηρώων. Ο Βρετανός φιλόλογος Ρ. Γκρέηβς υποθέτει πως υπήρξαν τρεις ήρωες με αυτό το όνομα, ένας Λαπίθης από τη Θεσσαλία, ένας Τροιζήνιος και ένας Μαραθώνιος, συμφωνώντας με τον άλλο σπουδαίο μελετητή Τζ. Τόμσον. Ο τελευταίος θεωρεί ότι η ενοποίηση των τριών ηρώων σε έναν Θησέα δεν είχε γίνει πριν τον 6ο αι π.Χ..
Ο φιλόλογος Γουώρντ προσπάθησε να αποδείξει την ύπαρξη ενός ιστορικού Θησέα που έζησε στην εποχή του Χαλκού και φαίνεται πως έχει πείσει αρκετούς μελετητές. Την εποχή των Πεισιστρατιδών, ο Θησέας είναι ήδη ο «εθνικός ήρωας» των Αθηναίων παραμένοντας έως το τέλος της αρχαιότητας ο ήρωας - εκπρόσωπος της Αθηναϊκής φήμης.
Έχει υποτεθεί πως κατά την Πεισιστρατιδική περίοδο «δημιουργήθηκαν» νέοι μύθοι για τις περιπέτειες του Θησέα στην περιοχή του Ισθμού, ωστόσο οι συγκεκριμένοι μύθοι έχουν φανερά Μυκηναϊκή προέλευση. Ενδεχομένως οι άθλοι του στη χερσαία πορεία από την Τροιζήνα έως την Αθήνα αντιστοιχούν σε πολέμους των Αθηναίων εναντίον τοπικών εχθρών σε όλες τις ακτές του Σαρωνικού.
Οι παλαιότεροι αρχέγονοι μύθοι τοποθετούν τον Θησέα μεταξύ των Λαπιθών στην Θεσσαλία όπου αντιμετωπίζει τους Κένταυρους. Αργότερα αντιμετώπισε τις Αμαζόνες στην Αττική (ή στη Θεσσαλία). Οι συγκεκριμένοι πόλεμοι του έχουν πανελλήνιο χαρακτήρα και μάλλον πρέπει να τοποθετηθούν αμφότεροι στη Θεσσαλία, επειδή είναι η ακριτική πρωτομυκηναϊκή χώρα που φαίνεται πως υπέφερε από τις επιδρομές λαών εκτός των Μυκηναϊκών ορίων, Ελληνικών και μη (αντιπροσωπευόμενων από Κένταυρους και Αμαζόνες που εξορμούσαν από τα βόρεια).
Η γνωστή μυθολογική περιπέτεια του Θησέα στην Κρήτη και η θανάτωση του Μινώταυρου, αντικατοπτρίζει μάλλον την Αττική συμμετοχή στη Μυκηναϊκή κατάκτηση της Κνωσού (περίπου 1450 π.Χ.). Ο θρίαμβος του Θησέα με καθοδηγητή του έναν Μινωίτη φυγάδα (μυθολογικός Δαίδαλος) και συμπαραστάτη την κόρη του Μίνωα (Αριάδνη), μπορεί να απηχεί μία τέτοια επιχείρηση από τους Μυκηναίους με την ενίσχυση Κρητών «αντιφρονούντων», ίσως και με τη σύμπραξη κάποιων Μινωιτισσών πριγκιπισσών που είχαν γοητευθεί από τους Μυκηναίους μισθοφόρους στο νησί.
Σε κάθε περίπτωση, έως τότε η Αθήνα ήταν υποτελής της Κρήτης, με υποχρέωση καταβολής φόρου αίματος. Μία πολύ πιθανή εκδοχή για την υπερίσχυση των Μυκηναίων στην Κνωσό, είναι εκείνη που υποστηρίζει ότι υπηρετούσαν εκεί ως μισθοφόροι και εκμεταλλεύθηκαν την αναταραχή που επικράτησε μετά από σεισμούς ή από την έκρηξη του Θηραϊκού ηφαιστείου ή από την επανάσταση των επαρχιακών ανακτόρων της Κρήτης (σύμφωνα με μερικές μόνο θεωρίες). Έτσι ανέτρεψαν τον Μίνωα και κατέλαβαν την αρχή.
Η Μυητική Πορεία του Θρυλικού Βασιλιά της Αθήνας
Ο ήρωας για τους αρχαίους Έλληνες υπήρξε σύμβολο υπέρβασης και εξύψωσης, ενσάρκωση της ικανότητας του ανθρώπου να έρθει σε επαφή με τη θεϊκή πλευρά του και να εκπληρώσει την βαθύτερη και αληθινή φύση του. Ο τοπικός ήρωας, ιδιαίτερα, αποτελούσε για την εκάστοτε περιοχή σύνδεσμο της φυλής με το θείο, έναν μεσάζοντα και προστάτη, καύχημα για τον λαό και τη γη που τον γέννησε, φορέα αιώνιας δόξας.
Το ηρωικό γένος δικαίως θεωρήθηκε θεία σπορά. Επρόκειτο κυριολεκτικά για εξαιρετικούς ανθρώπους. Ήταν οι λαμπρές εξαιρέσεις, οι πρωτοπόροι που ξεστράτιζαν από το κοπάδι και ακολουθούσαν τα δύσβατα μονοπάτια.
Ο τοπικός ήρωας της Αθήνας, ο ημίθεος βασιλιάς της πόλης των πολλών φυλών, ο Θησέας, αποτελούσε για την Αθήνα ταυτόχρονα προστάτη της πόλης και λυτρωτή, πολιτικό και κοινωνικό μεταρρυθμιστή, ύψιστο μύστη, πολιτιστικό ηγέτη (λέγεται ότι αναδιοργάνωσε τα Παναθήναια και θέσπισε τα Ίσθμια), ισχυρό βασιλιά και προπαντός θεϊκό γέννημα άξιο λατρείας. Ο Θησέας ήταν εκείνος που αποκάλεσε για πρώτη φορά την πόλη με το όνομα «Αθήναι», αφού είχε ενώσει τις διάσπαρτες και αντιμαχόμενες Αθηναϊκές φυλές και εκείνος που έθεσε τα θεμέλια του δημοκρατικού πολιτεύματος. Υπήρξε ο κατεξοχήν ηγέτης - θεσπιστής.
Η Προφητεία
Ο Αιγέας βασανιζόταν μέρα και νύχτα από ένα πρόβλημα. Παρόλο που είχε παντρευτεί ήδη δύο φορές, δεν είχε ακόμα αποκτήσει διάδοχο, Έτσι, μια μέρα αποφάσισε να ταξιδέψει μέχρι το μαντείο των Δελφών, για να συμβουλευτεί την ιέρεια του ναού του Απόλλωνα. Η Πυθία έδωσε στον Αιγέα τον παρακάτω χρησμό: «Αιγέα, πρόσεχε! Μην ανοίξεις το λαιμό του ασκού με το κρασί πριν επιστρέψεις στην Αθήνα».
Όμως ο Βασιλιάς δεν καταλάβαινε τι σήμαιναν τα λόγια αυτά. Όσο κι αν ικέτεψε την ιέρεια να του δώσει κάποιες εξηγήσετε, εκείνη έμεινε σιωπηλή και δεν πρόσθεσε τίποτα άλλο στο χρησμό. Στο δρόμο της επιστροφής ο Αιγέας θυμήθηκε πως στην Τροιζήνα βασιλιάς ήταν ο Πυθέας, ένας σοφός και έμπειρος άνθρωπος. "Ισως αυτός θα μπορέσει να με βοηθήσει" σκέφτηκε.
Όταν έφτασε στην Τροιζήνα, ο Αιγέας επισκέφτηκε τον Γηθέα, ο οποίος αμέσως κατάλαβε πως κάτι σοβαρό απασχολούσε το βασιλιά της Αθήνας. Ο Αιγέας επανέλαβε στο σοφό οικοδεσπότη του τα λόγια της ιέρειας και ζήτησε τη βοήθεια του. Ο Πιτθέας προσποιήθηκε πως δεν μπορούσε να καταλάβει τη σημασία του χρησμού, αλλά στην πραγματικότητα ήξερε καλά τι εννοούσε η Πυθία.
Ο Αιγέας θα αποκτούσε σύντομα ένα γιο και θέλημα των θεών ήταν το παιδί αυτό να γεννηθεί στην Αθήνα, έτσι ώστε να υπάρξει συνεχεία στη γενιά του βασιλιά.
Η Αρχαία Τροιζήνα
Η Τροιζήνα ήταν πανάρχαια πόλη της νοτιοανατολικής Αργολίδας με επίνειο το λιμάνι "Πώγων" - που βρισκόταν απέναντι από τον Πόρο - στον Σαρωνικό κόλπο σε απόσταση περίπου 3 χλμ. Ο πρώτος βασιλιάς αυτής της περιοχής ήταν ο Ώρος, που της έδωσε το όνομα Ωραία.
Ο Άλθηπος - γιος του Ποσειδώνα και της Ληίδας, κόρης του Ώρους - μετονόμασε την Ωραία σε Αλθηπία. Μετά τον Άλθηπο βασίλευσε ο Σάρων. Κατά την παράδοση ο Σάρων αγαπούσε πολύ το κυνήγι και για αυτό το λόγο ίδρυσε το ναό της Άρτεμης, κοντά στη Φοιβαία λίμνη. Κατά τη μυθολογία, ενώ κυνηγούσε πνίγηκε στη θάλασσα, που μετονομάστηκε Σαρωνικός Κόλπος.
Μετά τον Σάρωνα, ακολουθεί σειρά άλλων βασιλιάδων. Μεταξύ αυτών ήταν ο Υπέρης και ο Άνθος, γιοι του Ποσειδώνα και της Αλκυόνης, κόρης του Άτλαντα. Ο γιος του Άνθου, Αέτιος, μετονόμασε την χώρα σε Ποσειδωνία. Μαζί με τον Αέτιο συμβασίλευαν οι γιοι του Πέλοπα, Πιτθέας και Τροιζήν, στον οποίο οφείλει η περιοχή το σημερινό της όνομα.
Κόρη του Πιτθέα υπήρξε η Αίθρα η οποία με το βασιλιά των Αθηνών Αιγέα, γέννησε στην Τροιζήνα τον Θησέα, τον σημαντικότερο ήρωα μετά τον Ηρακλή, όχι μόνο του τόπου αλλά και όλης της Χώρας. Ο Αιγέας, φεύγοντας για την Αθήνα και υποπτευόμενος ότι η Αίθρα ήταν έγκυος, έκρυψε κάτω από ένα βράχο ένα ξίφος και ένα ζευγάρι πέδιλα. Στη συνέχεια, παράγγειλε στην Αίθρα ότι αν γεννηθεί γιος, τότε μόνο όταν ενηλικιωθεί, θα έπρεπε να σηκώσει το βράχο, να πάρει το ξίφος και τα πέδιλα και να πάει να τον συναντήσει στην Αθήνα.
Ο Θησέας κατά τη διαδρομή του προς την Αθήνα, διαμέσου της ξηράς, πάλεψε και σκότωσε το γίγαντα Περιφήτη, στον Ισθμό τον Σίνι, τον Κρομμυώνυμο κάπρο, τον κακοποιό Σκείρωνα, στην Ελευσίνα τον Κεκρυόνα, και στις όχθες του Αττικού Κηφισσού τον Προκρούστη.
Το μεγαλύτερο από τα ανδραγαθήματα που έκανε ο Θησέας, ήταν ο σκοτωμός του Μινώταυρου. Γιος του Θησέα και της Υππόλυτης, βασίλισσας των Αμαζόνων, ήταν ο Υππόλυτος, που αργότερα έγινε βασιλιάς της Τροιζήνας. Ο Υππόλυτος έχτισε στην Τροιζήνα το ναό της Λυκίας Αρτέμιδος και σκοτώθηκε όταν το άρμα του αναποδογυρίστηκε έξω από την Τροιζήνα.
ΕΝΑΣ ΗΡΩΑΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ
Ο Θησέας
Ο Θησέας (αρχ. Θησεύς) ήταν Έλληνας βασιλιάς της Αθήνας στην Ελληνική μυθολογία, γιος του Αιγέα και της Αίθρας, ο πιο δημοφιλής ήρωας στην αρχαία Ελλάδα μετά τον Ηρακλή.
Η μυθική διαδρομή που χαράζουν τα ίχνη του Θησέα έχει ως αφετηρία την Τροιζήνα όπου βασίλευε ο σοφός Πιτθέας. Σ’ αυτόν κατέφυγε ο άτεκνος Αθηναίος βασιλιάς Αιγέας για να του ερμηνεύσει έναν χρησμό της Πυθίας. Ο Αιγέας την είχε επισκεφθεί προκειμένου να μάθει πως θα μπορούσε να αποκτήσει τον πολυπόθητο διάδοχο του θρόνου του, καθώς όλες οι μέχρι τότε προσπάθειές του είχαν αποβεί άκαρπες. Εκείνη του απάντησε «να μην λύσει το πόδι που προεξέχει από τον ασκό προτού φτάσει στην Αθήνα».
Ο Αιγέας πριν φύγει από την Τροιζήνα άφησε το σπαθί του και ένα ζευγάρι πέδιλα σ’ ένα κοίλωμα κάτω από έναν τεράστιο βράχο παραγγέλλοντας στην Αίθρα, αν γεννούσε γιο που θα μπορούσε μεγαλώνοντας να σηκώσει το βράχο και να πάρει αυτά τα αντικείμενα, να τον στείλει στην Αθήνα. Ο Θησέας πέρασε την παιδική του ηλικία απόλυτα προστατευμένος στο παλάτι του παππού του Πιτθέα. Ήταν όμως ένα παιδί που ανυπομονούσε να μεγαλώσει και να ριχτεί σε περιπέτειες.
Από την Τροιζήνα προς την Αθήνα μπορούσε να ταξιδέψει κανείς τόσο από τη θάλασσα όσο και από τη στεριά. Η Αίθρα και ο Πιτθέας προσπαθούσαν μάταια να πείσουν τον Θησέα να ακολουθήσει τον ασφαλή θαλάσσιο δρόμο. Εκείνος γνωρίζοντας τους κινδύνους, θεωρούσε ότι θα ήταν ντροπιαστικό να ακολουθήσει τον εύκολο δρόμο, ενώ του δινόταν μια θαυμάσια ευκαιρία να αποδείξει την ανδρεία του. Ο πρώτος αντίπαλος στο δρόμο του ήταν ο Περιφήτης, γιος του Ηφαίστου τον οποίο συνάντησε στην Επίδαυρο.
Αφού εξολόθρευσε και την Φαιά, ο Θησέας προχωρώντας έφτασε σε ένα επικίνδυνο σημείο της διαδρομής του που το διαφέντευε ο Σκείρων, τις λεγόμενες Σκειρωνίδες Πέτρες. Ο Σκείρων θεωρούνταν ληστής, αλλά φαίνεται ότι επρόκειτο μάλλον για ένα genius loci, ένα ον που κυριαρχούσε στην περιοχή και ήταν ένα με τον ασβεστολιθικό εκείνο τόπο, όπως υποδηλώνει και το όνομά του (Σκείρων-σκύρον = ασβεστόλιθος).
Η Διαγωγή του Θησέα
Όσο αφορά την ανατροφή του, αυτή την ανέλαβε ο παππούς του Πιτθέας και ήταν εκείνη που άρμοζε σε βασιλόπαιδα. Μάλιστα ένας εκ των παιδαγωγών του αναφέρεται πως ήταν ο Κοννίδας:
Όταν ήταν έφηβος πήγε στους Δελφούς και αφιέρωσε την «θρεπτήριον κόμην», γιατί ήταν συνήθεια να κάνουν αυτή την προσφορά, όπως λένε κάποιοι, άλλοι δε υποστηρίζουν ότι ο Θησέας ήταν εκείνος που έκανε την αρχή για κάτι τέτοιο, αν και επειδή υπάρχει αναφορά για την θρεπτήριο κόμη του Ηρακλή που είναι παλιότερος του Θησέα κατά μερικά έτη, μάλλον περισσότερο με παλαιά συνήθεια των αρχαίων επρόκειτο.
Μάλιστα δύο ήταν οι φορές που έκοβαν τα μαλλιά τους οι πρόγονοί μας όπως αναφέρεται. Μία είναι η παραπάνω και άλλη μια όταν υπήρχε πένθος. Έτσι την μεν πρώτη έλεγαν θρεπτήριον την άλλη πένθιμον.
«… τῶν δὲ ἐν Τροιζῆνι λόγων, οὓς ἐς Θησέα λέγουσιν, ἐστὶν ὡς Ἡρακλῆς ἐς Τροιζῆνα ἐλθὼν παρὰ Πιτθέα καταθεῖτο ἐπὶ τῷ δείπνῳ τοῦ λέοντος τὸ δέρμα, ἐσέλθοιεν δὲ παρ᾽ αὐτὸν ἄλλοι τε Τροιζηνίων παῖδες καὶ Θησεὺς ἕβδομον μάλιστα γεγονὼς ἔτος· τοὺς μὲν δὴ λοιποὺς παῖδας, ὡς τὸ δέρμα εἶδον, φεύγοντάς φασιν οἴχεσθαι, Θησέα δὲ ὑπεξελθόντα οὐκ ἄγαν σὺν φόβῳ παρὰ τῶν διακόνων ἁρπάσαι πέλεκυν καὶ αὐτίκα ἐπιέναι σπουδῇ, λέοντα εἶναι τὸ δέρμα ἡγούμενον. ὅδε μὲν τῶν λόγων πρῶτος ἐς αὐτόν ἐστι Τροιζηνίοις· ὁ δὲ ἐπὶ τούτῳ, κρηπῖδας Αἰγέα ὑπὸ πέτρᾳ καὶ ξίφος θεῖναι γνωρίσματα εἶναι τῷ παιδὶ καὶ τὸν μὲν ἐς Ἀθήνας ἀποπλεῖν, Θησέα δέ, ὡς ἕκτον καὶ δέκατον ἔτος ἐγεγόνει, τὴν πέτραν ἀνώσαντα οἴχεσθαι [καὶ] τὴν παρακαταθήκην τὴν Αἰγέως φέροντα. τούτου δὲ εἰκὼν ἐν ἀκροπόλει πεποίηται τοῦ λόγου, χαλκοῦ πάντα ὁμοίως πλὴν τῆς πέτρας·…»( Παυσανίας Αττικά, Κεφ. 27, 7)
Εδώ ο Παυσανίας περιγράφει ένα περιστατικό που έλαβε χώρα όταν ο Θησέας ήταν ακόμη ανήλικο παιδί, επτά χρονών. Συγκεκριμένα μας λέει πως όταν είχε περάσει από την Τροιζήνα ο Ηρακλής και ο Πιτθέας τον δέχτηκε για να τον φιλοξενήσει στο παλάτι, ο ημίθεος ακούμπησε το ρόπαλο και την λεοντή του σε μια άκρη για να καθήσει στο δείπνο που του παρέθεσε ο βασιλιάς.
Ο Θησέας και κάποια άλλα παιδιά που αντίκρυσαν την λεοντή, την πέρασαν για το αληθινό θηρίο! Φοβισμένα άρχισαν να τρέχουν να σωθούν εκτός του γιού του Αιγέα, τον Θησέα ο οποίος άρπαξε έναν πέλεκυ και χτυπούσε την λεοντή θέλοντας να σκοτώσει το θηρίο! Αυτό ήταν απόδειξη όχι απλά του θάρρους του αλλά της ιδιαίτερης καταγωγής του !!! Μάλιστα τον θαυμασμό του για το παιδί, είχε τότε εκφράσει και ο ίδιος ο Ηρακλής!
Στην συνέχεια ο Παυσανίας μας λέει ότι μόλις ο Θησέας έγινε δεκαέξι χρονών τον πληροφόρησε για το κληροδότημα του πατέρα του Αιγέα, και το μέρος όπου είχε αφεθεί αυτό με αποτέλεσμα ο νεαρός Θησεύς να μετακινήσει την πέτρα και να λάβει τα πατρικά κληροδοτήματα ( ξίφος και σανδάλια) και μαζί με αυτά την απόφαση πως ήταν έτοιμος να πάει προς συνάντηση του πατρός του!
«…ὁ γὰρ δὴ χρόνος ἐκεῖνος ἤνεγκεν ἀνθρώπους χειρῶν μὲν ἔργοις καὶ ποδῶν τάχεσι καὶ σωμάτων ῥώμαις, ὡς ἔοικεν, ὑπερφυεῖς καὶ ἀκαμάτους, πρὸς οὐδὲν δὲ τῇ φύσει χρωμένους ἐπιεικὲς οὐδὲ ὠφέλιμον, ἀλλ᾽ ὕβρει τε χαίροντας ὑπερηφάνῳ, καὶ ἀπολαύοντας τῆς δυνάμεως ὠμότητι καὶ πικρίᾳ, καὶ τῷ κρατεῖν τε καὶ βιάζεσθαι καὶ διαφθείρειν τὸ παραπῖπτον, αἰδῶ δὲ καὶ δικαιοσύνην καὶ τὸ ἴσον καὶ τὸ φιλάνθρωπον, ὡς ἀτολμίᾳ τοῦ ἀδικεῖν καὶ φόβῳ τοῦ ἀδικεῖσθαι τοὺς πολλοὺς ἐπαινοῦντας, οὐδὲν οἰομένους προσήκειν τοῖς πλέον ἔχειν δυναμένοις…»( Πλουτάρχου «Βίοι Παράλληλοι», Θησέας κεφ. 6, παραγρ. 4)
Μας λέει εδώ ο Πλούταρχος πως εκείνους τους καιρούς ζούσαν άνθρωποι που ήταν γιγαντόσωμοι και με μεγάλη σωματική δύναμη, οι οποίοι δεν έκαναν τίποτα παρά επιδείκνυαν την δύναμή τους προς τους ασθενέστερους νομίζοντας πως η η αιδώς και η δικαιοσύνη, η ισότητα και η φιλανθρωπία ήταν για τους κοινούς ανθρώπους αγαθά και όχι γι’αυτούς. Όσοι δεν τολμούσαν να αδικήσουν αλλά φοβούνταν μήπως αδικηθούν δεν ταίριαζαν στην κατηγορία των δυνατών και τολμηρών.
Αυτούς τους ανθρώπους εκκαθάριζε ο Ηρακλής ο οποίος τον καιρό του Θησέα έλειπε στην Λυδία δούλος της Ομφάλης αυτοτιμωρούμενος για τον φόνο του Ιφύτου. Και έτσι οι αλαζόνες εκείνοι άνθρωποι είχαν και πάλι κυριαρχήσει σε πολλά σημεία της Ελλαδικής, με αποτέλεσμα να αποτελούν μεγάλο κακό για πολλούς τόπους. Όταν λοιπόν γνωστοποίησε την πρόθεσή του αυτή, στην μητέρα του και τον παππού του, εκείνοι τον συμβούλευσαν να πάει στην Αθήνα δια θαλάσσης επειδή από την ξηρά ο δρόμος ήταν πολύ επικίνδυνος λόγω των διαφόρων ληστών και κακοποιών που υπήρχαν.
Ο Θησέας όμως λόγω του μεγάλου θαυμασμού του προς τον εξάδερφό του Ηρακλή, αλλά και διότι ο θαυμασμός αυτός είχε και μέρος μιας κάποιας ζήλιας, όχι όμως κακής αλλά τέτοιας που λειτουργούσε μέσα του θετικά σε σημείο να θέλει να πετύχει εξίσου κατορθώματα ανάλογα, άξια θαυμασμού που θα τον εξύψωναν στα μάτια των συνανθρώπων του, ουδόλως θέλησε να ακολουθήσει τις προτροπές του παππού του και της μητέρας του. Θα πήγαινε λοιπόν από την στεριά γιατί έτσι άρμοζε σε έναν πραγματικό άνδρα.
Η Συνάντηση με τον Ηρακλή
Από μικρός ο γιος του Αιγέα φαινόταν ότι είχε εξαιρετικό θάρρος. Για πρώτη φορά το απέδειξε αυτό όταν ο ατρόμητος Ηρακλής, σε ένα από τα πολλά του ταξίδια, σταμάτησε για λίγο στην Τροιζήνα. Ο βασιλιάς Πιτθέας είχε οργανώσει ένα συμπόσιο για να πμήσει το φημισμένο ήρωα, αφού οι άθλοι του και τα κατορθώματα του είχαν γίνει θρύλος. Ο Ηρακλής, συγκινημένος για την τιμή που του έκανε ο βασιλιάς, δέχτηκε με χαρά να συμμετάσχει στη γιορτή. Τα πιο σημαντικά πρόσωπα της πόλης και όλοι οι ευγενείς νέοι που στο μέλλον θα έπαιρναν υψηλά αξιώματα είχαν συγκεντρωθεί για να υποδεχτούν τον Ηρακλή.
Η ΑΦΙΞΗ ΤΟΥ ΕΞΑΓΝΙΣΜΕΝΟΥ ΗΡΩΑ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Ύστερα από όλους αυτούς τους προφανέστατα τελετουργικούς φόνους, ο Θησέας είχε ανάγκη καθαρμού. Το καθήκον αυτό ανέλαβαν άνδρες από τη γενιά των Φυταλιδών που καλωσόρισαν τον ήρωα στο σημείο που η Ιερά Οδός διασχίζει τον ποταμό Κηφισό. Οι Φυταλίδες στα πλαίσια του εξαγνισμού προσέφεραν εξιλαστήριες θυσίες στον Μειλίχιο Δία, τον Δία του Κάτω Κόσμου ολοκληρώνοντας την πρώτη επαφή του ήρωα με το χθόνιο στοιχείο.
Ο Θησέας έγινε γρήγορα αποδεκτός από το λαό ως Αθηναίος βασιλικός απόγονος και διάδοχος, αλλά σφετεριστές του θρόνου δεν έπαψαν να υπάρχουν. Ο νέος εχθρός φάνηκε στο πρόσωπο του Πάλλαντα και των πενήντα γιων του, των λεγόμενων Παλλαντιδών. Ο Θησέας πληροφορήθηκε από έναν κήρυκα των Παλλαντιδών για μια ενέδρα που του είχαν στήσει και παραφυλάσσοντάς τους κατάφερε να εξοντώσει πολλούς από αυτούς, ενώ οι υπόλοιποι διασκορπίστηκαν. Ο κήρυκας είχε το όνομα Λεώς (=λαός).
Μήδεια
Μετά απ' όλα τα κατορθώματα η φήμη του Θησέα ταξίδευε πολύ γρήγορα. Φτάνοντας στην Αθήνα τον ήξεραν πολλοί. Ο Αιγέας είχε ξαναπαντρευτεί τη Μήδεια, τη κόρη του Αιήτη του βασιλιά της Κολχίδας, η οποία ακολούθησε τον Ιάσονα αφού πήρε το χρυσόμαλλο δέρας, και δε γνώριζε ότι ο ήρωας ήταν γιος του. Έτσι υπέκυψε στις παραινέσεις της Μήδειας, που ήθελε να εξασφαλίσει το μέλλον του γιου της Μήδου, τον οποίο είχε αποκτήσει από τον Αιγέα, να φοβάται το νεαρό και προσπάθησε να τον ξεφορτωθεί.
Μετά τη δραματική αναγνώριση ο Θησέας κλήθηκε να πραγματοποιήσει το μεγαλύτερο από τους άθλους του, που τον έκανε γνωστό σ' όλο τον αρχαίο, αλλά και το σύγχρονο κόσμο. Έπρεπε να απαλλάξει την Αθήνα από το δυσβάσταχτο φόρο απέναντι στην Κρήτη και τον Μινώταυρο.
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΜΙΝΩΪΚΗ ΚΡΗΤΗ ΚΑΙ Η ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΥ
Ανάμεσα στα θύματα του Μαραθώνιου ταύρου ήταν και ο γιος του βασιλιά Μίνωα, ο Ανδρόγεως. Άλλη διήγηση ήθελε τον Ανδρόγεω να πέφτει θύμα δολοφονίας, καθώς πήγαινε στη Θήβα για τους νεκρικούς αγώνες του Λαΐου. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο θάνατός του αποδιδόταν σε δόλο των Αθηναίων και του Αιγέα ειδικότερα. Σύμφωνα με μία εκδοχή του μύθου, ο Ανδρόγεως διατηρούσε φιλικές σχέσεις και ίσως είχε συνάψει μυστική συμμαχία με τους Παλλαντίδες που απειλούσαν την εξουσία του Αιγέα.
Η λέξη «λαβύρινθος» αντλεί την ετυμολογία της από τη λέξη «λάβρυς» που σημαίνει τον διπλό πέλεκυ, σύμβολο ισχύος της Μινωικής Κρήτης εξίσου σημαντικό με τα διπλά κέρατα του ταύρου, σε συνδυασμό με την κατάληξη –ινθος που σηματοδοτεί την έννοια του χώρου (βλ. Κόρινθος). Επομένως, ετυμολογικά ο Λαβύρινθος ήταν ο χώρος του διπλού πελέκεως και δεδομένης της στενής συμβολικής σχέσης του όπλου αυτού με τα κέρατα του ταύρου μπορεί να ειπωθεί ότι ο Λαβύρινθος ήταν ταυτόχρονα και ο χώρος του θεού ταύρου.
Αυτή την διαδικασία επόπτευε η Κυρά του Λαβυρίνθου. Η Αριάδνη ξέχωρα από τη θνητή ταυτότητά της είχε και μια θεϊκή που διακρινόταν από τη χαρακτηριστική διττότητα της θηλυκής αρχής. Είχε, επομένως, μία πλευρά φωτεινή και μία σκοτεινή. Ήταν ταυτόχρονα η πλέον άμωμη Αριάγνη ως υποχθόνια θεά και η διαυγής Αριδήλη ως ουράνια. Ήταν εκείνη που οδηγούσε τον μυούμενο στον θάνατο και εκείνη που του δίδασκε τον τρόπο για να επιστρέψει!
Όμως οι απεικονίσεις του Λαβυρίνθου που τον παρουσιάζουν με μία μοναδική διαδρομή που εύκολα οδηγούσε πάλι στην έξοδο δικαιολογούν περισσότερο την μάλλον παλαιότερη εκδοχή που θέλει την Αριάδνη να δίνει στον Θησέα το φωτεινό στεφάνι της για να του δείχνει τον δρόμο μέσα στα ζοφερά σκοτάδια του Λαβυρίνθου / Άδη. Αυτό το στεφάνι ήταν δώρο από τον θεό στον οποίο ήταν αφιερωμένη και η πράξη της να το δώσει στον Θησέα αποκαλύπτει μία προδοσία.
Η προδοσία, βέβαια, της Αριάδνης και ταυτόχρονα το πεπρωμένο της ολοκληρώθηκε τη στιγμή που έγινε συνεργός στο φόνο του αδελφού της, εγκατέλειψε οικογένεια και πατρίδα για να φύγει με τον όμορφο ξένο που της υποσχέθηκε γάμο και μια νέα ζωή. Η πορεία της υπήρξε ως ένα σημείο παράλληλη με αυτή της Μήδειας, της άλλης εγγονής του Ηλίου που σκότωσε τον αδελφό της, πρόδωσε τον πατέρα της και έφυγε μακριά από τη χώρα της για την αγάπη ενός ξένου.
Η άλλη πλευρά του μυστηρίου σχετίζεται με τον Μινώταυρο. Το αφύσικο αυτό πλάσμα που έγινε γνωστό ως ταύρος του Μίνωα είχε ένα όνομα ουράνιο. Λεγόταν Αστέριος και σ’ όλες τις απεικονίσεις του παρουσιάζεται με το σώμα του διάστικτο από άστρα. Με το ίδιο αυτό όνομα προσφωνούνταν και ο Διόνυσος σαν αγόρι και παιδί των μυστηρίων. Υπάρχει μάλιστα μια ενδιαφέρουσα αγγειογραφία την οποία μνημονεύει ο Κερένυϊ και η οποία απεικονίζει την Αριάδνη ως παραμάνα του μικρού Διονύσου. Ο Διόνυσος φαίνεται να ταυτίζεται στην ουσία του με τον Μινώταυρο.
Ο Μινωικός Φόρος
Στον καιρό του Αιγέα και πριν ακόμα γεννηθεί ο Θησέας, ο Ανδρόγεος, γιος του ονομαστού βασιλιά της Κρήτης Μίνωα, νίκησε στους ιερούς αγώνες της Αθήνας, τα Παναθήναια. Τότε ζηλόφθονοι ανταγωνιστές του τον σκότωσαν για να μην προλάβει να πρωτεύσει και σ' άλλα αγωνίσματα. Άλλη εκδοχή του μύθου αναφέρει ότι ο Ανδρόγεος σκοτώθηκε αντιμετωπίζοντας τον ταύρο του Μαραθώνα, τον οποίο εξόντωσε αργότερα ο Θησέας.
Ο Μινώταυρος
Στην Ελληνική μυθολογία, ο Μινώταυρος ήταν ένα ον με σώμα ανθρώπου και κεφάλι και ουρά ταύρου. Πέρα από την περιγραφική αυτή ονομασία του, το όνομα του Μινώταυρου ήταν Αστερίων. Κάποιες φορές αναπαρίσταται ακόμα ως ταύρος με κορμό ανθρώπου, σε αντιστοιχία με τον Κένταυρο. Κατοικούσε στο Λαβύρινθο, κτίσμα που φτιάχτηκε από το Δαίδαλο κατόπιν εντολής του βασιλιά της Κρήτης Μίνωα. Ο Μινώταυρος σκοτώθηκε από τον Θησέα.
Πριν ο Μίνωας γίνει βασιλιάς ζήτησε από το θεό Ποσειδώνα ένα σημάδι που να αποδεικνύει ότι αυτός, και όχι ο αδερφός του, έπρεπε να ανέβει στο θρόνο. Ο θεός έστειλε έναν όμορφο λευκό ταύρο και ζήτησε από το Μίνωα να θυσιάσει αυτόν τον ταύρο στον ίδιο. Ο Μίνωας όμως αντί για αυτόν θυσίασε έναν άλλο ταύρο, ελπίζοντας ότι ο θεός δε θα το προσέξει.
Ο Ποσειδώνας όμως κατάλαβε τι είχε γίνει, εξοργίστηκε, και έκανε τη γυναίκα του Μίνωα Πασιφάη να ερωτευτεί τον ταύρο. Η γυναίκα δεν μπορούσε να ικανοποιήσει το πάθος της και ζήτησε βοήθεια από το μηχανικό Δαίδαλο. Αυτός κατασκεύασε ένα κενό ομοίωμα αγελάδας, η Πασιφάη μπήκε μέσα σε αυτό και ο ταύρος ξεγελάστηκε και ζευγάρωσε μαζί της. Από την ένωση αυτή γεννήθηκε ο Μινώταυρος.
Ο Μίνωας, μετά από χρησμό που πήρε από το Μαντείο των Δελφών, ζήτησε από τον Δαίδαλο να φτιάξει ένα κτίσμα ώστε να κλειστεί μέσα ο Μινώταυρος, και αυτός κατασκεύασε το Λαβύρινθο. Ο Μινώταυρος ήταν καρπός της ένωσης της γυναίκας του Μίνωα Πασιφάης μ' έναν ταύρο! Τον ταύρο αυτόν είχε στείλει από τη θάλασσα σαν σημάδι ο Ποσειδώνας στον Μίνωα, που ήθελε να αποδείξει την κυριαρχία του σ' όλη την Κρήτη. Ζήτησε, όμως, από τον Μίνωα να θυσιάσει τον ταύρο προς τιμή του. Ο Μίνωας όμως δεν το έπραξε και έτσι η οργή του Ποσειδώνα πήρε πρωτότυπη μορφή.
Προϊόν αυτού του αφύσικου ζευγαρώματος ήταν ο Μινώταυρος, τέρας με κεφάλι ταύρου και σώμα ανθρώπου. Το ταυρόμορφο τέρας ο Μίνωας έκλεισε στο βάθος του Λαβύρινθου και το έτρεφε με ανθρώπινο αίμα. Όταν έφτασε το πλήρωμα του χρόνου η Αθήνα να πληρώσει για τρίτη φορά τον αιματηρό της φόρο στον Μίνωα, ο Θησέας ζήτησε από τον πατέρα του να περιληφθεί στην ομάδα των θυμάτων. Οι νέοι και οι νέες που θα πήγαιναν στην Κρήτη επιλέγονταν με κλήρο. Ο Θησέας ήταν εθελοντής.
Ξεκίνησε, λοιπόν, μ' ένα καράβι με μαύρα πανιά και υποσχέθηκε ότι θα σήκωνε άσπρα πανιά κατά την επιστροφή, όταν θα είχε απαλλάξει την Αθήνα από το βαρύ της φόρο. Ακολουθεί μια έντονη λογομαχία μεταξύ του Μίνωα και του Θησέα όπου ο τελευταίος ισχυρίζεται ότι κι αυτός είναι γιος θεού, του Ποσειδώνα. Για να το αποδείξει αποδέχεται την πρόκληση του Μίνωα και πέφτει να πιάσει το δαχτυλίδι που πέταξε στη θάλασσα. Εκεί τον υποδέχεται η Αμφιτρίτη που του χαρίζει έναν πορφυρό μανδύα και ένα στεφάνι από ρόδα οδηγώντας τον στο παλάτι του θεού. Ο Θησέας επιστρέφει από το βυθό με το δαχτυλίδι και αποδεικνύει τη θεϊκή του καταγωγή.
Ο Λαβύρινθος και ο Μίτος της Αριάδνης
Στην Κρήτη ο Θησέας βρίσκει σύμμαχο την κόρη του Μίνωα και της Πασιφάης, την Αριάδνη, η οποία ερωτεύεται το νεαρό και όμορφο βασιλόπουλο από την Αθήνα. Η Αριάδνη συναντάει τον Θησέα και του προσφέρει τη βοήθειά της με την προοπτική, όμως, φεύγοντας να την πάρει μαζί του και να την κάνει γυναίκα του. Ο Θησέας, βέβαια, δεν έπρεπε μόνο να σκοτώσει τον Μινώταυρο, αλλά και να βγει από τον Λαβύρινθο. Ποιος άλλος μπορούσε να δώσει τη λύση σ' αυτόν το γρίφο εκτός από τον κατασκευαστή του;
Η Αριάδνη κατέφυγε στον Δαίδαλο και αυτός της συνέστησε ένα έξυπνο κόλπο. Όποιος έμπαινε στον Λαβύρινθο έπρεπε να πάρει μαζί του ένα κουβάρι κλωστή. Δένοντας τη μια άκρη της κλωστής στην άκρη του Λαβύρινθου θα προχωρούσε προς το βάθος του ξετυλίγματος το νήμα. Έτσι η επιστροφή θα γινόταν εύκολη. Τυλίγοντας το νήμα και ακολουθώντας την πορεία του θα έβρισκε την έξοδο του Λαβύρινθου.
Ο Θησέας μπαίνοντας στον πολύπλοκο Λαβύρινθο ακολούθησε τη συμβουλή του Δαίδαλου. Μάλιστα λέγεται ότι η ίδια η Αριάδνη καθόταν στην άκρη του Λαβύρινθου βαστώντας το σωτήριο νήμα. Έτσι έμεινε παροιμιώδης ο "μίτος της Αριάδνης". Ο Θησέας μέσα στον Λαβύρινθο συνάντησε το τέρας, πάλεψε μαζί του και με το σπαθί του του 'κοψε το λαιμό προσφέροντάς το ως θυσία στον Ποσειδώνα, κάτι που θα 'πρεπε να κάνει, όπως είπαμε, ο Μίνωας με τον ταύρο, πατέρα του τέρατος. Με το μύθο του Μινώταυρου συμπλέκεται και ο μύθος του κατασκευαστή του Λαβύρινθου Δαίδαλου.
Σπήλαιο Λαβύρινθος
Το Σπήλαιο Λαβύρινθος βρίσκεται 50km νότια του Ηρακλείου, σε ένα μικρό λόφο 3,5km βόρεια του Καστελίου Μεσαράς. Ήταν ένα τεράστιο τεχνητό σπήλαιο με δαιδαλώδεις διαδρόμους μήκους μεγαλύτερους των 2.5km και δωμάτια που δεν οδηγούσαν πουθενά, το οποίο αποτέλεσε λατομείο για την εξόρυξη των λίθων που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή του Μινωϊκού ανακτόρου της Φαιστού, της Μινωϊκής έπαυλης της Αγίας Τριάδας, της ρωμαϊκής πόλης Γόρτυνας, κα. Το λατομείο και οι δύο είσοδοι του καταστράφηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά από τους Γερμανούς κι, έτσι, σήμερα δεν μπορούμε να το δούμε στην αρχική του μορφή.
Ο Λαβύρινθος, λόγω των πολυδαίδαλων στοών και των αδιεξόδων του, έχει κινήσει το ενδιαφέρον πολλών ερευνητών, που τοποθετούν τον μυθικό λαβύρινθο του Μινώταυρου σε αυτό το σπήλαιο, κι όχι στην Κνωσό. Σύμφωνα με τον πασίγνωστο μύθο, ο Θησέας κατάφερε να σκοτώσει τον τερατόμορφο Μινώταυρο μέσα στον σκοτεινό λαβύρινθο με τη βοήθεια της Αριάδνης, η οποία του έδωσε ένα σπάγγο (μίτο) για να μην χαθεί.
Αφού το λατομείο σταμάτησε να λειτουργεί, οι στοές του γέμισαν νυχτερίδες. Έτσι, οι ντόπιοι κάτοικοι για πολλούς αιώνες έρχονταν ως εδώ για να φορτώσουν στα ζώα τους τα νιτρικά υπολείμματα από τις νυχτερίδες, τα οποία αποτελούν ιδανικό λίπασμα. Άλλωστε, και το περίφημο λίπασμα γκουανώ προέρχεται από κοπριές νυχτερίδων.
Επίσης, η ιστορία με το Θησέα και το Μινώταυρο έκανε το σπήλαιο γνωστό σε όλο τον κόσμο, αποτελώντας το σημαντικότερο αξιοθέατο στο νησί για αιώνες. Έτσι, άρχισαν να το επισκέπτονται πολλοί περιηγητές και εξερευνητές. Μάλιστα στους τοίχους υπάρχουν αναρίθμητες επιγραφές με ονόματα από τον 15ο αιώνα, το πλήθος των οποίο προδίδει τη σημασία που είχε το μνημείο αυτό.
Πολύ αργότερα, όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν την Κρήτη, το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως αποθήκη για πολεμοφόδια, νερό και τρόφιμα. Μάλιστα, έγινε η μεγαλύτερη αποθήκη πυρομαχικών της Γερμανίας που μπορούσε να εφοδιάζει όλη τη Μέση Ανατολή, με περισσότερους από 300.000 τόνους όπλων! Όταν οι Γερμανοί εγκατέλειψαν το νησί το 1944, ανατίναξαν όλα τα πυρομαχικά, με αποτέλεσμα να καταστραφεί εντελώς το σπήλαιο και οι δύο είσοδοι του. Μάλιστα, η έκρηξη ήταν τόσο ισχυρή, που ογκόλιθοι 15 τόνων βρέθηκαν σε απόσταση 10km.
Ήδη από το 1945, άρχισαν εργασίες για την επαναφορά του σπήλαιου και τον καθαρισμό του από όσα πυρομαχικά και νάρκες δεν είχαν εκραγεί. Οι είσοδοι ξανάνοιξαν για λίγο καιρό και, δυστυχώς, τότε πολλοί κάτοικοι έχασαν τη ζωή τους στην προσπάθεια τους να βρουν πυρομαχικά, τα οποία χρησιμοποιούσαν για λίπασμα ή για ψάρεμα με δυναμίτη. Σήμερα το σπήλαιο έχει σφραγιστεί και απαγορεύεται αυστηρά η είσοδος, αλλά δυστυχώς έχουν αναφερθεί πολλά κρούσματα λαθρανασκαφών.
Ο Κρητικός Λαβύρινθος
Ο λαβύρινθος στην Ελληνική Μυθολογία, ήταν μια σύνθετη οικοδομική κατασκευή, στην Κνωσσό. Φτιάχτηκε από τον μηχανικό Δαίδαλο για λογαριασμό του μυθικού βασιλιά της Κρήτης, Μίνωα. Ο λόγος που κατασκευάστηκε ήταν για να απομονώσει τον Μινώταυρο, ένα πλάσμα μισό άνθρωπος και μισό ταύρος. Ο ίδιος ο Δαίδαλος, κατασκεύασε τόσο περίτεχνα και πολύπλοκα τον λαβύρινθο, που ακόμη και αυτός κατάφερε με δυσκολία να βρει την έξοδό του, όταν ολοκλήρωσε το έργο.
Η Αθήνα είχε χάσει ένα πόλεμο στην Κρήτη και ως φόρο τιμής αναγκάστηκε να στείλει επτά νέους άνδρες και επτά κορίτσια να θυσιαστούν στο Μινώταυρο. Ο Θησέας, γιος του βασιλιά της Αθήνας, προσφέρθηκε εθελοντικά να είναι ένας από την ομάδα με σκοπό να σκοτώσει τον Μινώταυρο και να ελευθερώσει την Αθήνα από την κυριαρχία της Κρήτης. Η κόρη του βασιλιά Μίνωα Αριάδνη του έδωσε ένα κουβάρι με κλωστή για να το ξετυλίγει όσο θα περνά μέσα από τον λαβύρινθο, δίνοντας του έτσι τη δυνατότητα να θυμηθεί τα βήματά του και μετά την πράξη του να μπρέσει να βρει το δρόμο της επιστροφής.
Η αρχαιότερη γνωστή μορφή λαβύρινθου είναι το σχέδιο του «Κρητικού» λαβύρινθου. Οι επτά δακτύλιοι των μονοπατιών εύκολα δημιουργούνται σχεδιάζοντας ένα σταυρό και τέσσερις τελείες και στη συνέχεια ενώνοντας τα μέχρι να σχηματίσουν οκτώ ομόκεντρους κύκλους, αφήνοντας ενδιάμεσα εφτά κενούς δακτυλίους. Είναι ένα συναρπαστικό σχήμα το οποίο αφήνει εδώ και 5000 χρόνια τα ίχνη του στην ιστορία του πολιτισμού.
Αρχικά, από την τρίτη προχριστιανική χιλιετία, συναντώνται σε θραύσματα κεραμικών καθώς και σε χαράξεις σε βράχους. Δεκαέξι αιώνες αργότερα ο λαβύρινθος παρέμεινε στο επίκεντρο του πολιτισμού της Κρήτης και εμφανίζεται στα Κρητικά νομίσματα μέχρι και τον πρώτο αιώνα π.Χ. Ακολούθουν οι ψηφιδωτές εικόνες κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους. Κατά την εξάπλωση του Χριστιανισμού, η εκκλησία υιοθέτησε το σχέδιο του λαβύρινθου σαν μια μορφή συμβολισμού, τελετουργίας και μετάνοιας.
Υπάρχουν δύο μορφές του λαβύρινθου. Μια πολύπλοκη μορφή του με δαιδαλώδη μονοπάτια, η οποία αναφέρεται σε σύνθετο παζλ διακλαδώσεων με επιλογές της διαδρομής και κατεύθυνσης (Maze) και ο Κρητικός λαβύρινθος όπου υπάρχει μονό ένας δρόμος, χωρίς διασταυρώσεις, που αλλάζει διαρκώς κατεύθυνση. Ο εσωτερικός χώρος αποτελείται από πολλές λοξοδρομίες και το κέντρο του περικυκλώνεται επτά φόρες ώστε ο επισκέπτης να προσπέρνα επανειλημμένα τον επιθυμητό προορισμό.
Ο Κρητικός Λαβύρινθος συνδέεται με ένα σύμπλεγμα του μύθου, το σύμβολο και την αλληγορία. Είναι ένα σύμβολο για τον δρόμο της ζωής του ανθρώπου. Τα επτά κυκλώματα αντιστοιχούν στις επτά σφαίρες των ιερών πλανητών, τις επτά αρχές του ανθρώπου και του σύμπαντος, τις επτά ημέρες της εβδομάδας και άλλες τέτοιες επταπλάσιες έννοιες.
Ο Κρητικός Λαβύρινθος του πάρκου είναι κατασκευασμένος από πέτρες που συλλέχθηκαν εντός της περιοχής στην οποία βρίσκεται. Έχει διάμετρο 16 μέτρα και διαρκεί περίπου 7 λεπτά με τα πόδια, σε έναν ήρεμο ρυθμό. Η είσοδος του είναι από τα νότια και στο κέντρο του βρίσκεται ένα ηλιακό ρολόι από ορείχαλκο.
Η Εγκατάλειψη της Αριάδνης
Ο Θησέας πέρασε τη δοκιμασία του Λαβυρίνθου με επιτυχία, έσωσε τον εαυτό του και τους νέους και εξιλέωσε την Αττική. Είχε έρθει η ώρα της επιστροφής. Ο ήρωας πήρε μαζί του την Αριάδνη και την αδερφή της Φαίδρα, αχρήστευσε τα μινωικά πλοία για να γλιτώσει την καταδίωξη και απέπλευσε. Φεύγοντας από την Κρήτη, ο Θησέας έφτασε με τη συντροφιά του στο κοντινό νησάκι Δία ή στη Νάξο που τότε ονομαζόταν Δία.
Ο ήρωας όμως τελικά το μόνο που κατάφερε να κρατήσει από την θεία θηλυκή παρουσία που οδήγησε τα βήματά του πίσω στο φως ήταν το είδωλό της. Ο Θησέας κράτησε το ξόανο της Αφροδίτης το οποίο η Αριάδνη κουβαλούσε από τη στιγμή που άφησαν την Κρήτη σαν να επρόκειτο για το δικό της alter ego, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κερένυϊ. Σαν ζωντανή ανάμνηση κράτησε την Φαίδρα η οποία σχετίζεται με την φωτεινή και προσιτή στον άνθρωπο όψη της Αριάδνης. Η σκοτεινή και μυστική όψη της Αριάδνης / Αριάγνης ως Κρητικής Περσεφόνης μόνο από τον θεό μπορεί να γίνει θεατή εκτός μυστηρίων.
Αριάδνη και Θησέας - Αποσυμβολισμός
Σύμφωνα με το μύθο, ο Θησέας συναντά την Αριάδνη, οδηγό της ψυχής (ψυχοπομπό) και ταυτόχρονα σύμβολο της anima. Κατά άλλους, η Αριάδνη αποτελεί την αντανάκλαση της ψυχής του ανθρώπου – ήρωα (Θησέα). Εκείνη είναι που οδηγεί τον ήρωα στο ασυνείδητο, το λαβύρινθο. Ο λαβύρινθος συνδέεται επίσης με τη μήτρα, επομένως με την πνευματική αναγέννηση.
Του δίνει το μίτο, που αντιπροσωπεύει τη σύνδεση με την πνευματική του φύση. Η χρησιμοποίηση του μίτου είναι η μόνη πιθανότητα που έχει ο Θησέας για να βγει έξω από το λαβύρινθο. Ο μίτος, είναι αρχικά σε μορφή μπάλας, σύμβολο της ολότητας της ύπαρξης που ο ήρωας αναζητά, όταν πορεύεται το μονοπάτι.
Στο κέντρο του λαβύρινθου θα αντιμετωπίσει τον Μινώταυρο, μισό άνθρωπο και μισό ταύρο, δηλαδή τον άνθρωπο που κυριαρχείται από τα ένστικτα ή αλλιώς, το σύμβολο της πάλης του ανώτερου με τον κατώτερο εαυτό. Κατά άλλους, ο Μινώταυρος δεν είναι άλλος από το Φύλακα του Κατωφλιού, τη συνάθροιση των φόβων, των παθών και των κατασταλμένων και ανεπιθύμητων πτυχών του χαρακτήρα μας. Ο κατώτερος εαυτός, η χαμηλή φύση ή σκιά υπερνικείται και η υψηλή φύση επικρατεί, ώστε να πραγματοποιηθεί η πρόθεση της ψυχής. Ο Θησέας σκοτώνει τον Μινώταυρο με το σπαθί.
Λεπτομέρεια σημαντική : Αν και ο Θησέας υποσχέθηκε να πάρει την Αριάδνη μαζί του στην Αθήνα και να την νυμφευτεί…. την εγκαταλείπει στο νησί της Νάξου. Κατά το μύθο, ο Διόνυσος εμφανίζεται στο όνειρο της Αριάδνης ενώ κοιμάται (ή κατά μια άλλη εκδοχή στο όνειρο του Θησέα) και δίνει θεϊκή εντολή να παραμείνει η Αριάδνη στην Νάξο και να την νυμφευτεί ο ίδιος. Έτσι και έγινε. Στην πορεία, η η Αριάδνη λατρεύτηκε ως Θεά σε πολλά μέρη της Ελλάδας (Κρήτη, Νάξο, Δήλο, Κύπρο, Ρώμη).
H Αριάδνη στο τέλος του μύθου δεν νυμφεύεται τον ανθρώπινο εραστή, αλλά τον θεϊκό. Λαμβάνοντας υπόψη την Αριάδνη και τον Διόνυσο ως σύμβολα, την αντιστοιχία του Διονύσου με το Τίφαρετ του Δέντρου της Καβάλα και την ετυμολογία του ονόματος : Αριάδνη < Αριάγνη = υπεραγία, η πιο αγνή, μπορούμε να κάνουμε αρκετές σκέψεις πάνω σε αυτή τη λεπτομέρεια του μύθου.
Όπως σημειώνει ο Gilbert Murray: "Όλοι οι αληθινά πιστοί ταυτίζονται κατά μια μυστικιστική έννοια με το Θεό, ξαναγεννιούνται και είναι «Βακχοι». Η τελείως αγνή ψυχή καταλαμβάνεται ολοκληρωτικά από το Διόνυσο, τον εσωτερικό θεό και καθίσταται η ίδια θεός."
Η Θριαμβευτική και Πένθιμη Επιστροφή στην Αθήνα
Ο Θησέας, αφήνοντας πίσω του την Αριάδνη, έφτασε με τους υπόλοιπους νέους στην Δήλο. Εκεί αφιέρωσε στον Απόλλωνα το ξόανο της Αφροδίτης που του είχε δώσει η Αριάδνη. Στη Δήλο λατρεύτηκε ως Αγνή Αφροδίτη. Αφού θυσίασε στον θεό, ο Θησέας χόρεψε με τους Αθηναίους νέους γύρω από τον Κερατώνα βωμό (που ήταν φτιαγμένος μόνο από αριστερά κέρατα!) έναν χορό που οι Δήλιοι ονόμασαν γέρανο. Ο χορός αυτός αποτελούσε μιμητική αναπαράσταση της σπειροειδούς διαδρομής του Λαβυρίνθου και ίσως να ήταν η ίδια η Αριάδνη που τον είχε πρωτοδιδάξει στον Θησέα.
Κάποιοι αφηγητές αναφέρουν ότι υπήρχε ήδη μια γυναίκα που περίμενε την επιστροφή του Θησέα στην Αθήνα, η αμαζόνα Αντιόπη ή Ιππολύτη. Γενικά επικρατεί μία ασάφεια όσον αφορά τη χρονική διαδοχή των πολλών αρπαγών που διέπραξε ο Θησέας. Αυτό ίσως υποδηλώνει ότι οι τόσες αρπαγές γυναικών περιστρέφονταν ουσιαστικά γύρω από τον ίδιο πυρήνα και διηγούνταν τις αμέτρητες παραλλαγές της ίδιας ιστορίας.
Ο ΘΗΣΕΑΣ ΩΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ
Ο Θησέας υπήρξε ένας από τους καλύτερους βασιλιάδες για την Αθήνα. Θεμελίωσε το μεγαλείο των Αθηνών ενώνοντας τους δήμους της Αττικής, γεγονός του οποίου την ανάμνηση εόρταζαν οι Αθηναίοι στις 16 Εκατομβαιώνος με τα «Συνοίκια» ή «Συνοικέσια». Ο Θησέας διαίρεσε τους πολίτες σε τρεις τάξεις: στους ευγενείς, στους κτηματίες και στους δημιουργούς (χειρώνακτες και τεχνίτες).
Μαζί κατέβηκαν, αμέσως μετά, και στον κάτω κόσμο για να αρπάξουν την Περσεφόνη, την οποία είχε ερωτευθεί ο Πειρίθοος. Ο Πλούτωνας όμως τους αντιλήφθηκε και τους έβαλε να καθίσουν σε μια πέτρα από όπου δεν μπορούσαν να ξανασηκωθούν. Στο μεταξύ, οι αδελφοί της Ωραίας Ελένης (οι Διόσκουροι) πήγαν στην Αττική για να πάρουν πίσω την αδελφή τους. Δεν θα την έβρισκαν, όμως, αν ο Ακάδημος δεν τους έδειχνε το μέρος που την έκρυβαν. Εξαιτίας αυτής της μυθολογικής ευεργεσίας, όταν οι Σπαρτιάτες κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο κατέστρεψαν την Αττική, σεβάσθηκαν την Ακαδήμεια, το ιερό του Ακαδήμου.
Η Βασιλεία
Μετά το τέλος του Αιγέα ο Θησέας έγινε βασιλιάς της Αθήνας, αφού πρώτα εξουδετέρωσε τα πενήντα ξαδέλφια του, παιδιά του αδερφού του Αιγέα, Πάλλαντα, που δεν τον θεωρούσαν νόμιμο διάδοχο του θρόνου. Η βασιλεία του Θησέα σημαδεύτηκε από τη συνένωση των δήμων της Αττικής και τη θεμελίωση των πρώτων θεσμών της Αθηναϊκής πολιτείας. Σύμφωνα με κάποιους μύθους ο Θησέας είχε εμπλακεί και στην εκστρατεία των επτά εναντίον των Θηβών.
Έτσι άρχισε μια φοβερή σύγκρουση ανάμεσα στις δυνάμεις του Θησέα από τη μια μεριά και του Κρέοντα και τους "Σπαρτούς" από την άλλη. Η μάχη ήταν σκληρή, αλλά ο Θησέας ανέβασε το φρόνημα των αντρών του, πείθοντάς τους ότι μάχονται για την ίδια την υπόσταση της Αθήνας. Η νίκη έστεψε τον Θησέα και οι Αθηναίοι πήραν τα πτώματα των Αργείων, τα οποία έθαψαν ή έκαψαν είτε στην περιοχή της Θήβας, είτε στην Αθήνα.
Ο μύθος θέλει στην εκστρατεία εναντίον των Αμαζόνων, των θρυλικών πολεμόχαρων γυναικών, να συνεργάζονται οι δυο κορυφαίοι ήρωες της ελληνικής μυθολογίας, ο Ηρακλής και ο Θησέας. Βέβαια, ο Θησέας φαίνεται πως έπαιξε κάπως υποδεέστερο ρόλο σ' αυτή την ιστορία η οποία είχε πρωταγωνιστή τον Ηρακλή. Παρόλα αυτά ο Θησέας βγήκε κερδισμένος απ' αυτή την εκστρατεία.
Μετά το θάνατο της Αντιόπης ο Θησέας παντρεύτηκε μια άλλη κόρη του Μίνωα, τη Φαίδρα. Η Φαίδρα, όμως, ερωτεύτηκε το γιο του Θησέα από την Αντιόπη, τον Ιππόλυτο. Ο Ιππόλυτος ήταν ένας όμορφος νέος και επιδέξιος κυνηγός, γι' αυτό και τον προστάτευε η Άρτεμη. Απέκρουσε τον παράφορο έρωτα της μητριάς του Φαίδρας, η οποία απελπισμένη αυτοκτόνησε αφήνοντας ένα γράμμα στο οποίο περιέγραφε τους λόγους της πράξης της. Ο Θησέας επιστρέφοντας από μακρινό ταξίδι βρήκε το γράμμα και κατηγορώντας τον Ιππόλυτο ως συνυπεύθυνο τον καταράστηκε.
Ο Θησέας ήταν ήδη πενήντα ετών, όταν έγινε ο πρώτος άρπαγας και σύζυγος της Ελένης, ενώ εκείνη δεν είχε φτάσει ακόμη σε ηλικία γάμου. Αυτή την αρπαγή, ωστόσο, δεν την έφερε μόνος του εις πέρας, αλλά με τη συντροφιά του Πειρίθου, επιστήθιου φίλου του από τη Θεσσαλία. Αποτελούσαν μαζί ένα δίδυμο αντίστοιχο των Διοσκούρων. Κάποτε οι δυο φίλοι βρέθηκαν στη Σπάρτη, όπου ο Θησέας είδε την Ελένη να χορεύει στον ναό της Ορθίας Αρτέμιδος και πόθησε να την αποκτήσει.
Η κάθοδος του Θησέα και του Πειρίθου στον Άδη είχε ως αιτία και πάλι την αρπαγή μιας γυναίκας. Αυτή τη φορά όμως η ποθητή γυναίκα ήταν η φοβερή Περσεφόνη, η μυστική Κόρη, η ίδια η κυρία του θανάτου και της αναγέννησης. Ο Πλούταρχος προσπαθεί να συγκαλύψει το αδιανόητο μιας τέτοιας επιδίωξης γράφοντας ότι ο Θησέας και ο Πειρίθους επισκέφτηκαν τον βασιλιά των Μολοσσών στην Ήπειρο, Αϊδωνέα με σκοπό να αρπάξουν την θυγατέρα του που ονομαζόταν Κόρη.
Φυσικά οι δύο ήρωες ήταν μυημένοι, αλλιώς δεν θα κατάφερναν να φτάσουν στο σημείο που έφτασαν.
Από τον Κάτω Κόσμο στην Εξορία
Ο Πειρίθοος ήταν τρελά ερωτευμένος με την Περσεφόνη, την αρχόντισσα του Κάτω Κόσμου, και ήθελε με κάθε τρόπο να την κάνει δική του. Ο Θησέας του υποσχέθηκε πως θα τον συντρόφευε σ' αυτή του την περιπέτεια.
Οι δύο φίλοι πήραν το δρόμο για το βασίλειο του Άδη, αλλά μόλις πέρασαν τον Αχέροντα ποταμό τούς σταμάτησαν οι Ερινύες και τους έδεσαν, σύμφωνα με τις διαταγές του Άδη, σε ένα βράχο που είχε τη δύναμη να τραβά σαν μαγνήτης όποιον καθόταν επάνω του. Από τα παράξενα αυτά δεσμά τούς ελευθέρωσε ένας άλλος ήρωας που δεν ήξερε τι σημαίνει φόβος ο Ηρακλής.
Ο Ηρακλής απελευθέρωσε πρώτα το Θησέα, αλλά, πριν προλάβει να επιστρέψει για να σώσει και τον Πειρίθοο, ένας σεισμός συντάραξε τον Άδη και όλα τα περάσματα καταστράφηκαν. Από τότε, ο Θησέας παρέμεινε στο πλευρό του σωτήρα του και έγινε αχώριστος σύντροφός του σε αναρίθμητες περιπέτειες. Για πρώτη φορά, οι δύο ήρωες πολέμησαν μαζί ενάντια στις Αμαζόνες.
Μόλις ο Θησέας επέστρεψε στην Αθήνα, όμως, έπειτα από αυτή του την περιπέτεια, βρήκε στο θρόνο του ένα σφετεριστή. Οι Διόσκουροι, που ήθελαν να απελευθερώσουν την Ελένη, είχαν καταλάβει την Αττική και είχαν δώσει την εξουσία στο Μενεσθέα, που ήταν πλέον ο νέος βασιλιάς της πόλης.
Αντί να ξεκινήσει έναν εμφύλιο πόλεμο στην ίδια του την πόλη, ο Θησέας προτίμησε να φύγει εξόριστος και να ταξιδέψει μέχρι τη Σκύρο, όπου τον φιλοξένησε στο παλάτι του ο βασιλιάς του νησιού Λυκομήδης. Ο ηγεμόνας, όμως, αυτός, παρά την ευγένεια που έδειξε στον Αθηναίο βασιλιά, στην πραγματικότητα φοβόταν τη δύναμη και την εξουσία του. Για να προστατεύσει, λοιπόν, τον εαυτό του και το θρόνο του, αποφάσισε να σκοτώσει το Θησέα.
Η Συμμετοχή του Θησέα στη Σύγκρουση Κενταύρων και Λαπιθών
Ο Θησέας είχε έναν πολύ καλό φίλο, τον Πειρίθοο, βασιλιά μιας μυθικής Θεσσαλικής φυλής, των Λαπιθών. Ο θρύλος αναφέρει ότι η βαθιά αυτή φιλία ξεκίνησε με πρωτοβουλία του Πειρίθοου, που ήθελε πάση θυσία να γνωρίσει τον Θησέα. Έκλεψε, λοιπόν, ένα κοπάδι αγελάδες του Θησέα από τον Μαραθώνα και περίμενε τον ήρωα να τον κυνηγήσει. Η συνάντησή τους ήταν συγκλονιστική. Ο Πειρίθοος τον περίμενε ήσυχα και όταν ήρθαν αντιμέτωποι, άρχισαν να θαυμάζουν ο ένας τον άλλον.
Ο μύθος λέει ότι οι Κένταυροι, καλεσμένοι στους γάμους του Πειρίθοου με την Ιπποδάμεια, επιχείρησαν να κλέψουν τις γυναίκες των Λαπιθών. Η προσβολή ήταν μεγάλη και έπρεπε να ξεπλυθεί μόνο με αίμα. Πράγματι, ο Πειρίθοος με τη βοήθεια του Θησέα εξόντωσε πολλούς Κένταυρους. Η φιλία των δυο ηρώων συνδέεται και με την προσπάθεια ν' αρπάξουν δυο από τις ωραιότερες γυναίκες της εποχής, τις κόρες του Δία, Ελένη και Περσεφόνη. Την Ελένη, τη γνωστή "ωραία Ελένη", που έγινε αιτία για τον Τρωικό πόλεμο, άρπαξαν όταν ήταν μόλις δώδεκα χρονών και την έφεραν στην Αττική, στην περιοχή των Αφιδνών.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΥ ΑΘΗΝΑΙΟΥ ΗΡΩΑ
Μετά τη διάσωσή του από τον Ηρακλή, ο Θησέας επέστρεψε στην Αθήνα, όπου η πολιτική κατάσταση ήταν έκρυθμη, λόγω της μακροχρόνιας απουσίας του ηγέτη της. Οι Αθηναίοι είχαν ήδη δυσαρεστηθεί με τον Θησέα, καθώς τους είχε οδηγήσει σε άσκοπες διαμάχες με τους Διόσκουρους που διεκδικούσαν την Ελένη, ενώ ο ίδιος δεν ήταν καν παρών για να υπερασπιστεί τα κεκτημένα του. Ερμηνεύοντας την ανάγκη του ήρωα για περισσότερη γνώση, δύναμη και περιπέτεια ως έναν απερίσκεπτο τυχοδιωκτισμό, ύψωσαν εναντίον του τείχη μίσους και αμφισβήτησης.
Ποτέ, ωστόσο, δεν βρέθηκε στη Σκύρο ή οπουδήποτε αλλού επίσημος τάφος ή έστω κάποιο μνημείο του Θησέα. Το τέλος του δίχως σαφή ίχνη παρά μόνο εκατοντάδες χρόνια αργότερα φαντάζει περισσότερο με εξαφάνιση παρά με θάνατο, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κερένυϊ.
ΑΠΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΘΛΩΝ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ
O Θησέας κατέχει περίοπτη θέση στους Ήρωες των Ιώνων, καθώς πραγματοποίησε πολλούς άθλους, πήρε μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία, πολέμησε με τον Ηρακλή εναντίον των Αμαζόνων, αλλά και ένωσε τις πόλεις της Αττικής σε μία, δίνοντας τους το όνομα «αι Αθήναι», προς τιμήν της Θεάς Αθηνάς. (Η οποία είχε κερδίσει τον Ποσειδώνα στον αγώνα για την πόλη στα χρόνια του Κέκροπα).
Πατέρας του Θησέα ήταν ο Αιγέας, και μητέρα του η Αίθρα, κόρη του βασιλιά της Τροιζήνας. Παρόλο που είχε παντρευτεί ήδη δύο φορές ο Αιγέας δεν μπορούσε να αποκτήσει διάδοχο, για αυτό τον λόγο ζήτησε χρησμό από το Μαντείο των Δελφών. Το Μαντείο του έδωσε τον ακόλουθο χρησμό: «Μην ανοίξεις το ασκί του κρασιού σου πριν φτάσεις στην Αθήνα».
Ο Αιγέας μη κατανοώντας τον χρησμό, επισκέφθηκε τον φημισμένο για την σοφία του βασιλιά της Τροιζηνίας Πιτθέα, με σκοπό να ζητήσει τη συμβουλή του. O Πιτθέας κατάλαβε πως ο Αιγέας θα αποκτούσε σύντομα ένα γιο, και πως θέλημα των θεών ήταν το παιδί αυτό να γεννηθεί στην Αθήνα, έτσι ώστε να υπάρξει συνεχεία στη γενιά του βασιλιά. Υποκρίθηκε όμως πως δεν μπορούσε να ερμηνεύσει τον χρησμό.
Ο Πιτθέας που είχε μία κόρη σε ηλικία γάμου την Αίθρα, και θέλοντας να επωφεληθεί της περιστάσεως διοργάνωσε γιορτή προς τιμήν του Αιγέα. Το κρασί έρεε άφθονο, και στο τέλος ο Αιγέας μεθυσμένος πέρασε τη νύχτα με την Αίθρα. Το επόμενο πρωί καταλαβαίνοντας τι είχε γίνει, ο Αιγαίας είπε στην Αίθρα πως εάν αποκτούσε παιδί από την συνεύρεση του μαζί της το προηγούμενο βράδυ, θα έπρεπε να μην το μάθει κανείς. Και αυτό διότι οι Παλλαντίδες οι 50 γιοι του αδελφού του Πάλλαντα, διεκδικούσαν το θρόνο του.
Φεύγοντας όμως άφησε πίσω το ξίφος του και ένα ζευγάρι σανδάλια κάτω από ένα βράχο, και είπε στην Αίθρα πως αν το παιδί ήταν αγόρι, όταν θα γινόταν έφηβος, θα έπρεπε να σηκώσει τον βράχο και αφού έπαιρνε το ξίφος και τα σανδάλια, θα έπρεπε να πάει να τον βρει στην Αθήνα. Όντως η Αίθρα έκανε ένα αγόρι τον Θησέα, ο οποίος μεγάλωσε στην Τροιζήνα.
Πριν ακόμα γίνει 7 ετών, επισκέφθηκε την Τροιζήνα ο Ηρακλής. Ο Θησέας έπαιζε με άλλα παιδιά όταν είδαν τον Ηρακλή ο οποίος φόραγε την τρομερή του λεοντή. Και ενώ όλα τα παιδιά φοβήθηκαν και κρύφτηκαν, ο Θησέας νομίζοντας πως η λεοντή ήταν πραγματικό λιοντάρι, άρπαξε ένα τσεκούρι και όρμησε να το σκοτώσει ξαφνιάζοντας τον Ηρακλή.!!!
Όταν ο Θησέας έγινε 16 χρονών η Αίθρα τον οδήγησε στο σημείο που είχε αφήσει ο πατέρας του Αιγαίας το ξίφος και τα σαντάλια του. Ο Θησέας σήκωσε με ευκολία την μεγάλη πέτρα, και αποφάσισε να πάει στην Αθήνα για να βρει τον πατέρα του Αιγέα. Ο Παππούς του Πιτθέας και η μητέρα του Αίθρα, τον παρακαλούσαν να ταξιδέψει με πλοίο, διότι ο δρόμος ήταν εξαιρετικά επικίνδυνος και γεμάτος ληστές. Ο Θησέας όμως ήθελε να νικήσει τους ληστές και γίνει ήρωας σαν τον Ηρακλή, που τόσο θαύμαζε.
Οι Άθλοι
1. Ο Περιφήτης : Στον δρόμο του για την Αθήνα η πρώτη δοκιμασία που έπρεπε να φέρει εις πέρας ήταν αντιμετώπιση του ληστή Περιφήτη (ο περιώνυμος), ο οποίος ήταν γιος του Ήφαιστου, και δρούσε στο βουνό Αραχναίο, κοντά στην Επίδαυρο. Εκεί έστηνε καρτέρι στους περαστικούς και τους σκότωνε με ένα μεγάλο μεταλλικό ρόπαλο, γι’ αυτό ονομαζόταν και Κορυνήτης (από την «κορύνη», που στα Αρχαία Ελληνικά σήμαινε «ρόπαλο»). Αφού ο Θησέας σκότωσε τον Περιφήτη, πήρε μαζί του την κορύνη.
''Εκείνο τον καιρό στο δρόμο που ένωνε την Πελοπόννησο με την Αττική σύχναζαν πολλοί κακοποιοί που λήστευαν και σκότωναν τους ανυποψίαστους ταξιδιώτες. Ο Ηρακλής δεν μπορούσε να εγγυηθεί την ασφάλεια των περαστικών, αφού και ο ίδιος ήταν αιχμάλωτος στη Λυδία, όπου τον είχε οδηγήσει μια από τις πολλές του περιπέτειες. Χωρίς, λοιπόν, την παρουσία αυτού του γενναίου τιμωρού, οι κακοποιοί της περιοχής είχαν ξαναβρεί τα παλιά τους λημέρια και έκαναν τις επιθέσεις τους ανενόχλητοι.
Ο Θησέας, λοιπόν, πηγαίνοντας στην Αθήνα χρειάστηκε να έρθει αντιμέτωπος με ένα σωρό δυσκολίες και εμπόδια. Ο πρώτος κακοποιός που συνάντησε ήταν ο Περιφήτης, γνωστός και με το παρατσούκλι «ο άνθρωπος με το ρόπαλο». Λεγόταν πως ήταν γιος του Ηφαίστου, του θεού της φωτιάς και των μετάλλων. Ο πατέρας του, όταν ο Περιφήτης ήταν ακόμα μικρός, του είχε δωρίσει ένα σιδερένιο ρόπαλο, αλλά εκείνος, όταν μεγάλωσε, αντί να το χρησιμοποιεί για να προστατεύει τους αδυνάτους, το είχε μετατρέψει σε όπλο και με αυτό λήστευε τους ταξιδιώτες.
Κρυβόταν στους θάμνους στην άκρη του δρόμου και, μόλις έβλεπε κάποιο μοναχικό διαβάτη, πεταγόταν από την κρυψώνα του, του έπαιρνε με τη βία καθετί πολύτιμο και μετά, χτυπώντας τον με το σιδερένιο ρόπαλο, τον σκότωνε. Ο Θησέας ήρθε αντιμέτωπος με το ληστή και τον σκότωσε παίρνοντας μαζί του και το πελώριο σιδερένιο ρόπαλό του.''
3. H Φαία : Περνώντας την Κόρινθο, έφτασε στον Κρομμύωνα. Εκεί σκότωσε την άγρια γουρούνα Φαία (σκοτεινή) κόρη του Τυφώνα και της Έχιδνας και μητέρα του Καλυδώνιου και του Ερυμάνθιου κάπρου, η οποία έκανε προκαλούσε καταστροφές στην περιοχή.
4. O Σκίρωνας : Στην συνέχεια στις Σκιρωνίδες Πέτρες (σημερινή Κακιά Σκάλα), συνάντησε τον Σκίρωνα γιο του Κορίνθου και εγγονό του Πέλοπα, σε ένα σημείο όπου ο δρόμος κατέληγε σε ένα στενό μονοπάτι, το οποίο χώραγε ένα μόνο ένα ταξιδιώτη. Εκεί ο Σκίρωνας υποχρέωνε τους περαστικούς να σκύψουν να του πλύνουν τα πόδια. Τότε τους κλώτσαγε και έπεφταν στον γκρεμό, όπου βρισκόταν μια τεράστια σαρκοφάγα χελώνα, που τους καταβρόχθιζε. Ο Θησέας πλήρωσε το Σκίρωνα με το ίδιο νόμισμα, ενώ αργότερα κατέβηκε στην παραλία και σκότωσε τη χελώνα, κάνοντας το καβούκι της ασπίδα.
5. Ο Πυγμάχος Κερκύονας : Στην Ελευσίνα ο Θησέας νίκησε τον γιο του Ποσειδώνα Πυγμάχο Κερκύονα, ο οποίος προκαλούσε τους διαβάτες σε μάχη μέχρι θανάτου. Ο Θησέας τον σήκωσε ψηλά και τον προσεδάφισε με τόση δύναμη, που σκοτώθηκε.
''Κοντά στην πόλη της Ελευσίνας ο Θησέας συνάντησε τον Κερκύονα, ένα θεόρατο, μυώδη άντρα, ο οποίος ανάγκαζε τους ταξιδιώτες να παλέψουν μαζί του, τους νικούσε και ύστερα τους σκότωνε. Παρά τη θαυμαστή ικανότητα του Κερκύονα στην πάλη, ο Θησέας κατάφερε να αποκρούσει τα χτυπήματα του και με τα δυνατά του χέρια σήκωσε το μεγαλόσωμο άνδρα στον αέρα, τον πέταξε με δύναμη στο χώμα και τον σκότωσε.''
Και στις δύο περιπτώσεις, αφού ολοκλήρωνε τα βασανιστήριά του, τους σκότωνε και έπαιρνε τα χρήματα τους. Και ο Προκρούστης είχε την τύχη των προηγούμενων ληστών, καθώς ο Θησέας τον σκότωσε με τον ίδιο τρόπο που αυτός σκότωνε τα θύματά του.
Τον Θησέα στην συνέχεια καλωσόρισαν στην Ιερά οδό οι Φυταλίδες προσφέροντας θυσίες στον τον Δία, εξαγνίζοντας τον παράλληλα για τους φόνους των ληστών. Εκείνη την εποχή ο Αιγέας ήταν νυμφευμένος με τη μάγισσα Μήδεια, κόρη του βασιλιά Αιήτη της Κολχίδας. Η Μήδεια γνώριζε την ταυτότητα του Θησέα, σε αντίθεση με τον Αιγέα. Η Μήδεια προειδοποιούσε τον Αιγέα πως ο Θησέας θα ερχόταν να καταλάβει το βασίλειο του, αποφεύγοντας να του αποκαλύψει ότι ήταν ο γιος του, που είχε πια ενηλικιωθεί. Κατ’ αυτόν τον τρόπο τον έπεισε να σκοτώσει το Θησέα, όταν αυτός θα έφτανε στην Αθήνα.
Όντως ο Αιγέας υποδέχτηκε με τιμές το Θησέα, του οποίου τα κατορθώματα τον είχαν κάνει ήδη διάσημο στην πόλη, και διοργάνωσε προς τιμήν του συμπόσιο στο οποίο του προσέφερε ένα κρασί με δηλητήριο επηρεασμένος από τα ψέματα της Μήδειας. Κατά την τελετή της σπονδής ο Θησέας σήκωσε το σπαθί του για να κόψει ένα κομμάτι από το θυσιασμένο ζώο. Τότε ο Αιγέας αναγνώρισε το ξίφος και τα σαντάλια του, και πέταξε το δηλητήριο από τα χέρια του Θησέα, αναγνωρίζοντας πως είναι πράγματι ο γιος του.
Ο Θησέας συνεπώς με τη βοήθεια του «λαού» όμως υποδεικνύει η ιστορία, εξασφάλισε την κυριαρχία του στην Αττική. Λίγο μετά την άφιξη του στην Αθήνα, ο Θησέας συνόδεψε τον Ηρακλή στην άθλο της ζώνης της Αμαζόνας Ιππολύτης. Εκεί ο Θησέας ερωτεύτηκε τη βασίλισσα των Αμαζόνων Αντιόπη, την οποία πήρε μαζί του στην Αθήνα και την έκανε γυναίκα του. Οι Αμαζόνες για να εκδικηθούν την αρπαγή της Ιππολύτης κατευθύνθηκαν με εχθρικές διαθέσεις προς την Αθήνα. Ο Θησέας τις νίκησε, αλλά η Αντιόπη πέθανε μαχόμενη στο πλευρό του άνδρα της.
7. Ο Ταύρος του Μαραθώνα : Ο επόμενος άθλος του ήταν η αιχμαλωσία ενός ταύρου που σύμφωνα με μία εκδοχή ήταν εκείνος που αναδύθηκε από τη θάλασσα στην Κρήτη με τον οποίο έσμιξε η βασίλισσα Πασιφάη, γεννώντας τον Μινώταυρο. Τον ταύρο τον είχε φέρει ο Ηρακλής από την Κρήτη μετά από εντολή του Ευρυσθέα. Στο δρόμο για τον Μαραθώνα έπιασε καταιγίδα και τον Θησέα φιλοξένησε μία ηλικιωμένη γυναίκα η Εκάλη (σε αυτή οφείλει το όνομα της η σημερινή ομώνυμη περιοχή), θέλοντας να τον ευχαριστήσει επειδή είχε σκοτώσει τον Κερκύονα, θύματα του οποίου ήταν και οι δύο γιοι της.
8. Ο Μινώταυρος : Αργότερα ο Θησέας θέλησε να τερματίσει το βάναυσο φόρο αίματος που πλήρωνε η πόλη κάθε εννιά χρόνια με εφτά νέους και εφτά νέες στην Μινωική Κρήτη. Η βάναυση αυτή ποινή είχε οριστεί από τον Μίνωα διότι ο γιος του Μίνωα Ανδρόγεως, είχε πάρει μέρος σε αγώνες στα Παναθήναια επιτυγχάνοντας πολλές νίκες, προκαλώντας έτσι τον φθόνο των Αθηναίων, οι οποίοι τον σκότωσαν.
Ο Μίνωας όμως εντυπωσιασμένος από τον ταύρο, θυσίασε έναν άλλο ελπίζοντας ότι ο Θεός δε θα το προσέξει. Ο Ποσειδώνας όμως κατάλαβε τι είχε γίνει εξοργίστηκε, και έκανε τη γυναίκα του Μίνωα Πασιφάη να ερωτευτεί τον ταύρο. Η γυναίκα δεν μπορούσε να ικανοποιήσει το πάθος της, και ζήτησε βοήθεια από το μηχανικό Δαίδαλο. Αυτός κατασκεύασε ένα κενό ομοίωμα αγελάδας η Πασιφάη μπήκε μέσα σε αυτό, και ο ταύρος ζευγάρωσε μαζί της.
Από την άνομη αυτή ένωση γεννήθηκε ο Μινώταυρος, ένα αιμοσταγές τέρας που είχε την μορφή μισού ανθρώπου και μισού ταύρου. Μην μπορώντας να ανεχτεί την θυσία των Αθηναίων ο Θησέας, συμμετείχε εθελοντικά στους νέους που θα πήγαιναν στην Κρήτη, θυσιαζώμενοι στον τρομερό Μινώταυρο. Το πλοίο σάλπαρε με μαύρα πανιά σημάδι πένθους. Ο Αιγέας για την επιστροφή τους είχε δώσει και λευκά πανιά, τα οποία θα χρησιμοποιούσαν εάν ο Θησέας επέστρεφε νικητής.
Όταν ο Θησέας έφτασε στην Κρήτη τον είδε η Αριάδνη κόρη του Βασιλιά Μίνωα και τον ερωτεύτηκε. Για αυτό τον λόγο, λίγο πριν οι νέοι Αθηναίοι οδηγηθούν στο Λαβύρινθο (τον οποίο είχε επινοήσει ο Δαίδαλος), του έδωσε ένα κουβάρι από κλωστή (τον γνωστό μίτο της Αριάδνης), συμβουλεύοντάς τον να δέσει το ένα άκρο του στην είσοδο του Λαβύρινθου και καθώς προχωρούσε να ξετυλίγει το κουβάρι, ώστε να μπορέσει να βρει το δρόμο προς την έξοδο.
Ο Θησέας κατάφερε να νικήσει τον Μινώταυρο, γλίτωσε τους συντρόφους του και χρησιμοποιώντας το μίτο της Αριάδνης, κατόρθωσαν να βγουν από το Λαβύρινθο. Μαζί με τους συντρόφους του αλλά και την Αριάδνη απέπλευσαν κρυφά από το λιμάνι της Κνωσού. Στο δρόμο τους σταμάτησαν στην Νάξο (η οποία τότε ονομαζόταν Δία), όπου και παρέμεινε η Αριάδνη, καθώς στο όνειρο του Θησέα εμφανίστηκε ο Θεός Διόνυσος, λέγοντας του πως θα έπρεπε να φύγουν από το νησί δίχως την Αριάδνη, η οποία θα έπρεπε ήταν γραφτό να γίνει γυναίκα του Θεού.
Πλησιάζοντας στην Αθήνα πλέοντας σε πελάγη ευτυχίας, κανένας δεν θυμήθηκε να αλλάξει τα μαύρα πανιά του πλοίου και να βάλει τα λευκά. Έτσι ο Αιγέας που περίμενε στο Σούνιο την επιστροφή του γιου του, βλέποντας το πλοίο να φτάνει με μαύρα πανιά, συμπέρανε πως ο γιος του είχε πεθάνει και θλιμμένος έπεσε και πνίγηκε στο πέλαγος, το οποίο ονομάστηκε προς τιμή του Αιγαίο.
Αργότερα και σε ηλικία πενήντα ετών, ο Θησέας είδε την ωραία Ελένη να χορεύει στον ναό της Ορθίας Αρτέμιδος και θέλησε να την αποκτήσει. Ο Θησέας την άρπαξε και την άφησε στην φροντίδα της μητέρας του Αίθρας στις Αφίδνες. Τότε ήταν η πρώτη φορά που η ωραία Ελένη στάθηκε αφορμή ενός αιματηρού πολέμου (η δεύτερη ήταν με τον Τρωικό πόλεμο), καθώς τα αδέλφια της ήρθαν να τη διεκδικήσουν και έτσι συγκρούστηκαν με τους υπερασπιστές των Αφιδνών. Οι Διόσκουροι κατάφεραν να πάρουν πίσω την Ελένη και μαζί της την Αίθρα η οποία μάλιστα την ακολούθησε αργότερα στην Τροία.
9. Η Κάθοδος στον Άδη : Οι άθλοι του Θησέως τελειώνουν με ένα παράτολμο επιχείρημα. Την κάθοδο του μαζί με τον φίλο του Πειρίθο στον Άδη, με σκοπό την αρπαγή της Περσεφόνης (την σύζυγο του Πλούτωνα). Μπήκαν στο βασίλειο των νεκρών από μία είσοδο στο ακρωτήριο Ταίναρο, ξεγέλασαν τον βαρκάρη Χάροντα και κατάφεραν ζωντανοί να περάσουν στην απέναντι όχθη. Στα ανάκτορα του κάτω κόσμου τούς σταμάτησαν οι Ερινύες οι οποίες κατ’ εντολή του Άδη τους έδεσαν σε θρόνους σκαλισμένους πάνω στον βράχο της λήθης.
Πράγματι εκεί βρέθηκαν τα οστά του Θησέα τα οποία μεταφέρθηκαν αργότερα στην Αθήνα και τοποθετήθηκαν στο σημερινό Θησείο, το οποίο καθιερώθηκε ως τόπος λατρείας του ήρωα.
Αυτή είναι εν τάχη η ιστορία του Θησέα σύμφωνα με την μυθολογία.
Η Μύηση
Ο Θησέας υπήρξε ήρωας που μυήθηκε στα Ελευσίνια και στα Κρητικά «μυστήρια», και ήρθε αντιμέτωπος με τις ορατές και αόρατες δυνάμεις, ακόμα και με τον ίδιο ακόμα τον θάνατο (τον Άδη), καθώς θέλησε με την αρπαγή της Περσεφόνης να νικήσει τον θάνατο και την κοσμική τάξη.
Τα «μυστήρια» αφορούσαν ιερουργίες και δρώμενα σε σκοτεινά σπήλαια και ναούς υπό άκρα μυστικότητα. Εκεί τελούνταν αλληγορικές αναπαραστάσεις υπό τον μύθο κάποιας Θεότητας που συνήθως πέθαινε και αναγεννιόταν, συμβολίζοντας το πεπρωμένο της ψυχής μετά θάνατον, αλλά ταυτοχρόνως και την ενότητα που συνδέει όλα τα όντα.
Η μυητική διαδικασία αποσκοπούσε στην διεύρυνση της συνείδησης, ώστε να κατανοηθεί ο εαυτός του στην ολότητα του, και η πραγματική θέση του ανθρώπου στο σύμπαν. Ένα σύμπαν που καταστρέφεται (πεθαίνει) και δημιουργείται (ανασταίνεται) αέναα. Αυτό που επιτυγχανόταν δια μέσω μίας «έκτακτης και εκστατικής εμπειρίας μετάβασης» από το υλικό στο πνευματικό πεδίο, η οποία ενδυναμώνονταν μέσω της κατάλυσης του ισχυρότερου ανθρώπινου φόβου, του θανάτου.
Η μυητική βιωματική εμπειρία του θανάτου κατ’ αντιστοιχία του κύκλου των εποχών του θανάτου και της αναγέννησης, ενίσχυε την αρχέγονη παράδοση που θεωρούσε ότι τα πάντα στον κόσμο αλληλοσυνδέονται ως μέρη μιας και μοναδικής ουσίας με ομογενή ποιότητα και σύσταση. (Αρχαίες πεποιθήσεις που συναντούν σήμερα, τα πορίσματα της κβαντικής φυσικής).
Η διαδικασία αυτή υπερέβαινε την καθημερινή γνωστική λειτουργία, για αυτό τον λόγο είχε ανάγκη από ειδικά εργαλεία: Τα σύμβολα, τις εικόνες, τον μη κοινό λόγο. Ο συμβολικός, «μυητικός Θάνατος» σε ένα τέτοιο επίπεδο αποτελεί μια «Π- ύλη», το πέρασμα από την ύλη στο πνεύμα την μήτρα όλων των όντων .
Οι μυήσεις απαιτούσαν αυτές την απομάκρυνση για ένα χρονικό διάστημα από την οικογενειακή εστία και στη σκληραγώγηση των νέων μέσω ενός αυστηρού τρόπου ζωής. Αυτό αποσκοπούσε στο να αποβάλλουν την παιδική τους άγνοια και μυηθούν στη γνώση, μαθαίνοντας οι μυούμενοι να αντιμετωπίζουν μόνοι τους τις δυσκολίες της ζωής και να επιβιώνουν σε δυσμενείς συνθήκες.
Ο μυούμενος καλούταν μέσα από τις ιερές τελετουργίες να αποδεχθούν τους ιερούς και απαράβατους νόμους και κανόνες της φυλής, και αφού αποδείκνυε την αξία του, στο τέλος «πέθαινε» για να «ξαναγεννηθεί» ως ισότιμο και ενήλικο μέλος της φυλής.
Κάθε τελετουργικό μετάβασης σύμφωνα με τον Arnold van Gennep χαρακτηρίζεται από τρία στάδια. Πρώτο είναι το στάδιο του «αποχωρισμού», κατά το οποίο το άτομο αποστασιοποιείται από το σύνολο όπου ανήκε ή την ταυτότητα που είχε ως τότε. Έπειτα το άτομο υπεισέρχεται σε μια διαδικασία «μετάβασης»από το προηγούμενο στάδιο της ζωής του στο νέο. Εν τέλει το άτομο βρίσκεται στο τρίτο στάδιο της «ενσωμάτωσης» ή «ένταξης», κατά τη διάρκεια του οποίου γίνεται μέλος του νέου τρόπου ζωής του.
Ο Αποσυμβολισμός
Οι άθλοι του Θησέα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως «μυητικά στάδια» που περνάει ο ήρωας στην πορεία του προς την «Θέωση». Οι άθλοι του Θησέα είναι εννέα. Εννέα διαρκούσαν οι ημέρες μυήσεως στα Ελευσίνια μυστήρια, καθώς το εννέα ως αριθμός, συμβολίζει το κλείσιμο ενός κύκλου και την αρχή κάποιας άλλης. Κάτι που φανερώνει και ο επόμενος αριθμός, το δέκα, που περιέχει την μονάδα και το μηδέν. Ας εξετάσουμε τους άθλους έναν προς ένα.
Στον δεύτερο άθλο, αντιμετωπίζει τον Σίνι γιο του Ποσειδώνα, κυρίαρχου των Θαλασσών (του αστρικού κόσμου και κόσμου των συναισθημάτων).Ο Σίνις χρησιμοποιεί δύο πεύκα. Τα δύο πεύκα συμβολίζουν τις δύο αντίθετες δυνάμεις που δρουν στο σύμπαν, και τον τρόπο που μπορεί ο απλός άνθρωπος να τις αντιληφθεί, το θετικό και το αρνητικό, το καλό και το καλό, το αρσενικό και το θηλυκό. Οι δύο αντίρροπες δυνάμεις που αποτυπώνονται στο Κηρύκιο του Ερμή, και στο γιν και γιανκ.
Στον τρίτο άθλο ο Θησέας σκοτώνει την γουρούνα Φαία (σκοτεινή) κόρη τεράτων, συμβολίζοντας την νίκη στα κατώτερα πάθη και στις υλικές εξαρτήσεις. Δεν είναι τυχαίο πως θυσίαζαν θηλυκούς χοίρους για εξιλέωση προς τιμήν της Δήμητρας και της Κόρης στα Ελευσίνια Μυστήρια, ούτε επίσης πως η Κίρκη μεταμόρφωνε σε χοίρους του συντρόφους του Οδυσσέα λόγω της βουλιμίας τους.
Στον τέταρτο άθλο αντιμετωπίζει τον Σκίρωνα.
Η νίκη επί του βάρβαρου πρωτόγονου σε ένστικτα πυγμάχου Κερκύωνα στον πέμπτο άθλο επιτυγχάνεται με την συμβολική «ανύψωση» του από το έδαφος. Ο μύστης πρέπει να «ανυψωθεί πνευματικά στον ανώτερο του εαυτό», κατακτώντας την ισορροπία και την αρμονία.
Στον έκτο άθλο αντιμετώπισε τον Προκρούστη, ο μύστης καλείται να αφήσει πίσω του όλα όσα τον δεσμεύουν στην πνευματική του εξέλιξη, ενώ στην καθημερινή ζωή του καλείται να εφαρμόσει την διδαχή «παν μέτρον άριστον».
Στoν έβδομο άθλο ο Θησέας αιχμαλώτισε τον ταύρο που είχε φέρει ο Ηρακλής στον Μαραθώνα ύστερα από εντολή του Μίνωα, τον οποίο θυσίασε στο βωμό του Ηλιακού Θεού Απόλλωνα που συμβολίζει την ακτινοβόλα όψη της ψυχής του. Αυτός ο άθλος θα πρέπει να ερμηνευτεί σε σχέση με τον όγδοο, καθώς τους συνδέει η πάλη ενάντια σε ταύρο. Ο Θησέας συμβολίζει τον συνειδητό εαυτό που είναι αρκετά δυνατός για να αντιμετωπίσει τα «θηρία», δηλαδή τα πρωτόγονα ένστικτα.
Χωρίς στη δύναμη «μετουσίωσης της συνείδησης» σε αυτό το μονοπάτι, ο μύστης κινδυνεύει να εγκλωβιστεί στις κατώτερες όψεις της δημιουργικότητας, που σχετίζονται με τη σεξουαλικότητα.
Η λέξη Λαβύρινθος προέρχεται από την λέξη «λάβρυς», που σημαίνει διπλός πέλεκυς. Ο διπλός πέλεκυς είναι επίσης ένα σεληνιακό σύμβολο.
Ο μίτος της Αριάδνης (Άρι= πολύ αδνή= αγνή σκέψη) εξασφαλίζει τον δρόμο της εξόδου στον Θησέα. Ίσως ο Κρητικός Λαβύρινθος να υπήρξε μια μυητική τελετή καθόδου και της επακόλουθης ανόδου από τον Κάτω Κόσμο, μια τελετουργική διαδικασία θανάτου και αναγέννησης. Ήταν εκείνη που οδηγούσε τον μυούμενο στον θάνατο και εκείνη που του δίδασκε τον τρόπο για να επιστρέψει!
Αυτό ίσως ενισχύεται από το γεγονός πως ο Μινώταυρος λεγόταν και Αστέριος. (Σε απεικονίσεις παρουσιάζεται με το σώμα του διάστικτο από άστρα).
Σκοτώνοντας ο Θησέας τον Μινώταυρο, νίκησε τον προηγούμενο «εαυτό του»και αφού πέρασε το κατώφλι του θανάτου, αντίκρισε τον Αστέριο, τον Θείο / Διονυσιακό αναγεννημένο στην υπέρτατη γνώση εαυτό του με τη μορφή του ουράνιου, συμπαντικού παιδιού. Έτσι -πάντα υπό την καθοδήγηση της Αριάδνης αναδύθηκε ένας νέος ολοκληρωμένος άνθρωπος.
Αφού ο Θησέας σκότωσε τον Μινώταυρο, πήρε μαζί του την Αριάδνη που τον βοήθησε, αλλά περνώντας από τη Νάξο την εγκαταλείπει, εφόσον εκεί τελείτα ι«Ιερός Γάμος» της Αριάδνης με τον Διόνυσο.
Ιστορικά είναι προφανές πως ο μύθος περιγράφει επίσης ένα μεταίχμιο εποχής, καθώς ο Μινώταυρος είναι εκπρόσωπος ενός μητριαρχικού και «χθόνιου» ιερατείου. Πεθαίνει από τον Θησέα, κομιστή του πατριαρχικού Ολύμπιου ιερατείου, και την θέση του παίρνει ο Θεός της έκστασης Διόνυσος που κάνει γυναίκα του την «αγνή κόρη-παρθένα». Ο Διόνυσος όμως είναι ταυτόχρονα και χθόνιος Θεός. Από τις πρώτες ζωομορφικές μορφές του Διονύσου την πρώτη θέση κατέχει ο Ταύρος. Στις «Βάκχες» ο Χορός τον αποκαλεί σαν ταύρο, και ο Πενθέας τον βλέπει να έρχεται σαν ταύρος.
Ο Ορφικός Διόνυσος είναι κάτοχος και φύλακας των μυστηρίων της ζωής και του θανάτου, το θείο πνεύμα σ’ εξέλιξη μέσα στο σύμπαν, η καρδιά του οποίου πρέπει να αναζητηθεί με σκοπό την αναγέννηση του ανθρώπινου πνεύματος και την εξάγνιση της ψυχής. Γι’ αυτό και επονομάζεται και «Ζαγρεύς», δηλαδή κυνηγός που «κυνηγάει» τις ψυχές και τις οδηγεί προς την έξοδο από το σώμα ώστε να φτάσουνε στη «Θέωση».
Στη λατρεία του Διόνυσου «Ζαγρέα» θυσίαζαν ταύρους, επειδή άρεσε στο θεό να μεταμορφώνεται σε ταύρο. Οι μύστες τρώγοντας τις ωμές σάρκες του ταύρου πίστευαν πως αφομοίωναν τη σάρκα του ίδιου του θεού και ότι έτσι έρχονταν σε απόλυτη επικοινωνία μαζί του. Μετά το θάνατό τους πίστευαν πως θα τους αναγνώριζε ο «Διόνυσος Ζαγρέας», και χάρη σ’ αυτόν θα ζούσαν σε άλλα σώματα, καθώς οι Ορφικοί πίστευαν στη μετεμψύχωση.
Στον ένατο και τελευταίο άθλο ο Θησέας κατεβαίνει στο Άδη. Είναι η απόλυτη στιγμή όπου με τον μυητικό θάνατο της προσωπικότητάς του, επιχειρείται η Ένωση με την Θεότητα, και η κατάλυση του θανάτου, καθώς αναγνωρίζει πως τίποτα στην πραγματικότητα δεν χάνεται. Πως τα πάντα είναι απλώς αλλαγή κατάστασης ή ενέργειας και μορφής. Είναι η στιγμή όπου τα πάντα «είναι ένα», το μέρος που όλα ενώνονται, όπου τίποτα δεν υφίσταται διαχωρισμένο ακόμα και η ψυχή. Είναι ο χρόνος και ο τόπος που ο ήρωας, ο μύστης ή φιλόσοφος αφού έχει νικήσει τα τρομερά τέρατα, έχει νικήσει το σκότος «βλέπει το φως του μεσονυκτίου».
Ο φωταγωγός, απ' όπου μπορούμε να καταδυθούμε στην «αληθινή Άβυσσο»,την ψυχή του ανθρώπου. Ο Πλούταρχος το περιγράφει στο έργο του Περί του Σωκράτους Δαιμονίου (590Β) :«Η ανθρώπινη Ψυχή προήλθε από τον θείο Νου. Ένα μέρος της , καθώς αναμιγνύεται με τα πάθη της ύλης, αλλοιώνεται, αλλά ένα άλλο θαυμάσιο μέρος της μας κρατάει ψηλά το κεφάλι, ώστε να αναπνέουμε τον ελεύθερο αέρα, σαν αεραγωγός επικοινωνών με το σκάφανδρο ανθρώπου που έχει καταδυθεί στον βυθό. Το μέρος εκείνο που βρίσκεται στο υποβρύχιο σώμα ονομάζεται Ψυχή.
Ο Θησέας στα Τάρταρα έχει παγιδευτεί στην λήθη. Αυτό είναι ένα επικίνδυνο ταξίδι διότι εάν ο άνθρωπος χάσει την ατομικότητα του, μπορεί να παγιδευτεί σε έναν άλλο κόσμο, ξεχνώντας τα εγκόσμια. Η μάχη πρέπει να δίνεται στον παρόντα χρόνο, αναζητώντας την αρμονία και την ισορροπία, ώστε να τιμούμε ισότιμα την ύλη αλλά και το πνεύμα. Για αυτό τον λόγο ο Ηρακλής με την μυϊκή δύναμη του, βοήθησε τον Θησέα να απεγκλωβιστεί από την λήθη, και τα δεσμά του θανάτου.
Αυτός που θα καταφέρει βρει την αρμονία και να εντοπίσει το «ιερό μέσα του» θα έχει κερδίσει την μάχη, θα έχει καταφέρει να ξεπεράσει τον κόσμο των σκιών και της αυταπάτης, θα έχει βγει από την σπηλιά του Πλάτωνα. Θα έχει επιτευχθεί ο στόχος της πνευματικής του ολοκλήρωσης.
Αυτή είναι η μυθολογική ιστορία του Θησέα, η οποία εάν εξηγηθεί αλληγορικά κατά το πρότυπο του Πλάτωνα και των Στωικών, μας αποκαλύπτει αρχετυπικές αλήθειες που συντροφεύουν τον άνθρωπο από την αρχή της ιστορίας του έως σήμερα.
Η Ερμηνεία των μύθων χρειάζεται μεγάλη προσοχή και ενέχει πολλούς κινδύνους παρερμηνείας. Η παρούσα προσπάθεια αποσυμβολισμού του μύθου, δεν διεκδικεί την ορθότητα ή την μοναδικότητα της ερμηνείας του. Το δόγμα εξάλλου δεν έχει θέση στην αναζήτηση της γνώσης και της ιστορίας. Το μόνο βέβαιο «μήνυμα» που οι ιστορίες αυτές μας μεταφέρουν είναι πώς κανένα δόγμα και κανένα τελετουργικό δεν μπορεί να μας οδηγήσει στην «αυτοπραγμάτωση», παρά μόνο η δική μας ειλικρινής «εσωτερική» προσπάθεια.
Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΗΡΩΑ
Στους ιστορικούς χρόνους, ο πρώτος που υπενθύμισε στους Αθηναίους το χρέος τους προς τον ήρωα ήταν ο Πεισίστρατος. Το 475 π.Χ., όταν ο Κίμων εξεστράτευσε κατά της Σκύρου και την κατέλαβε, άρχισε να ψάχνει όλο το νησί για να βρει τον τάφο του Θησέα. Είχε πια απελπιστεί, όταν είδε ξαφνικά έναν αετό να προσγειώνεται σε ένα λόφο, να τον σκαλίζει με τα νύχια του και να τον κτυπά με το ράμφος του. Ο Κίμων το θεώρησε θεϊκό σημάδι, έσκαψε εκεί και ανακάλυψε μία παλιά μεγάλη σαρκοφάγο και κοντά της την αιχμή μιας λόγχης και ένα ξίφος. Πίστεψε ότι ανήκαν στον Θησέα και τα μετέφερε με την τριήρη του στην Αθήνα.
Θησείο και ο Ναός του Ηφαίστου
Στην κορυφή του λόφου του Αγοραίου Κολωνού, που οριοθετεί την Αρχαία Αγορά των Αθηνών στη δυτική πλευρά, βρίσκεται ο ναός του Ηφαίστου, ευρύτερα γνωστός ως ''Θησείο''. Πρόκειται για έναν από τους καλύτερα διατηρημένους αρχαίους ναούς, γεγονός που οφείλεται εν μέρει και στη μετατροπή του σε χριστιανική εκκλησία. Σύμφωνα με τον περιηγητή Παυσανία (I, 14, 5-6), στο ναό λατρεύονταν από κοινού ο Ήφαιστος, προστάτης των μεταλλουργών, και η Αθηνά Εργάνη, προστάτρια των κεραμέων και της οικοτεχνίας.
Ο ναός διέθετε πρόναο και οπισθόδομο, δίστυλους εν παραστάσι. Εξωτερικά περιβαλλόταν από την περίσταση, μια δωρική κιονοστοιχία, με 6 κίονες στις στενές πλευρές και 13 στις μακρές. Ολόκληρο το οικοδόμημα, από την κρηπίδα έως και την οροφή, ήταν κατασκευασμένο από πεντελικό μάρμαρο, ενώ τα αρχιτεκτονικά γλυπτά που το κοσμούσαν ήταν από Παριανό μάρμαρο.
Κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους γύρω από το ναό φυτεύθηκαν θάμνοι ή μικρά δένδρα σε παράλληλες σειρές, μέσα σε γλάστρες, οι οποίες ήλθαν στο φως κατά τις ανασκαφές. Τον 7ο αι. μ.Χ. ο ναός μετατράπηκε σε εκκλησία του Αγίου Γεωργίου του Ακάμα και λειτούργησε έτσι έως την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Τούρκους.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΛΙΚΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου