Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΡΟΔΩΝ (1455 - 1487)
ΓΕΝΙΚΑ
Ο Πόλεμος των (δυο) Ρόδων ήταν ένας εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε στην Αγγλία για τη διαδοχή στο θρόνο από το 1455 μέχρι το 1485. Πήρε το όνομά του από τα εμβλήματα των δυο αντιμαχόμενων Οίκων, το λευκό ρόδο του Οίκου της Υόρκης και το κόκκινο ρόδο του Οίκου των Λάνκαστερ. Στις μάχες που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια του πολέμου, επικρατούσε πότε η μια ή η άλλη πλευρά, με άμεσες συνέπειες στους διαδόχους του θρόνου...
ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑ
Η ονομασία "Πόλεμος των Ρόδων" δε θεωρείται ότι χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά προέρχεται από τα εραλδικά σύμβολα των δυο βασιλικών οίκων της Υόρκης και του Λάνκαστερ. Ο όρος χρησιμοποιήθηκε ευρέως το 19ο αιώνα, μετά την έκδοση του μυθιστορήματος "Anne of Geierstein" του σερ Γουόλτερ Σκοτ. Ο Σκοτ βασίστηκε σε μια σκηνή από το θεατρικό έργο του Σαίξπηρ Ερρίκος ο ΣΤ΄, μέρος 1, όπου ένας απλός καυγάς ανάμεσα σε εκπροσώπους των δύο οίκων τους έκανε να φοράνε στο καπέλο τους αντίστοιχα ένα άσπρο ή ένα κόκκινο τριαντάφυλλο.
Αν και τα τριαντάφυλλα δε χρησιμοποιούνταν παρά λίγες μόνο φορές ως σύμβολα κατά τη διάρκεια του Πολέμου, οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες φορούσαν εμβλήματα, που σχετίζονταν με τον άμεσο φεουδάρχη άρχοντα ή προστάτη τους. Για παράδειγμα, οι δυνάμεις του Ερρίκου Ζ΄ στη μάχη του Μπόσγουορθ πολέμησαν με έμβλημα τον Κόκκινο Δράκο (βρίσκεται και στη σημαία της Ουαλίας), ενώ ο στρατός των Υορκιστών χρησιμοποίησε το προσωπικό έμβλημα του Ριχάρδου Γ΄, ένα λευκό κάπρο.
Ωστόσο, απόδειξη για τη σπουδαιότητα των συμβόλων των ρόδων αποτελεί το γεγονός ότι ο βασιλιάς Ερρίκος Ζ΄ της Αγγλίας επέλεξε στο τέλος του Πολέμου να συνδυάσει το κόκκινο και το λευκό ρόδο του κάθε οίκου για να δημιουργήσει το έμβλημα της δυναστείας των Τυδώρ.
Οι ονομασίες των οίκων δεν έχουν σχέση με τις πόλεις του Γιορκ και του Λάνκαστερ ή τις κομητείες Γιόρκσαϊρ και Λάνκασαϊρ, αν και στις μέρες μας, αθλητικές αναμετρήσεις μεταξύ των δυο κομητειών στο κρίκετ ή στο ράγκμπι συχνά χαρακτηρίζονται ως "Πόλεμος των Ρόδων". Στην πραγματικότητα, τα εδάφη του Δουκάτου των Λάνκαστερ βρίσκονταν κυρίως στο Γκλόστερσαϊρ, το Τσέσαϊρ και τη βόρεια Ουαλία, ενώ τα εδάφη και κάστρα του Δουκάτου της Υόρκης απλώνονταν σε όλη την Αγγλία, καθώς και στην Ουαλία.
ΑΜΦΙΣΒΗΤΟΥΜΕΝΗ ΔΙΑΔΟΧΗ
Ο ανταγωνισμός μεταξύ των δυο οίκων άρχισε με την ανατροπή του Ριχάρδου Β΄ από τον ξάδερφό του, Ερρίκο Δ', δούκα του Λάνκαστερ, το 1399. Ο Ριχάρδος Β' δεν ήταν δημοφιλής και οι περισσότεροι ευγενείς υποστήριξαν τον Ερρίκο.
Ο Ερρίκος Δ' ως απόγονος του Ιωάννη της Γάνδης, τρίτου γιου του Εδουάρδου Γ', είχε λιγότερα δικαιώματα στο θρόνο απ' ότι οι απόγονοι του δεύτερου γιου, Λάιονελ της Αμβέρσας. Ο άτεκνος Ριχάρδος Β' μάλιστα είχε ορίσει ως διάδοχό του τον εγγονό του Λάιονελ, Ρότζερ Μόρτιμερ, 4ο κόμη του Μαρτς ο οποίος όμως είχε πεθάνει τον προηγούμενο χρόνο και κανένας από τους ευγενείς δεν υποστήριξε ή υπερασπίστηκε τα δικαιώματα του γιου του, Έντμοντ Μόρτιμερ, στον θρόνο.
Την περίοδο που ακολούθησε την άνοδό του στο θρόνο ο Ερρίκος Δ' αντιμετώπισε κάποιες εξεγέρσεις στην Ουαλία, στο Τσέσαϊρ και στο Νορθάμπερλαντ, τις οποίες χρησιμοποίησε ο Μόρτιμερ για να διεκδικήσει τον θρόνο. Αν και με δυσκολία, οι εξεγέρσεις αντιμετωπίσθηκαν.
Ο Ερρίκος πέθανε το 1413. Ο γιος και διάδοχός του, Ερρίκος Ε΄ της Αγγλίας, κληρονόμησε ένα προσωρινά ειρηνικό βασίλειο. Ο Ερρίκος Ε΄ ήταν καλός στρατιώτης και η στρατιωτική του επιτυχία ενάντια στη Γαλλία κατά τον Εκατονταετή Πόλεμο αύξησε τη δημοφιλία του, δίνοντάς του την ευκαιρία να ισχυροποιήσει τη θέση των Λάνκαστερ στον Αγγλικό θρόνο.
Επί Ερρίκου Ε΄ έλαβε χώρα και η συνωμοσία του Σάουθαμπτον από τον Ριχάρδο, κόμη του Κέμπριτζ, γιο του τέταρτου γιου του Εδουάρδου Γ΄, Εδμόνδου του Λάνκλεϋ. Ο κόμης του Κέμπριτζ καταδικάστηκε για προδοσία και εκτελέστηκε το 1415 στην αρχή της εκστρατείας που οδήγησε στη μάχη του Αζινκούρ. Η σύζυγός του Άννα Μόρτιμερ διεκδικούσε επίσης το θρόνο καθώς ήταν κόρη του Ρότζερ Μόρτιμερ, απόγονου του Λάιονελ της Αμβέρσας ο οποίος ήταν γιος του Εδουάρδου Γ', και ο αδερφός της είχε πεθάνει άτεκνος.
Ο Ριχάρδος της Υόρκης, γιος του Ριχάρδου του Κέμπριτζ και της Άννας Μόρτιμερ, ήταν τεσσάρων ετών όταν εκτελέστηκε ο πατέρας του. Κέρδισε τον τίτλο του Δούκα της Υόρκης από τον θείο του, Εδουάρδο του Νόργουιτς, που σκοτώθηκε στη μάχη του Αζινκούρ. Αν και ο πατέρας του είχε στερηθεί των δικαιωμάτων του, ο Ερρίκος Ε΄ επέτρεψε στο Ριχάρδο να κληρονομήσει τον τίτλο και την περιουσία του θανόντος θείου του: έχοντας τρεις νεότερους αδερφούς και καθώς ήταν ακόμη στη νιότη του, ο Ερρίκος Ε΄ ήταν σίγουρος ότι τα δικαιώματα των Λάνκαστερ στο θρόνο ήταν ασφαλή.
Παρόλ' αυτά μετά το θάνατό του, ο γιός του Ερρίκος ΣΤ΄ της Αγγλίας αποδείχτηκε αδύναμος στην εξουσία και τα αδέρφια του δεν άφησαν νόμιμους απογόνους, με αποτέλεσμα διάδοχοι των Λάνκαστερ να υφίστανται μόνο μακρινά ξαδέρφια και συγγενείς από τον Οίκο των Μποφόρ και ο Ριχάρδος της Υόρκης να προβάλει σημαντικές διεκδικήσεις στο θρόνο.
ΠΡΩΤΗ ΜΑΧΗ ΣΤΟ ΣΕΝΤ ΟΛΜΠΑΝΣΟ Ριχάρδος της Υόρκης, γιος του Ριχάρδου του Κέμπριτζ και της Άννας Μόρτιμερ, ήταν τεσσάρων ετών όταν εκτελέστηκε ο πατέρας του. Κέρδισε τον τίτλο του Δούκα της Υόρκης από τον θείο του, Εδουάρδο του Νόργουιτς, που σκοτώθηκε στη μάχη του Αζινκούρ. Αν και ο πατέρας του είχε στερηθεί των δικαιωμάτων του, ο Ερρίκος Ε΄ επέτρεψε στο Ριχάρδο να κληρονομήσει τον τίτλο και την περιουσία του θανόντος θείου του: έχοντας τρεις νεότερους αδερφούς και καθώς ήταν ακόμη στη νιότη του, ο Ερρίκος Ε΄ ήταν σίγουρος ότι τα δικαιώματα των Λάνκαστερ στο θρόνο ήταν ασφαλή.
Παρόλ' αυτά μετά το θάνατό του, ο γιός του Ερρίκος ΣΤ΄ της Αγγλίας αποδείχτηκε αδύναμος στην εξουσία και τα αδέρφια του δεν άφησαν νόμιμους απογόνους, με αποτέλεσμα διάδοχοι των Λάνκαστερ να υφίστανται μόνο μακρινά ξαδέρφια και συγγενείς από τον Οίκο των Μποφόρ και ο Ριχάρδος της Υόρκης να προβάλει σημαντικές διεκδικήσεις στο θρόνο.
Ο δούκας της Υόρκης οδήγησε μια μικρή δύναμη προς το Λονδίνο και συνάντησε το στρατό του Ερρίκου στο Σεντ Όλμπανς, βόρεια του Λονδίνου, στις 22 Μαΐου 1455. Η σχετικά μικρή πρώτη μάχη του Σεντ Όλμπανς ήταν η πρώτη ανοιχτή αψιμαχία του εμφυλίου πολέμου. Στόχος του Ριχάρδου ήταν να απομακρύνει τους ανίκανους συμβούλους από το βασιλιά Ερρίκο. Το αποτέλεσμα της μάχης ήταν ήττα για τους Λάνκαστερ: εξέχοντες ηγέτες τους σκοτώθηκαν, όπως ο δούκας του Σόμερσετ και ο δούκας του Νορθάμπερλαντ.
Μετά τη μάχη, οι Υορκιστές βρήκαν τον Ερρίκο στη σκηνή του, εγκαταλελειμμένο από υπηρέτες και συμβούλους, πιθανότατα έχοντας άλλο ένα ξέσπασμα διανοητικής κατάρρευσης. Ο Ριχάρδος και οι σύμμαχοί του ξανακέρδισαν θέση επιρροής κι ο ίδιος ξανάγινε Λόρδος προστάτης, ενώ ο βασιλιάς Ερρίκος έμενε αμέτοχος και απρόθυμος και η Μαργαρίτα του Ανζού παραμερίστηκε, έχοντας ως καθήκον της τη φροντίδα του συζύγου της.
Για λίγο και οι δυο πλευρές φάνηκαν να εκπλήσσονται από το γεγονός ότι μια πραγματική μάχη είχε λάβει χώρα κι έκαναν το παν για να γεφυρώσουν τις διαφορές τους, αλλά σύντομα εμφανίστηκαν και πάλι προβλήματα, ιδιαίτερα για το αν διάδοχος στο θρόνο θα ήταν ο δούκας της Υόρκης ή ο γιος του Ερρίκου, Εδουάρδος του Γουέστμινστερ.
Το Φεβρουάριο του 1456, ο Ερρίκος ανένηψε και απομάκρυνε τον Ριχάρδο από τη θέση του Λόρδου Προστάτη. Ο Ερρίκος ταξίδεψε το φθινόπωρο στην Ουαλία και η Μαργαρίτα του Ανζού δεν του επέτρεψε να γυρίσει στο Λονδίνο, όπου οι έμποροι ήταν εκνευρισμένοι από την παρακμή του εμπορίου και τη γενικότερη αναστάτωση. Η αυλή του βασιλιά μεταφέρθηκε στο Κόβεντρι. Μέχρι τότε, ο νέος δούκας του Σόμερσετ ανήλθε ως ο νέος ευνοούμενος της βασιλικής αυλής. Η Μαργαρίτα έπεισε το σύζυγό της να αναιρέσει όσα είχε κάνει ο Ριχάρδος της Υόρκης ως Λόρδος Προστάτης, ο οποίος αναγκάστηκε να επιστρέψει στο αξίωμα του Υποδιοικητή στην Ιρλανδία.
Εν τω μεταξύ, αυξανόταν η αναστάτωση στην πρωτεύουσα και τη βόρεια Αγγλία, καθώς και η πειρατεία στα νότια παράλια, αλλά το βασιλικό ζεύγος επέμενε περισσότερο στο να προστατεύσει το ίδιο: η βασίλισσα εισήγαγε για πρώτη φορά στην Αγγλία το θεσμό της στρατολόγησης. Ταυτόχρονα, ο σύμμαχος του δούκα της Υόρκης, Ρίτσαρντ Νέβιλ, 16ος κόμης του Γουόρικ (ο λεγόμενος Kingmaker), αύξανε τη δημοτικότητά του στο Λονδίνο ως υπέρμαχος των εμπόρων.
Την άνοιξη του 1458, ο αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι προσπάθησε να συμφιλιώσει τους ευγενείς που βρίσκονταν σε μακροχρόνιους πολέμους μεταξύ τους. Στις 25 Μαρτίου, ανήμερα του Ευαγγελισμού, o βασιλιάς ηγήθηκε πομπής προς τον καθεδρικό του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο, όπου γινόταν Μεγάλο Συμβούλιο, με ευγενείς από τους οίκους Λάνκαστερ και Υόρκης να τον ακολουθούν χέρι-χέρι.
ΣΥΝΕΧΙΣΗ ΤΩΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ
Οι εχθροπραξίες ξανάρχισαν μετά τη μη εξουσιοδοτημένη επιστροφή του Δούκα της Υόρκης από την Ιρλανδία, ο οποίος κάλεσε τους Νέβιλ να συμπαραταχθούν μαζί του στο κάστρο του Λάντλοου. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1459, στη μάχη του Μπλορ Χιθ στο Στάφορντσαϊρ, ο στρατός των Λάνκαστερ δεν κατάφερε να εμποδίσει το Σάλσπουρι να προχωρήσει από το κάστρο του Μίντλχαμ (Γιόρκσαϊρ) στο Λάντλοου.
Για λίγο και οι δυο πλευρές φάνηκαν να εκπλήσσονται από το γεγονός ότι μια πραγματική μάχη είχε λάβει χώρα κι έκαναν το παν για να γεφυρώσουν τις διαφορές τους, αλλά σύντομα εμφανίστηκαν και πάλι προβλήματα, ιδιαίτερα για το αν διάδοχος στο θρόνο θα ήταν ο δούκας της Υόρκης ή ο γιος του Ερρίκου, Εδουάρδος του Γουέστμινστερ.
Το Φεβρουάριο του 1456, ο Ερρίκος ανένηψε και απομάκρυνε τον Ριχάρδο από τη θέση του Λόρδου Προστάτη. Ο Ερρίκος ταξίδεψε το φθινόπωρο στην Ουαλία και η Μαργαρίτα του Ανζού δεν του επέτρεψε να γυρίσει στο Λονδίνο, όπου οι έμποροι ήταν εκνευρισμένοι από την παρακμή του εμπορίου και τη γενικότερη αναστάτωση. Η αυλή του βασιλιά μεταφέρθηκε στο Κόβεντρι. Μέχρι τότε, ο νέος δούκας του Σόμερσετ ανήλθε ως ο νέος ευνοούμενος της βασιλικής αυλής. Η Μαργαρίτα έπεισε το σύζυγό της να αναιρέσει όσα είχε κάνει ο Ριχάρδος της Υόρκης ως Λόρδος Προστάτης, ο οποίος αναγκάστηκε να επιστρέψει στο αξίωμα του Υποδιοικητή στην Ιρλανδία.
Εν τω μεταξύ, αυξανόταν η αναστάτωση στην πρωτεύουσα και τη βόρεια Αγγλία, καθώς και η πειρατεία στα νότια παράλια, αλλά το βασιλικό ζεύγος επέμενε περισσότερο στο να προστατεύσει το ίδιο: η βασίλισσα εισήγαγε για πρώτη φορά στην Αγγλία το θεσμό της στρατολόγησης. Ταυτόχρονα, ο σύμμαχος του δούκα της Υόρκης, Ρίτσαρντ Νέβιλ, 16ος κόμης του Γουόρικ (ο λεγόμενος Kingmaker), αύξανε τη δημοτικότητά του στο Λονδίνο ως υπέρμαχος των εμπόρων.
Την άνοιξη του 1458, ο αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι προσπάθησε να συμφιλιώσει τους ευγενείς που βρίσκονταν σε μακροχρόνιους πολέμους μεταξύ τους. Στις 25 Μαρτίου, ανήμερα του Ευαγγελισμού, o βασιλιάς ηγήθηκε πομπής προς τον καθεδρικό του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο, όπου γινόταν Μεγάλο Συμβούλιο, με ευγενείς από τους οίκους Λάνκαστερ και Υόρκης να τον ακολουθούν χέρι-χέρι.
ΣΥΝΕΧΙΣΗ ΤΩΝ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΝ
Οι εχθροπραξίες ξανάρχισαν μετά τη μη εξουσιοδοτημένη επιστροφή του Δούκα της Υόρκης από την Ιρλανδία, ο οποίος κάλεσε τους Νέβιλ να συμπαραταχθούν μαζί του στο κάστρο του Λάντλοου. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1459, στη μάχη του Μπλορ Χιθ στο Στάφορντσαϊρ, ο στρατός των Λάνκαστερ δεν κατάφερε να εμποδίσει το Σάλσπουρι να προχωρήσει από το κάστρο του Μίντλχαμ (Γιόρκσαϊρ) στο Λάντλοου.
Λίγο αργότερα, οι συνδυασμένες δυνάμεις των Υορκιστών αντιμετώπισε το μεγαλύτερο στρατό των Λάνκαστερ στη μάχη του Λάντφορντ Μπριτζ. To άγημα του Γουόρικ από τη φρουρά του Καλαί αυτομόλησε στους Λάνκαστερ και οι ηγέτες των Υορκιστών τράπηκαν σε φυγή. Ο Ριχάρδος της Υόρκης επέστρεψε στην Ιρλανδία, ενώ ο μεγαλύτερος γιος του, Εδουάρδος, κόμης του Μαρτς, κατέφυγε στο Καλαί μαζί με τους Σάλσμπουρι και Γουόρικ.
Οι Λάνκαστερ επέστρεψαν εν πλήρη δυνάμει. Ο δούκας της Υόρκης και οι υποστηρικτές του κηρύχθηκαν προδότες και συνελήφθησαν. Μονάχα με μια επιτυχή εισβολή θα μπορούσαν να ανακτήσουν τους τίτλους και την περιουσία τους. Ο Σόμερσετ μετατέθηκε ως Κυβερνήτης του Καλαί. Οι προσπάθειές του για έξωση του Γουόρικ ήταν ανεπιτυχείς και οι Υορκιστές άρχισαν επιδρομές στις αγγλικές ακτές από το Καλαί, συμβάλλοντας ακόμα περισσότερο στο χάος και την αναρχία που επικρατούσε. Ο Γουόρικ μετέβη στην Ιρλανδία για περαιτέρω σχέδια με τον Ριχάρδο της Υόρκης, καταφέρνοντας να διαφύγει από το βασιλικό στόλο του δούκα του Έξετερ.
Τον Ιούνιο του 1460, οι προαναφερθέντες φυγάδες στο Καλαί εγκαταστάθηκαν γοργά στο Κεντ και στο Λονδίνο, όπου έτυχαν ευρείας υποστήριξης. Βάδισαν προς το βορρά, με την υποστήριξη επίσης ενός παπικού απεσταλμένου. Ο Ερρίκος έστειλε ένα στρατό νότια για να τους συναντήσει, ενώ η Μαργαρίτα του Ανζού έμεινε στο βορρά με τον Πρίγκιπα Εδουάρδο. Στη μάχη του Νορθάμπτον στις 10 Ιουλίου, ο στρατός των Υορκιστών νίκησε τους Λάνκαστερ, βοηθούμενοι από προδοσία στις τάξεις του βασιλιά. Για δεύτερη φορά κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο Βασιλιάς Ερρίκος βρέθηκε στη σκηνή του μόνος, εγκαταλελειμμένος από τη συνοδεία του, προφανώς έχοντας υποστεί κι άλλη νευρική κρίση. Οι Υορκιστές επέστρεψαν στο Λονδίνο αιχμαλωτίζοντάς τον.
ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ
Υπό τη σκιά της στρατιωτικής αυτής επιτυχίας, ο Ριχάρδος της Υόρκης διεκδίκησε το θρόνο, βασιζόμενος στη μη νομιμότητα της γραμμής των Λάνκαστερ. Έχοντας αφιχθεί στη βόρεια Ουαλία, αυτός και η σύζυγός του, Σεσίλ Νέβιλ, έφτασαν στο Λονδίνο με το εθιμοτυπικό που θα ταίριαζε σε ένα μονάρχη.
Οι Λάνκαστερ επέστρεψαν εν πλήρη δυνάμει. Ο δούκας της Υόρκης και οι υποστηρικτές του κηρύχθηκαν προδότες και συνελήφθησαν. Μονάχα με μια επιτυχή εισβολή θα μπορούσαν να ανακτήσουν τους τίτλους και την περιουσία τους. Ο Σόμερσετ μετατέθηκε ως Κυβερνήτης του Καλαί. Οι προσπάθειές του για έξωση του Γουόρικ ήταν ανεπιτυχείς και οι Υορκιστές άρχισαν επιδρομές στις αγγλικές ακτές από το Καλαί, συμβάλλοντας ακόμα περισσότερο στο χάος και την αναρχία που επικρατούσε. Ο Γουόρικ μετέβη στην Ιρλανδία για περαιτέρω σχέδια με τον Ριχάρδο της Υόρκης, καταφέρνοντας να διαφύγει από το βασιλικό στόλο του δούκα του Έξετερ.
Τον Ιούνιο του 1460, οι προαναφερθέντες φυγάδες στο Καλαί εγκαταστάθηκαν γοργά στο Κεντ και στο Λονδίνο, όπου έτυχαν ευρείας υποστήριξης. Βάδισαν προς το βορρά, με την υποστήριξη επίσης ενός παπικού απεσταλμένου. Ο Ερρίκος έστειλε ένα στρατό νότια για να τους συναντήσει, ενώ η Μαργαρίτα του Ανζού έμεινε στο βορρά με τον Πρίγκιπα Εδουάρδο. Στη μάχη του Νορθάμπτον στις 10 Ιουλίου, ο στρατός των Υορκιστών νίκησε τους Λάνκαστερ, βοηθούμενοι από προδοσία στις τάξεις του βασιλιά. Για δεύτερη φορά κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο Βασιλιάς Ερρίκος βρέθηκε στη σκηνή του μόνος, εγκαταλελειμμένος από τη συνοδεία του, προφανώς έχοντας υποστεί κι άλλη νευρική κρίση. Οι Υορκιστές επέστρεψαν στο Λονδίνο αιχμαλωτίζοντάς τον.
ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ
Υπό τη σκιά της στρατιωτικής αυτής επιτυχίας, ο Ριχάρδος της Υόρκης διεκδίκησε το θρόνο, βασιζόμενος στη μη νομιμότητα της γραμμής των Λάνκαστερ. Έχοντας αφιχθεί στη βόρεια Ουαλία, αυτός και η σύζυγός του, Σεσίλ Νέβιλ, έφτασαν στο Λονδίνο με το εθιμοτυπικό που θα ταίριαζε σε ένα μονάρχη.
Συγκλήθηκε το Αγγλικό Κοινοβούλιο κι όταν ο Ριχάρδος έφτασε στην αίθουσα, κατευθύνθηκε προς το θρόνο, περιμένοντας ενθάρρυνση και υποστήριξη από τους λόρδους. Αντ' αυτού, επικράτησε παγερή ησυχία και στο άκουσμα των διεκδικήσεών του, πολλοί ήταν αυτοί που εξεπλάγησαν. Σε αυτό το στάδιο, δεν επιθυμούσαν την ανατροπή του βασιλιά Ερρίκου, παρά μόνο την απομάκρυνση των κακών συμβούλων του.
Την επόμενη ημέρα, ο δούκας της Υόρκης παρουσίασε ένα αναλυτικό γενεαλογικό δέντρο, προκειμένου να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς του για την καταγωγή του από το Λάιονελ της Αμβέρσας, γιο του Εδουάρδου Γ΄ της Αγγλίας. Τότε, αντιμετωπίστηκε με μεγαλύτερη κατανόηση: το Κοινοβούλιο συμφώνησε να εξετάσει το ζήτημα και δέχτηκε ότι ο Ριχάρδος είχε περισσότερα δικαιώματα στο θρόνο, αλά με πλειοψηφία ψηφίστηκε η παραμονή του Ερρίκου ως βασιλιά.
Τον Οκτώβριο του 1460, έγινε συμβιβασμός με την Πράξη Συμφωνίας, η οποία αναγνώριζε το Ριχάρδο ως διάδοχο του Ερρίκου, παραμερίζοντας τον εξάχρονο πρίγκιπα Εδουάρδο του Γουέστμινστερ. Ο δούκας της Υόρκης αποδέχτηκε τη συμφωνία αυτή, καθώς ήταν η καλύτερη προσφορά που μπορούσε να έχει, ειδικά γιατί γινόταν Λόρδος Προστάτης του βασιλείου και μπορούσε να κυβερνήσει στο όνομα του Ερρίκου.
Την επόμενη ημέρα, ο δούκας της Υόρκης παρουσίασε ένα αναλυτικό γενεαλογικό δέντρο, προκειμένου να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς του για την καταγωγή του από το Λάιονελ της Αμβέρσας, γιο του Εδουάρδου Γ΄ της Αγγλίας. Τότε, αντιμετωπίστηκε με μεγαλύτερη κατανόηση: το Κοινοβούλιο συμφώνησε να εξετάσει το ζήτημα και δέχτηκε ότι ο Ριχάρδος είχε περισσότερα δικαιώματα στο θρόνο, αλά με πλειοψηφία ψηφίστηκε η παραμονή του Ερρίκου ως βασιλιά.
Τον Οκτώβριο του 1460, έγινε συμβιβασμός με την Πράξη Συμφωνίας, η οποία αναγνώριζε το Ριχάρδο ως διάδοχο του Ερρίκου, παραμερίζοντας τον εξάχρονο πρίγκιπα Εδουάρδο του Γουέστμινστερ. Ο δούκας της Υόρκης αποδέχτηκε τη συμφωνία αυτή, καθώς ήταν η καλύτερη προσφορά που μπορούσε να έχει, ειδικά γιατί γινόταν Λόρδος Προστάτης του βασιλείου και μπορούσε να κυβερνήσει στο όνομα του Ερρίκου.
ΟΙ ΛΑΝΚΑΣΤΕΡ ΑΝΤΕΠΙΤΙΘΕΝΤΑΙ
Η βασίλισσα Μαργαρίτα του Ανζού κατέφυγε στη βόρεια Ουαλία, ενώ πολλοί ευγενείς, υποστηρικτές του Οίκου, συγκέντρωναν στρατό στη βόρεια Αγγλία. Ο Δούκας της Υόρκης έφυγε από το Λονδίνο για να σταθεροποιήσει τη θέση του στο βορρά ενάντια στους Λάνκαστερ που μαζεύονταν στην πόλη του Γιορκ. Έλαβε αμυντική θέση στο Κάστρο του Σάνταλ κοντά στο Γουέικφιλντ τα Χριστούγεννα του 1460.
Στις 30 Δεκεμβρίου, οι δυνάμεις του επιτέθηκαν στ' ανοιχτά στους Λάνκαστερ, αν και ήταν λιγότεροι απ' αυτούς. Η μάχη του Γουέικφιλντ έληξε με τελειωτική νίκη των Λάνκαστερ. Ο Ριχάρδος της Υόρκης σκοτώθηκε στη μάχη, ενώ κι ο Σάλσμπουρι και ο 17χρονος γιος του Ριχάρδου, Εδμόνδος του Ρούτλαντ, αιχμαλωτίστηκαν κι εκτελέστηκαν. Η βασίλισσα Μαργαρίτα διέταξε τα κεφάλια και των τριών να τοποθετηθούν στις πύλες του Γιορκ.
Η βασίλισσα Μαργαρίτα εν τω μεταξύ είχε ταξιδέψει στη Σκωτία για να ζητήσει βοήθεια. Η Μαρία του Γκέλντερς, βασίλισσα του Ιακώβου Β΄ της Σκωτίας, συμφώνησε να της παραχωρήσει ένα στρατό, με τον όρο να παραχωρήσει την πόλη Μπέργουικ στη Σκωτία και η κόρη της να αρραβωνιαστεί τον πρίγκιπα Εδουάρδο. Η Μαργαρίτα συμφώνησε, αν και δεν είχε χρήματα να καλύψει τα έξοδα του στρατού της και μπορούσε μονάχα να υποσχεθεί λάφυρα από τα πλούτη της νότιας Αγγλίας, αρκεί οι λεηλασίες να γίνονταν νότια του ποταμού Τρεντ.
Η Πράξη Συμφωνίας και τα γεγονότα στο Γουέικφιλντ έδωσαν στον 18οχρονο Εδουάρδο, κόμη του Μαρτς, μεγαλύτερο γιο του Ριχάρδου, τον τίτλο του Δούκα της Υόρκης και του κληρονόμου του θρόνου. Συνάντησε το στρατό των Λάνκαστερ υπό τον Τζάσπερ Τυδώρ που κατέφτανε από την Ουαλία και τον νίκησε στη μάχη του Μόρτιμερ Κρος στο Χέρφορντσαϊρ. Ενέπνευσε τους άνδρες του με το όραμα των τριών ήλιων την αυγή, ένα φαινόμενο γνωστό με τον όρο παρήλιο, ερμηνεύοντάς το ως σημάδι νίκης που συμβόλιζε τους τρεις επιζώντες γιους του Ριχάρδου: τον ίδιο, το Γεώργιο και το Ριχάρδο.
Ο στρατός της Μαργαρίτας κινούνταν νότια, λεηλατώντας τον πλούσιο αγγλικό νότο. Στο Λονδίνο, ο Γουόρικ το χρησιμοποίησε ως προπαγάνδα για να ενισχύσει την υποστήριξη στον οίκο της Υόρκης στο νότο: για παράδειγμα, η πόλη του Κόβεντρι ορκίστηκε πίστη στους Υορκιστές. Ο στρατός του Γουόρικ εγκαταστάθηκε νότια της πόλης του Σεντ Όλμπανς για να εμποδίσει το κεντρικό πέρασμα από το βορρά, αλλά ο στρατός της Μαργαρίτας εισέβαλε από δυτικά και επιτέθηκε από πίσω στο στρατό του Γουόρικ. Οι Λάνκαστερ νίκησαν και πάλι στη δεύτερη μάχη του Αγίου Αλβανού: οι Υορκιστές τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας πίσω το Βασιλιά Ερρίκο, που βρέθηκε να κάθεται απείραχτος σε ένα δέντρο.
ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΤΑΟΥΤΟΝ ΚΑΙ ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥ ΤΗΣ ΥΟΡΚΗΣ
O Εδουάρδος Δ΄ δεν μπορούσε πλέον να ισχυρίζεται ότι ήθελε απλά να "γλιτώσει" το βασιλιά από τους κακούς συμβούλους του. Η όλη διαμάχη είχε μετατραπεί σε έναν πόλεμο για το στέμμα. Όταν ο Επίσκοπος του Λονδίνου ζήτησε από το λαό της πόλης τη γνώμη του, κραύγασαν υπέρ του "βασιλιά Εδουάρδου". Γρήγορα επικυρώθηκε από το Κοινοβούλιο κι ο Εδουάρδος στέφθηκε ανεπίσημα στο αββαείο του Γουέστμινστερ, αν κι ο ίδιος υποσχέθηκε ότι δε θα προέβαινε σε επίσημη ενθρόνιση, μέχρι ο Ερρίκος και η Μαργαρίτα να εξορίζονταν ή να εκτελούνταν.
Ο Εδουάρδος και ο Γουόρικ προχώρησαν βόρεια, συγκεντρώνοντας έναν τεράστιο στρατό, που αντιμετώπισε έναν επίσης μεγάλο αριθμό υποστηρικτών των Λάνκαστερ στο Τάουτον. Η μάχη του Τάουτον ήταν η μεγαλύτερη του Πολέμου των Ρόδων, ενώ κράτησε μόλις μια μέρα, όπως είχε συμφωνηθεί μεταξύ των δυο αντιπάλων. Νίκησαν οι Υορκιστές και πολλοί ηγέτες των Λάνκαστερ σκοτώθηκαν. Το βασιλικό ζεύγος και ο πρίγκιπας Εδουάρδος κατέφυγαν στο βορρά, μαθαίνοντας το αποτέλεσμα της μάχης.
Όσοι από τους Λάνκαστερ επέζησαν, ορκίστηκαν πίστη στο βασιλιά Εδουάρδο, ενώ όσοι δεν το έκαναν διώχθηκαν προς τα βόρεια σύνορα και κάστρα στην Ουαλία. Ο Εδουάρδος Δ΄ κατέλαβε την Υόρκη και αντικατέστησε τα κεφάλια του πατέρα του, του αδερφού του και του Σάλσμπουρι με αυτά ηττημένων λόρδων των Λάνκαστερ, όπως του Βαρόνου Τζον Κλίφορντ, που είχε κατηγορηθεί για την εκτέλεση του αδερφού του Εδουάρδου, Εδμόνδου του Ρούτλαντ, μετά τη μάχη του Γουέικφιλντ.
Η ΑΝΤΑΡΣΙΑ ΤΟΥ ΓΟΥΟΡΙΚ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΡΡΙΚΟΥ ΣΤ'
Ο πανίσχυρος Ρίτσαρντ Νέβιλ, 16ος κόμης του Γουόρικ είχε εν τω μεταξύ εξελιχθεί στο μεγαλύτερο ιδιοκτήτη γης στην Αγγλία, καθώς κατείχε την περιουσία της συζύγου του, είχε κληρονομήσει τα κτήματα του πατέρα του και του είχαν αποδοθεί αρκετές περιουσίες των Λάνκαστερ που είχαν παραδοθεί. Παράλληλα, είχε και πολλά κρατικά αξιώματα. Ήταν υπέρ της ειρήνης και συμμαχίας με τη Γαλλία, στα πλαίσια του 100ετούς πολέμου, και διαπραγματευόταν για το γάμο του βασιλιά Εδουάρδου με Γαλλίδα νύφη. Ωστόσο, ο Εδουάρδος είχε παντρευτεί την Ελισάβετ Γούντβιλ στα κρυφά το 1464 και το ανακοίνωσε αργότερα ως τετελεσμένο γεγονός, κάτι που έφερε μεγάλη δυσφορία στον Γουόρικ.
Η δυσφορία έγινε ακόμη μεγαλύτερη, όταν η οικογένεια Γούντβιλ ευνοούνταν πολύ περισσότερο στην αυλή από τους Νέβιλ. Πολλοί συγγενείς της βασίλισσας έκαναν γάμους με ευγενείς οικογένειες και σε άλλους δόθηκαν τίτλοι ευγενείας ή βασιλικά αξιώματα. Επίσης, ο Εδουάρδος προτίμησε να συνάψει συμμαχία με τη Βουργουνδία παρά με τη Γαλλία, ενώ φάνηκε διστακτικός να παντρέψει τα αδέρφια του, Γεώργιο του Κλάρενς και Ριχάρδο του Γκλόστερ, με τις κόρες του Γουόρικ, Ισαβέλλα και Άννα. Εν τέλει, η δημοτικότητά του έφθινε αυτή την περίοδο, λόγω της υψηλής φορολογίας και διατάραξης του νόμου και της τάξης.
Η βασίλισσα Μαργαρίτα εν τω μεταξύ είχε ταξιδέψει στη Σκωτία για να ζητήσει βοήθεια. Η Μαρία του Γκέλντερς, βασίλισσα του Ιακώβου Β΄ της Σκωτίας, συμφώνησε να της παραχωρήσει ένα στρατό, με τον όρο να παραχωρήσει την πόλη Μπέργουικ στη Σκωτία και η κόρη της να αρραβωνιαστεί τον πρίγκιπα Εδουάρδο. Η Μαργαρίτα συμφώνησε, αν και δεν είχε χρήματα να καλύψει τα έξοδα του στρατού της και μπορούσε μονάχα να υποσχεθεί λάφυρα από τα πλούτη της νότιας Αγγλίας, αρκεί οι λεηλασίες να γίνονταν νότια του ποταμού Τρεντ.
Η Πράξη Συμφωνίας και τα γεγονότα στο Γουέικφιλντ έδωσαν στον 18οχρονο Εδουάρδο, κόμη του Μαρτς, μεγαλύτερο γιο του Ριχάρδου, τον τίτλο του Δούκα της Υόρκης και του κληρονόμου του θρόνου. Συνάντησε το στρατό των Λάνκαστερ υπό τον Τζάσπερ Τυδώρ που κατέφτανε από την Ουαλία και τον νίκησε στη μάχη του Μόρτιμερ Κρος στο Χέρφορντσαϊρ. Ενέπνευσε τους άνδρες του με το όραμα των τριών ήλιων την αυγή, ένα φαινόμενο γνωστό με τον όρο παρήλιο, ερμηνεύοντάς το ως σημάδι νίκης που συμβόλιζε τους τρεις επιζώντες γιους του Ριχάρδου: τον ίδιο, το Γεώργιο και το Ριχάρδο.
Ο στρατός της Μαργαρίτας κινούνταν νότια, λεηλατώντας τον πλούσιο αγγλικό νότο. Στο Λονδίνο, ο Γουόρικ το χρησιμοποίησε ως προπαγάνδα για να ενισχύσει την υποστήριξη στον οίκο της Υόρκης στο νότο: για παράδειγμα, η πόλη του Κόβεντρι ορκίστηκε πίστη στους Υορκιστές. Ο στρατός του Γουόρικ εγκαταστάθηκε νότια της πόλης του Σεντ Όλμπανς για να εμποδίσει το κεντρικό πέρασμα από το βορρά, αλλά ο στρατός της Μαργαρίτας εισέβαλε από δυτικά και επιτέθηκε από πίσω στο στρατό του Γουόρικ. Οι Λάνκαστερ νίκησαν και πάλι στη δεύτερη μάχη του Αγίου Αλβανού: οι Υορκιστές τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας πίσω το Βασιλιά Ερρίκο, που βρέθηκε να κάθεται απείραχτος σε ένα δέντρο.
ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΤΑΟΥΤΟΝ ΚΑΙ ΘΡΙΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥ ΤΗΣ ΥΟΡΚΗΣ
O Εδουάρδος Δ΄ δεν μπορούσε πλέον να ισχυρίζεται ότι ήθελε απλά να "γλιτώσει" το βασιλιά από τους κακούς συμβούλους του. Η όλη διαμάχη είχε μετατραπεί σε έναν πόλεμο για το στέμμα. Όταν ο Επίσκοπος του Λονδίνου ζήτησε από το λαό της πόλης τη γνώμη του, κραύγασαν υπέρ του "βασιλιά Εδουάρδου". Γρήγορα επικυρώθηκε από το Κοινοβούλιο κι ο Εδουάρδος στέφθηκε ανεπίσημα στο αββαείο του Γουέστμινστερ, αν κι ο ίδιος υποσχέθηκε ότι δε θα προέβαινε σε επίσημη ενθρόνιση, μέχρι ο Ερρίκος και η Μαργαρίτα να εξορίζονταν ή να εκτελούνταν.
Ο Εδουάρδος και ο Γουόρικ προχώρησαν βόρεια, συγκεντρώνοντας έναν τεράστιο στρατό, που αντιμετώπισε έναν επίσης μεγάλο αριθμό υποστηρικτών των Λάνκαστερ στο Τάουτον. Η μάχη του Τάουτον ήταν η μεγαλύτερη του Πολέμου των Ρόδων, ενώ κράτησε μόλις μια μέρα, όπως είχε συμφωνηθεί μεταξύ των δυο αντιπάλων. Νίκησαν οι Υορκιστές και πολλοί ηγέτες των Λάνκαστερ σκοτώθηκαν. Το βασιλικό ζεύγος και ο πρίγκιπας Εδουάρδος κατέφυγαν στο βορρά, μαθαίνοντας το αποτέλεσμα της μάχης.
Όσοι από τους Λάνκαστερ επέζησαν, ορκίστηκαν πίστη στο βασιλιά Εδουάρδο, ενώ όσοι δεν το έκαναν διώχθηκαν προς τα βόρεια σύνορα και κάστρα στην Ουαλία. Ο Εδουάρδος Δ΄ κατέλαβε την Υόρκη και αντικατέστησε τα κεφάλια του πατέρα του, του αδερφού του και του Σάλσμπουρι με αυτά ηττημένων λόρδων των Λάνκαστερ, όπως του Βαρόνου Τζον Κλίφορντ, που είχε κατηγορηθεί για την εκτέλεση του αδερφού του Εδουάρδου, Εδμόνδου του Ρούτλαντ, μετά τη μάχη του Γουέικφιλντ.
Η ΑΝΤΑΡΣΙΑ ΤΟΥ ΓΟΥΟΡΙΚ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΕΡΡΙΚΟΥ ΣΤ'
Ο πανίσχυρος Ρίτσαρντ Νέβιλ, 16ος κόμης του Γουόρικ είχε εν τω μεταξύ εξελιχθεί στο μεγαλύτερο ιδιοκτήτη γης στην Αγγλία, καθώς κατείχε την περιουσία της συζύγου του, είχε κληρονομήσει τα κτήματα του πατέρα του και του είχαν αποδοθεί αρκετές περιουσίες των Λάνκαστερ που είχαν παραδοθεί. Παράλληλα, είχε και πολλά κρατικά αξιώματα. Ήταν υπέρ της ειρήνης και συμμαχίας με τη Γαλλία, στα πλαίσια του 100ετούς πολέμου, και διαπραγματευόταν για το γάμο του βασιλιά Εδουάρδου με Γαλλίδα νύφη. Ωστόσο, ο Εδουάρδος είχε παντρευτεί την Ελισάβετ Γούντβιλ στα κρυφά το 1464 και το ανακοίνωσε αργότερα ως τετελεσμένο γεγονός, κάτι που έφερε μεγάλη δυσφορία στον Γουόρικ.
Η δυσφορία έγινε ακόμη μεγαλύτερη, όταν η οικογένεια Γούντβιλ ευνοούνταν πολύ περισσότερο στην αυλή από τους Νέβιλ. Πολλοί συγγενείς της βασίλισσας έκαναν γάμους με ευγενείς οικογένειες και σε άλλους δόθηκαν τίτλοι ευγενείας ή βασιλικά αξιώματα. Επίσης, ο Εδουάρδος προτίμησε να συνάψει συμμαχία με τη Βουργουνδία παρά με τη Γαλλία, ενώ φάνηκε διστακτικός να παντρέψει τα αδέρφια του, Γεώργιο του Κλάρενς και Ριχάρδο του Γκλόστερ, με τις κόρες του Γουόρικ, Ισαβέλλα και Άννα. Εν τέλει, η δημοτικότητά του έφθινε αυτή την περίοδο, λόγω της υψηλής φορολογίας και διατάραξης του νόμου και της τάξης.
Μέχρι το 1469, ο κόμης του Γουόρικ συμμάχησε με το ζηλόφθονο Γεώργιο του Κλάρενς. Συγκέντρωσαν στρατό και νίκησαν τις δυνάμεις του βασιλιά στη μάχη του Έτζκοτ Μουρ. Ο Εδουάρδος αιχμαλωτίστηκε στο Όλνεϊ και φυλακίστηκε στο Κάστρο του Μίντλχαμ στο Γιόρκσαϊρ. Ο Γουόρικ έδωσε εντολή για την εκτέλεση του πατέρα και του αδερφού της βασίλισσας Ελισάβετ Γούντβιλ, ενώ παράλληλα η χώρα βρέθηκε και πάλι σε αναβρασμό και οι Λάνκαστερ βρήκαν την ευκαιρία να επαναστατήσουν.
Κάποιες εξεγέρσεις σημειώθηκαν επίσης στο Λίνκολνσαϊρ, αλλά ο Εδουάρδος τις κατέπνιξε εύκολα στη μάχη του Λόουζκοτ. Ο κόμης του Γουόρικ και ο Γεώργιος του Κλάρενς ανακηρύχθηκαν προδότες και αναγκάστηκαν να καταφύγουν στη Γαλλία, όπου βρισκόταν ήδη εξόριστη η Μαργαρίτα του Ανζού.
Ο Λουδοβίκος ΙΑ΄ της Γαλλίας πρότεινε τη συμμαχία μεταξύ κόμη του Γουόρικ και Μαργαρίτας. Και οι δυο αρχικά, θανάσιμοι εχθροί μέχρι τότε, δεν βρήκαν ιδιαίτερα ελκυστική την ιδέα, ωστόσο αντιλήφθηκαν στην συνέχεια τα οφέλη από κάτι τέτοιο, αν και ήλπιζαν ο καθένας σε κάτι διαφορετικό: ο Γουόρικ για έναν βασιλιά-μαριονέτα π.χ. τον Ερρίκο ΣΤ΄ ή το γιο του, Εδουάρδο, ενώ η Μαργαρίτα θα κατάφερνε να διεκδικήσει και πάλι το θρόνο της οικογένειάς της. Έτσι, κανονίστηκε ο γάμος μεταξύ της Άννας Νέβιλ, κόρης του Γουόρικ, και του Εδουάρδου, γιου του Ερρίκου.
Ο κόμης του Γουόρικ εισέβαλε στην Αγγλία το φθινόπωρο του 1470. Κατέλαβε το Λονδίνο τον Οκτώβριο και ο Ερρίκος ΣΤ΄ παρήλασε στους δρόμους της πόλης ως ο βασιλιάς που αποκαταστάθηκε και πάλι στο θρόνο του. Ο Εδουάρδος Δ΄ της Αγγλίας βρέθηκε απροετοίμαστος για ένα τέτοιο γεγονός, διέταξε τη διάλυση του στρατού του και μαζί με το Ριχάρδο του Γκλόστερ, τον αδερφό του, τράπηκαν σε φυγή προς τις ακτές, μετά στην Ολλανδία κι έπειτα σε εξορία στη Βουργουνδία. Ανακηρύχθηκαν προδότες και πολλοί εξόριστοι υποστηρικτές των Λάνκαστερ επέστρεψαν για να διεκδικήσουν τις περιουσίες τους.
Η επιτυχία του κόμη του Γουόρικ, ωστόσο δεν κράτησε για πολύ, καθώς υπερεκτίμησε το σχέδιό του να εισβάλει στη Βουργουνδία συμμαχώντας με το βασιλιά Λουδοβίκο ΙΑ΄ της Γαλλίας, έχοντας μπει σε πειρασμό από την υπόσχεση του τελευταίου να του δώσει ως δώρο τις Κάτω Χώρες. Η απειλή αυτή ώθησε τον Κάρολο της Βουργουνδίας, κουνιάδο του Εδουάρδου Δ΄, να του παραχωρήσει χρηματικούς και στρατιωτικούς πόρους για να εισβάλει στην Αγγλία το 1471.
Κάποιες εξεγέρσεις σημειώθηκαν επίσης στο Λίνκολνσαϊρ, αλλά ο Εδουάρδος τις κατέπνιξε εύκολα στη μάχη του Λόουζκοτ. Ο κόμης του Γουόρικ και ο Γεώργιος του Κλάρενς ανακηρύχθηκαν προδότες και αναγκάστηκαν να καταφύγουν στη Γαλλία, όπου βρισκόταν ήδη εξόριστη η Μαργαρίτα του Ανζού.
Ο Λουδοβίκος ΙΑ΄ της Γαλλίας πρότεινε τη συμμαχία μεταξύ κόμη του Γουόρικ και Μαργαρίτας. Και οι δυο αρχικά, θανάσιμοι εχθροί μέχρι τότε, δεν βρήκαν ιδιαίτερα ελκυστική την ιδέα, ωστόσο αντιλήφθηκαν στην συνέχεια τα οφέλη από κάτι τέτοιο, αν και ήλπιζαν ο καθένας σε κάτι διαφορετικό: ο Γουόρικ για έναν βασιλιά-μαριονέτα π.χ. τον Ερρίκο ΣΤ΄ ή το γιο του, Εδουάρδο, ενώ η Μαργαρίτα θα κατάφερνε να διεκδικήσει και πάλι το θρόνο της οικογένειάς της. Έτσι, κανονίστηκε ο γάμος μεταξύ της Άννας Νέβιλ, κόρης του Γουόρικ, και του Εδουάρδου, γιου του Ερρίκου.
Ο κόμης του Γουόρικ εισέβαλε στην Αγγλία το φθινόπωρο του 1470. Κατέλαβε το Λονδίνο τον Οκτώβριο και ο Ερρίκος ΣΤ΄ παρήλασε στους δρόμους της πόλης ως ο βασιλιάς που αποκαταστάθηκε και πάλι στο θρόνο του. Ο Εδουάρδος Δ΄ της Αγγλίας βρέθηκε απροετοίμαστος για ένα τέτοιο γεγονός, διέταξε τη διάλυση του στρατού του και μαζί με το Ριχάρδο του Γκλόστερ, τον αδερφό του, τράπηκαν σε φυγή προς τις ακτές, μετά στην Ολλανδία κι έπειτα σε εξορία στη Βουργουνδία. Ανακηρύχθηκαν προδότες και πολλοί εξόριστοι υποστηρικτές των Λάνκαστερ επέστρεψαν για να διεκδικήσουν τις περιουσίες τους.
Η επιτυχία του κόμη του Γουόρικ, ωστόσο δεν κράτησε για πολύ, καθώς υπερεκτίμησε το σχέδιό του να εισβάλει στη Βουργουνδία συμμαχώντας με το βασιλιά Λουδοβίκο ΙΑ΄ της Γαλλίας, έχοντας μπει σε πειρασμό από την υπόσχεση του τελευταίου να του δώσει ως δώρο τις Κάτω Χώρες. Η απειλή αυτή ώθησε τον Κάρολο της Βουργουνδίας, κουνιάδο του Εδουάρδου Δ΄, να του παραχωρήσει χρηματικούς και στρατιωτικούς πόρους για να εισβάλει στην Αγγλία το 1471.
Πράγματι, ο Εδουάρδος αφίχθη στις ακτές του Γιόρκσαϊρ, ισχυριζόμενος αρχικά ότι ήθελε να υποστηρίξει τον Ερρίκο και να αποκαταστήσει μονάχα τον τίτλο του ως δούκας της Υόρκης. Έτσι, κατέλαβε την Υόρκη και στη συνέχεια το Λονδίνο. Τελικά, νίκησε το στρατό του Γουόρικ στη μάχη του Μπάρνετ, όπου ο Γουόρικ σκοτώθηκε και ο στρατός του τράπηκε σε φυγή, καθώς νόμιζαν ότι είχαν προδοθεί, λόγω του ότι υπήρχε πυκνή ομίχλη και επιτίθεντο ο ένας στον άλλο.
Η Μαργαρίτα του Ανζού κι ο γιος της, Εδουάρδος, ενώθηκαν με υποστηρικτές των Λάνκαστερ στην Ουαλία, αλλά εμποδίστηκαν από την πόλη του Γκλόστερ να προχωρήσουν πέρα από τον ποταμό Σέβερν. Ο στρατός της Μαργαρίτας υπό τον Εδμόνδο Μπωφόρ, 4ο δούκα του Σόμερσετ, ηττήθηκε στη μάχη του Τιούκσμπερι. Ο πρίγκιπας Εδουάρδος σκοτώθηκε, ενώ ο Ερρίκος ΣΤ΄ χωρίς διάδοχο πλέον δολοφονήθηκε στις 14 Μαΐου 1471, ενισχύοντας έτσι τους Υορκιστές στο θρόνο.
Η Μαργαρίτα του Ανζού κι ο γιος της, Εδουάρδος, ενώθηκαν με υποστηρικτές των Λάνκαστερ στην Ουαλία, αλλά εμποδίστηκαν από την πόλη του Γκλόστερ να προχωρήσουν πέρα από τον ποταμό Σέβερν. Ο στρατός της Μαργαρίτας υπό τον Εδμόνδο Μπωφόρ, 4ο δούκα του Σόμερσετ, ηττήθηκε στη μάχη του Τιούκσμπερι. Ο πρίγκιπας Εδουάρδος σκοτώθηκε, ενώ ο Ερρίκος ΣΤ΄ χωρίς διάδοχο πλέον δολοφονήθηκε στις 14 Μαΐου 1471, ενισχύοντας έτσι τους Υορκιστές στο θρόνο.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΔΟΥΚΑ ΤΟΥ ΜΠΑΚΙΓΧΑΜ
Αντίθεση στην εξουσία του Ριχάρδου Γ΄ είχε ήδη εμφανιστεί στο νότο, όταν στις 18 Οκτωβρίου ο Ερρίκος του Στάφορντ, 2ος δούκας του Μπάκιγχαμ, ηγήθηκε μιας εξέγερσης με σκοπό την άνοδο στο θρόνο του Ερρίκου Τυδώρ των Λάνκαστερ. Πολλοί ευγενείς αντιτέθηκαν επίσης στο Ριχάρδο, λόγω του τρόπου με τον οποίο χειρίστηκε το ζήτημα της μη νόμιμης διαδοχής των απογόνων του Εδουάρδου Δ΄, καθώς και λόγω του ότι θεωρούσαν ότι υπό τις διαταγές του ίδιου δολοφονήθηκαν οι Πρίγκιπες του Πύργου.
Ο Ερρίκος Τυδώρ διεκδικούσε το θρόνο με τα εξής επιχειρήματα: ο πατέρας του, Εδμόνδος Τυδώρ, 1ος κόμης του Ρίτσμοντ, ήταν ετεροθαλής αδερφός του Ερρίκου ΣΤ΄ της Αγγλίας, αλλά και η μητέρα του, Μαργαρίτα Μπωφόρ, καταγόταν από τον Ιωάννη Μπωφόρ, 1ο κόμη του Σόμερσετ, ο οποίος ήταν εγγονός του Εδουάρδου Γ΄, καθότι γιος του Ιωάννη της Γάνδης από την τρίτη σύζυγό του, Αικατερίνη Σουίνφορντ, η οποία όμως ήταν ερωμένη του για 25 χρόνια και τα παιδιά τους, ανάμεσα στα οποία και ο Μπωφόρ, αρχικά ήταν νόθα και μετά αναγνωρίστηκαν ως νόμιμα.
Ο Ερρίκος Τυδώρ είχε περάσει μεγάλο κομμάτι των παιδικών του χρόνων υπό πολιορκία στο Κάστρο Χάρλεχ ή υπό εξορία στη Βρεττάνη. Μετά το 1471, o Εδουάρδος Δ΄ είχε υποτιμήσει τις διεκδικήσεις του Ερρίκου στο θρόνο, αν και η μητέρα του Ερρίκου, Μαργαρίτα Μπωφόρ, συνεχώς προωθούσε και υποστήριζε τα δικαιώματα του γιου της.
Η Εξέγερση του δούκα του Μπάκιγχαμ απέτυχε κι ο ίδιος τελικά προδόθηκε και εκτελέστηκε. Αυτό όμως δεν έβαλε τέλος στις συνωμοσίες εναντίον του Ριχάρδου, ο οποίος δεν μπορούσε πλέον να αισθάνεται ασφαλής, καθώς είχε πεθάνει επίσης η γυναίκα του κι ο 11χρονος γιος τους: το μέλλον του οίκου της Υόρκης στο θρόνο διακυβευόταν.
ΜΠΟΣΓΟΥΟΡΘ 1485 ΤΟ ΡΕΚΒΙΕΜ ΤΟΥ ΛΕΥΚΟΥ ΡΟΔΟΥ ΣΤΟΝ ΑΓΓΛΙΚΟ ΘΡΟΝΟ
Πολλοί ιστορικοί ερευνητές ακόμη και σήμερα προσπαθούν να σκιαγραφήσουν την αινιγματική προσωπικότητα του Ριχάρδου Γ' της Υόρκης, που σκοτώθηκε πολεμώντας κατά την τελευταία μάχη του Πολέμου των Ρόδων στο Μπόσγουορθ της κεντρικής Αγγλίας, υπερασπιζόμενος τον θρόνο του, σε έναν εμφύλιο πόλεμο ο οποίος ξεκίνησε με το τέλος ενός άλλου πολέμου στη γειτονική Γαλλία που διήρκεσε παραπάνω από έναν αιώνα και έμελλε να συνεχιστεί επί άλλα τριάντα περίπου χρόνια στην Αγγλία. Με τον θάνατο του βασιλιά Ριχάρδου Γ', του τελευταίου Αγγλου βασιλιά που έπεσε πολεμώντας, ανέτειλε μια νέα δυναστεία με έναν νέο βασιλιά: τον Ερρίκο Ζ' του οίκου των Τυδώρ.
Το 1453 σηματοδότησε το τέλος πολύχρονων και αιματηρών συγκρούσεων στην ανατολική και στη δυτική Ευρώπη. Στην Ανατολή οι Οθωμανοί Τούρκοι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, την πρωτεύουσα της άλλοτε ισχυρής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και τελευταίο προπύργιο της Χριστιανοσύνης. Στη Δύση και συγκεκριμένα στη Γαλλία τελείωνε η πιο μακροχρόνια σύγκρουση μεταξύ δύο χωρών, ο Εκατονταετής Πόλεμος.
Πολλοί ιστορικοί ερευνητές ακόμη και σήμερα προσπαθούν να σκιαγραφήσουν την αινιγματική προσωπικότητα του Ριχάρδου Γ' της Υόρκης, που σκοτώθηκε πολεμώντας κατά την τελευταία μάχη του Πολέμου των Ρόδων στο Μπόσγουορθ της κεντρικής Αγγλίας, υπερασπιζόμενος τον θρόνο του, σε έναν εμφύλιο πόλεμο ο οποίος ξεκίνησε με το τέλος ενός άλλου πολέμου στη γειτονική Γαλλία που διήρκεσε παραπάνω από έναν αιώνα και έμελλε να συνεχιστεί επί άλλα τριάντα περίπου χρόνια στην Αγγλία. Με τον θάνατο του βασιλιά Ριχάρδου Γ', του τελευταίου Αγγλου βασιλιά που έπεσε πολεμώντας, ανέτειλε μια νέα δυναστεία με έναν νέο βασιλιά: τον Ερρίκο Ζ' του οίκου των Τυδώρ.
Το 1453 σηματοδότησε το τέλος πολύχρονων και αιματηρών συγκρούσεων στην ανατολική και στη δυτική Ευρώπη. Στην Ανατολή οι Οθωμανοί Τούρκοι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, την πρωτεύουσα της άλλοτε ισχυρής Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και τελευταίο προπύργιο της Χριστιανοσύνης. Στη Δύση και συγκεκριμένα στη Γαλλία τελείωνε η πιο μακροχρόνια σύγκρουση μεταξύ δύο χωρών, ο Εκατονταετής Πόλεμος.
Εκεί οι Γάλλοι υπό την καθοδήγηση του τελευταίου τους βασιλιά, Καρόλου Ζ', ο οποίος από τους χρονικογράφους της εποχής χαρακτηρίστηκε και ως "νικητής-βασιλιάς", και εμπνευσμένοι από την Ιωάννα της Λωραίνης κατάφεραν να εκδιώξουν τους Αγγλους από τη χώρα τους έπειτα από πολύχρονες πολιορκίες και πολλές μάχες σε έναν πόλεμο που διήρκεσε λίγο περισσότερο από εκατό χρόνια (1337-1453).
Οι εκδιωγμένοι και ηττημένοι (τελικά) στον πόλεμο Άγγλοι επέστρεψαν στην πατρίδα τους έχοντας να αντιμετωπίσουν τον χλευασμό των συμπατριωτών τους, αλλά και μία έκρυθμη πολιτική κατάσταση που θα οδηγούσε την πλειοψηφία των ευγενών τους σε μια σύρραξη με στόχο τον βασιλικό θρόνο.
Παρόλο που αυτή η σύρραξη διήρκεσε περισσότερα από τριάντα χρόνια (1455-1487), η πλειοψηφία του αγγλικού πληθυσμού δεν επηρεάστηκε άμεσα, διότι η χώρα δεν εγκαταλείφθηκε στο έλεος του πολέμου, με καταστροφές, λεηλασίες και καταστροφές πόλεων και οικισμών, αλλά, αντίθετα, γνώρισε μεγάλη οικονομική ανάπτυξη.
Οι δύο μεγαλύτεροι οίκοι της αγγλικής αριστοκρατίας, ο οίκος της Υόρκης (York) και ο οίκος των Λάνκαστερ (Lancaster), επιδόθηκαν σε έναν πολύχρονο αγώνα διεκδίκησης - τις περισσότερες φορές ένοπλο - της βασιλείας και κατ' επέκταση της εξουσίας, σε έναν πόλεμο που ονομάστηκε "Πόλεμος των Ρόδων". Εμβλημα του οίκου της Υόρκης ήταν το λευκό ρόδο. Η αγγλική παράδοση χρησιμοποιεί το κόκκινο ρόδο ως έμβλημα του οίκου των Λάνκαστερ, ωστόσο αυτό δεν ανταποκρίνεται απόλυτα στην αλήθεια.
Οι εκδιωγμένοι και ηττημένοι (τελικά) στον πόλεμο Άγγλοι επέστρεψαν στην πατρίδα τους έχοντας να αντιμετωπίσουν τον χλευασμό των συμπατριωτών τους, αλλά και μία έκρυθμη πολιτική κατάσταση που θα οδηγούσε την πλειοψηφία των ευγενών τους σε μια σύρραξη με στόχο τον βασιλικό θρόνο.
Παρόλο που αυτή η σύρραξη διήρκεσε περισσότερα από τριάντα χρόνια (1455-1487), η πλειοψηφία του αγγλικού πληθυσμού δεν επηρεάστηκε άμεσα, διότι η χώρα δεν εγκαταλείφθηκε στο έλεος του πολέμου, με καταστροφές, λεηλασίες και καταστροφές πόλεων και οικισμών, αλλά, αντίθετα, γνώρισε μεγάλη οικονομική ανάπτυξη.
Οι δύο μεγαλύτεροι οίκοι της αγγλικής αριστοκρατίας, ο οίκος της Υόρκης (York) και ο οίκος των Λάνκαστερ (Lancaster), επιδόθηκαν σε έναν πολύχρονο αγώνα διεκδίκησης - τις περισσότερες φορές ένοπλο - της βασιλείας και κατ' επέκταση της εξουσίας, σε έναν πόλεμο που ονομάστηκε "Πόλεμος των Ρόδων". Εμβλημα του οίκου της Υόρκης ήταν το λευκό ρόδο. Η αγγλική παράδοση χρησιμοποιεί το κόκκινο ρόδο ως έμβλημα του οίκου των Λάνκαστερ, ωστόσο αυτό δεν ανταποκρίνεται απόλυτα στην αλήθεια.
Στο έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ "Ριχάρδος Γ'" προσωπικότητες των δύο οίκων ανταγωνίζονται μεταξύ τους σε ένα παιχνίδι στο οποίο ως σημείο αναφοράς τους χρησιμοποιούν τα ρόδα των δύο συγκεκριμένων χρωμάτων. Αυτή η σκηνή δημιούργησε και την κρατούσα ως σήμερα άποψη περί του ανταγωνισμού και της σύγκρουσης των δύο αυτών εμβλημάτων - του λευκού και του κόκκινου ρόδου.
Ο Ερρίκος Ε', γιος του πρώτου βασιλιά της Αγγλίας (που προερχόταν από τον οίκο των Λάνκαστερ) και θριαμβευτής της μάχης του Αζινκούρ (1415) και άλλων νικηφόρων εκστρατειών στη Γαλλία, πέθανε το 1422 από δυσεντερία, αφήνοντας ως διάδοχό του έναν νεογέννητο γιο που δεν είχε δει ποτέ. Ο Ερρίκος ΣΤ' το 1422 ήταν μόλις 9 μηνών.
Σύμφωνα με το πρωτόκολλο την ευθύνη για λογαριασμό του διαδόχου ως την ενηλικίωσή του θα έπρεπε να την αναλάβουν συγγενείς του εκλιπόντος βασιλιά. Ο Ιωάννης, δούκας του Μπέντφορντ, και ο Χάμφρεϋ, δούκας του Γκλόστερ, ανέλαβαν αυτό τον ρόλο.
Ο Ερρίκος Ε', γιος του πρώτου βασιλιά της Αγγλίας (που προερχόταν από τον οίκο των Λάνκαστερ) και θριαμβευτής της μάχης του Αζινκούρ (1415) και άλλων νικηφόρων εκστρατειών στη Γαλλία, πέθανε το 1422 από δυσεντερία, αφήνοντας ως διάδοχό του έναν νεογέννητο γιο που δεν είχε δει ποτέ. Ο Ερρίκος ΣΤ' το 1422 ήταν μόλις 9 μηνών.
Σύμφωνα με το πρωτόκολλο την ευθύνη για λογαριασμό του διαδόχου ως την ενηλικίωσή του θα έπρεπε να την αναλάβουν συγγενείς του εκλιπόντος βασιλιά. Ο Ιωάννης, δούκας του Μπέντφορντ, και ο Χάμφρεϋ, δούκας του Γκλόστερ, ανέλαβαν αυτό τον ρόλο.
Ο Ιωάννης ανέλαβε να συνεχίσει τις ως τότε επιτυχημένες εκστρατείες των Αγγλων στη Γαλλία, ενώ ο Χάμφρεϋ ανέλαβε προσωπικά τη φροντίδα του νεαρού. Στην προσπάθειά του να λάβει και τον τίτλο του προστάτη του βασιλείου, που θα του έδινε ουσιαστικά και την απόλυτη εξουσία, προκάλεσε αντιπάθειες και αντιζηλίες από τους ευγενείς της Αυλής, οι οποίοι αισθάνθηκαν απειλούμενοι από τη φιλοδοξία του και υποχείρια των εκάστοτε ορέξεών του.
Από εκείνη τη χρονική περίοδο η Αγγλία άρχισε να ταλανίζεται από ισχυρούς λόρδους-φεουδάρχες με προσωπικούς στρατούς. Καθώς ο Ερρίκος μεγάλωνε, οι προστάτες του αποδείχθηκαν ανίκανοι στη διακυβέρνηση της Αγγλίας αλλά και στον πόλεμο εναντίον της Γαλλίας. Ο Ερρίκος ΣΤ' ενηλικιώθηκε το 1437 και το 1444 νυμφεύθηκε τη Μαργαρίτα των Ανζού, κόρη του δούκα των Ανζού που ήταν αδελφός του βασιλιά της Γαλλίας. Αυτός ο γάμος πολιτικής σκοπιμότητας λόγω του πολέμου που συνεχιζόταν με τη γείτονα της Αγγλίας, δεν βοήθησε τη θέση του Ερρίκου.
Από εκείνη τη χρονική περίοδο η Αγγλία άρχισε να ταλανίζεται από ισχυρούς λόρδους-φεουδάρχες με προσωπικούς στρατούς. Καθώς ο Ερρίκος μεγάλωνε, οι προστάτες του αποδείχθηκαν ανίκανοι στη διακυβέρνηση της Αγγλίας αλλά και στον πόλεμο εναντίον της Γαλλίας. Ο Ερρίκος ΣΤ' ενηλικιώθηκε το 1437 και το 1444 νυμφεύθηκε τη Μαργαρίτα των Ανζού, κόρη του δούκα των Ανζού που ήταν αδελφός του βασιλιά της Γαλλίας. Αυτός ο γάμος πολιτικής σκοπιμότητας λόγω του πολέμου που συνεχιζόταν με τη γείτονα της Αγγλίας, δεν βοήθησε τη θέση του Ερρίκου.
Η κατάσταση στη διακυβέρνηση της χώρας επιδεινώθηκε διότι ο τελευταίος δεν είχε τη βούληση και τις απαραίτητες ικανότητες. Τη δύσκολη αυτή κατάσταση έσπευσε να εκμεταλλευθεί ο Ριχάρδος των Πλανταγενέτων, δούκας της Υόρκης και επικεφαλής του οίκου αυτού, που ήταν ένας από τους δύο ισχυρότερους στην Αγγλία. Εκείνος μαζί με τη σύζυγο του βασιλιά, Μαργαρίτα των Ανζού, ήλεγχαν τον αδύναμο απόγονο του οίκου των Λάνκαστερ, Ερρίκο ΣΤ'.
Η αφορμή για τη σύγκρουση δεν άργησε να δοθεί. Τον Αύγουστο του 1453 ο Ερρίκος ΣΤ'
προσβλήθηκε από κατατονική σχιζοφρένεια (κληρονομιά από το γένος της μητέρας του), η οποία θα τον κρατούσε κλινήρη επί 16 μήνες. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους η Μαργαρίτα ενίσχυσε τη θέση της, παρά την κατάσταση του συζύγου της, γεννώντας τον μοναδικό της γιο και διασφαλίζοντας έτσι τη συνέχεια του οίκου των Λάνκαστερ στον θρόνο.
Ο Ριχάρδος και οι ομοαίματοί του ζήτησαν την άμεση αντικατάσταση του ασθενούς βασιλιά και την απομάκρυνση των μελών του οίκου των Λάνκαστερ από το βασιλικό συμβούλιο. Ετσι ο πρώτος ανακηρύχθηκε προστάτης του βασιλείου επαναφέροντας μια κατάσταση που υπήρχε πριν από την ενηλικίωση του βασιλιά.
Μετά από 16 μήνες ο Ερρίκος ανένηψε και υπό την επιρροή της συζύγου του απάλλαξε τον Ριχάρδο από τα καθήκοντά του και επανέφερε τους ευνοούμενούς του στο βασιλικό συμβούλιο. Η Μαργαρίτα, που ζητούσε εκδίκηση για τη συμπεριφορά του Ριχάρδου, συνήψε ένα είδος συμμαχίας με τους υπόλοιπους ισχυρούς ευγενείς του οίκου των Λάνκαστερ εναντίον του. Ετσι το 1454 αυτός αποχώρησε τελικά από το βασιλικό συμβούλιο και για να δικαιωθεί κατέφυγε στα όπλα.
Η πρώτη εκστρατεία ξεκίνησε με μια ένοπλη απαίτηση των αριστοκρατών του οίκου της Υόρκης για την αποδέσμευση των αριστοκρατών του οίκου των Λάνκαστερ από το βασιλικό συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένου και του βασιλιά Ερρίκου ΣΤ', λόγω της αδυναμίας στη διακυβέρνηση. Η μάχη στο Σαίντ Αλμπανς το 1455 κατέληξε σε νίκη των όπλων του οίκου της Υόρκης. Ο Ερρίκος, η Μαργαρίτα και οι ακόλουθοί τους κατάφεραν να διαφύγουν και άρχισαν να προετοιμάζονται για μια νέα σύγκρουση.
Τον Ιούλιο του 1460 και έπειτα από άλλη μια νικηφόρα μάχη για τον οίκο της Υόρκης στο Νορθάμπτον, όπου αιχμαλωτίστηκε ο βασιλιάς Ερρίκος, ο Ριχάρδος της Υόρκης έσπευσε στο Λονδίνο για να καταθέσει το αίτημά του να γίνει βασιλιάς. Επειτα από πολλές και έντονες διαβουλεύσεις επιτεύχθηκε ένας συμβιβασμός: ο Ερρίκος θα παρέμενε βασιλιάς, όμως ο Ριχάρδος και οι απόγονοί του θα ήταν οι νόμιμοι διάδοχοί του μετά τον θάνατό του.
Στις 30 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους ο Ριχάρδος, ο μεγαλύτερος γιος του Εντμουντ και πολλά άλλα σημαντικά μέλη του οίκου της Υόρκης σκοτώθηκαν στη μάχη του Γουέηκφηλντ. Η ευθύνη του οίκου έπρεπε να ανατεθεί πλέον στον αμέσως επόμενο γιο του, Εδουάρδο.
Στις 4 Μαρτίου 1461 ο τελευταίος ανακηρύχθηκε Εδουάρδος Δ' από τον Ριχάρδο Νέβιλ, κόμη του Γουώργουικ. Ακολούθως συγκέντρωσε στρατό και αντιμετώπισε τον στρατό των Λάνκαστερ σε μια πεδιάδα κοντά στην πόλη Τόουτον, στις 29 Μαρτίου 1461. Βγήκε νικητής από αυτή τη μάχη, με μεγάλο κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Κάθε πλευρά υπολογίζεται ότι έχασε από 10.000 άνδρες περίπου. Η σύγκρουση αυτή ήταν η πιο αιματηρή που έγινε σε αγγλικό έδαφος. Η ηττημένη βασίλισσα Μαργαρίτα, ο σύζυγός της και ο γιος τους κατέφυγαν στη Σκωτία, όμως όχι για πολύ.
Στις αρχές του 1465 ο Ερρίκος συνελήφθη και φυλακίστηκε στον πύργο του Λονδίνου. Το ίδιο έτος ξέσπασε άλλη μια κρίση, αυτή τη φορά στη σχέση των δύο ηγετών του οίκου της Υόρκης. Ο Εδουάρδος Δ' νυμφεύθηκε την Ελισάβετ Γκούντβιλ, μέλος του οίκου των Λάνκαστερ. Ο Ριχάρδος, κόμης του Γουώργουικ, εκτίμησε πως με αυτόν τον γάμο θα έχανε όσα είχε αποκτήσει συμμαχώντας με τον οίκο της Υόρκης.
Η αφορμή για τη σύγκρουση δεν άργησε να δοθεί. Τον Αύγουστο του 1453 ο Ερρίκος ΣΤ'
προσβλήθηκε από κατατονική σχιζοφρένεια (κληρονομιά από το γένος της μητέρας του), η οποία θα τον κρατούσε κλινήρη επί 16 μήνες. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους η Μαργαρίτα ενίσχυσε τη θέση της, παρά την κατάσταση του συζύγου της, γεννώντας τον μοναδικό της γιο και διασφαλίζοντας έτσι τη συνέχεια του οίκου των Λάνκαστερ στον θρόνο.
Ο Ριχάρδος και οι ομοαίματοί του ζήτησαν την άμεση αντικατάσταση του ασθενούς βασιλιά και την απομάκρυνση των μελών του οίκου των Λάνκαστερ από το βασιλικό συμβούλιο. Ετσι ο πρώτος ανακηρύχθηκε προστάτης του βασιλείου επαναφέροντας μια κατάσταση που υπήρχε πριν από την ενηλικίωση του βασιλιά.
Μετά από 16 μήνες ο Ερρίκος ανένηψε και υπό την επιρροή της συζύγου του απάλλαξε τον Ριχάρδο από τα καθήκοντά του και επανέφερε τους ευνοούμενούς του στο βασιλικό συμβούλιο. Η Μαργαρίτα, που ζητούσε εκδίκηση για τη συμπεριφορά του Ριχάρδου, συνήψε ένα είδος συμμαχίας με τους υπόλοιπους ισχυρούς ευγενείς του οίκου των Λάνκαστερ εναντίον του. Ετσι το 1454 αυτός αποχώρησε τελικά από το βασιλικό συμβούλιο και για να δικαιωθεί κατέφυγε στα όπλα.
Η πρώτη εκστρατεία ξεκίνησε με μια ένοπλη απαίτηση των αριστοκρατών του οίκου της Υόρκης για την αποδέσμευση των αριστοκρατών του οίκου των Λάνκαστερ από το βασιλικό συμβούλιο, συμπεριλαμβανομένου και του βασιλιά Ερρίκου ΣΤ', λόγω της αδυναμίας στη διακυβέρνηση. Η μάχη στο Σαίντ Αλμπανς το 1455 κατέληξε σε νίκη των όπλων του οίκου της Υόρκης. Ο Ερρίκος, η Μαργαρίτα και οι ακόλουθοί τους κατάφεραν να διαφύγουν και άρχισαν να προετοιμάζονται για μια νέα σύγκρουση.
Τον Ιούλιο του 1460 και έπειτα από άλλη μια νικηφόρα μάχη για τον οίκο της Υόρκης στο Νορθάμπτον, όπου αιχμαλωτίστηκε ο βασιλιάς Ερρίκος, ο Ριχάρδος της Υόρκης έσπευσε στο Λονδίνο για να καταθέσει το αίτημά του να γίνει βασιλιάς. Επειτα από πολλές και έντονες διαβουλεύσεις επιτεύχθηκε ένας συμβιβασμός: ο Ερρίκος θα παρέμενε βασιλιάς, όμως ο Ριχάρδος και οι απόγονοί του θα ήταν οι νόμιμοι διάδοχοί του μετά τον θάνατό του.
Στις 30 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους ο Ριχάρδος, ο μεγαλύτερος γιος του Εντμουντ και πολλά άλλα σημαντικά μέλη του οίκου της Υόρκης σκοτώθηκαν στη μάχη του Γουέηκφηλντ. Η ευθύνη του οίκου έπρεπε να ανατεθεί πλέον στον αμέσως επόμενο γιο του, Εδουάρδο.
Στις 4 Μαρτίου 1461 ο τελευταίος ανακηρύχθηκε Εδουάρδος Δ' από τον Ριχάρδο Νέβιλ, κόμη του Γουώργουικ. Ακολούθως συγκέντρωσε στρατό και αντιμετώπισε τον στρατό των Λάνκαστερ σε μια πεδιάδα κοντά στην πόλη Τόουτον, στις 29 Μαρτίου 1461. Βγήκε νικητής από αυτή τη μάχη, με μεγάλο κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Κάθε πλευρά υπολογίζεται ότι έχασε από 10.000 άνδρες περίπου. Η σύγκρουση αυτή ήταν η πιο αιματηρή που έγινε σε αγγλικό έδαφος. Η ηττημένη βασίλισσα Μαργαρίτα, ο σύζυγός της και ο γιος τους κατέφυγαν στη Σκωτία, όμως όχι για πολύ.
Στις αρχές του 1465 ο Ερρίκος συνελήφθη και φυλακίστηκε στον πύργο του Λονδίνου. Το ίδιο έτος ξέσπασε άλλη μια κρίση, αυτή τη φορά στη σχέση των δύο ηγετών του οίκου της Υόρκης. Ο Εδουάρδος Δ' νυμφεύθηκε την Ελισάβετ Γκούντβιλ, μέλος του οίκου των Λάνκαστερ. Ο Ριχάρδος, κόμης του Γουώργουικ, εκτίμησε πως με αυτόν τον γάμο θα έχανε όσα είχε αποκτήσει συμμαχώντας με τον οίκο της Υόρκης.
Κατέφυγε τότε μαζί με τον αδελφό του φυλακισμένου βασιλιά Γεώργιο, δούκα του Κλάρενς, στη Γαλλία και προσέγγισε την έκπτωτη πλέον βασίλισσα Μαργαρίτα των Ανζού υποστηρίζοντας τους σκοπούς της. Με τη βοήθεια του Γάλλου βασιλιά Λουδοβίκου ΙΑ' διέσχισε τη θάλασσα της Μάγχης τον Σεπτέμβριο του 1470 και επανέφερε τον Ερρίκο ΣΤ' στον θρόνο του. Ο Ριχάρδος του Γουώργουικ κατέλαβε με αυτό τον τρόπο τη θέση του βασιλικού συμβούλου μετά τον Ερρίκο. Για αυτή του την ενέργεια χαρακτηρίστηκε ως ο "δημιουργός των βασιλέων της Αγγλίας".
Ο Εδουάρδος, αν και εξόριστος τότε, δεν εγκατέλειψε την προσπάθειά του να ανακαταλάβει τον θρόνο. Με την οικονομική βοήθεια του δούκα της Βουργουνδίας, στη δυτική Γαλλία, αποβιβάστηκε στις ανατολικές ακτές της Υόρκης. Επειτα από διαδοχικές μάχες στο Μπάρνετ και στο Τιούκσμπερυ το 1471, τις οποίες κέρδισε, σκότωσε τον Ριχάρδο του Γουώργουικ και τον γιο του βασιλιά Ερρίκου Γεώργιο. Η Μαργαρίτα φυλακίστηκε και ο Ερρίκος φονεύθηκε, πιθανώς έπειτα από διαταγές του Εδουάρδου Δ'.
Επειτα από δώδεκα ειρηνικά χρόνια χωρίς συγκρούσεις ο βασιλιάς Εδουάρδος Δ' πέθανε
απροσδόκητα στις 9 Απριλίου 1483, αφού είχε χρίσει τον αδελφό του Ριχάρδο προστάτη του βασιλείου και των δύο γιων του. Ο μεγαλύτερος γιος, ο Εδουάρδος, ηλικίας 12 ετών, στέφθηκε βασιλιάς. Ο Ριχάρδος επί δύο περίπου μήνες διεκπεραίωνε τα καθήκοντά του στον ρόλο που του είχε αναθέσει ο αδελφός του, δίνοντας όρκο υποταγής και πίστης στον νεαρό βασιλιά.
Ο Εδουάρδος, αν και εξόριστος τότε, δεν εγκατέλειψε την προσπάθειά του να ανακαταλάβει τον θρόνο. Με την οικονομική βοήθεια του δούκα της Βουργουνδίας, στη δυτική Γαλλία, αποβιβάστηκε στις ανατολικές ακτές της Υόρκης. Επειτα από διαδοχικές μάχες στο Μπάρνετ και στο Τιούκσμπερυ το 1471, τις οποίες κέρδισε, σκότωσε τον Ριχάρδο του Γουώργουικ και τον γιο του βασιλιά Ερρίκου Γεώργιο. Η Μαργαρίτα φυλακίστηκε και ο Ερρίκος φονεύθηκε, πιθανώς έπειτα από διαταγές του Εδουάρδου Δ'.
Επειτα από δώδεκα ειρηνικά χρόνια χωρίς συγκρούσεις ο βασιλιάς Εδουάρδος Δ' πέθανε
απροσδόκητα στις 9 Απριλίου 1483, αφού είχε χρίσει τον αδελφό του Ριχάρδο προστάτη του βασιλείου και των δύο γιων του. Ο μεγαλύτερος γιος, ο Εδουάρδος, ηλικίας 12 ετών, στέφθηκε βασιλιάς. Ο Ριχάρδος επί δύο περίπου μήνες διεκπεραίωνε τα καθήκοντά του στον ρόλο που του είχε αναθέσει ο αδελφός του, δίνοντας όρκο υποταγής και πίστης στον νεαρό βασιλιά.
Ομως στη συνέχεια ανακάλυψε (ή κατασκεύασε) στοιχεία που αποδείκνυαν ότι ο γάμος του αδελφού του με την Ελισάβετ Γκούντβιλ δεν ήταν νόμιμος, διότι ο Εδουάρδος είχε υπογράψει ένα προγαμιαίο συμβόλαιο με μια άλλη γυναίκα πριν από τον γάμο του με την Ελισάβετ, και έτσι οι δύο γιοι τους δεν μπορούσαν να κληρονομήσουν τον θρόνο. Υποστηριζόμενος από το κοινοβούλιο, που προσπαθούσε με κάθε τρόπο να αποφύγει μία νέα σύγκρουση (με απρόβλεπτες συνέπειες) μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων οίκων, και ενώ υπήρχαν φήμες περί νέας αντίδρασης από τον οίκο των Λάνκαστερ, ο Ριχάρδος αποκλήρωσε τους δύο νέους ευγενείς.
Τους έθεσε μάλιστα "υπό την προστασία του", τοποθετώντας τους στον πύργο του Λονδίνου, που ήταν τότε ανάκτορο, χρησίμευε όμως και ως οχυρό και ως φυλακή. Ενας αριθμός πιθανών αντιπάλων του επίσης συνελήφθη και εκτελέστηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Στις 26 Ιουνίου ο Ριχάρδος, μη έχοντας πλέον άλλους αντιπάλους ικανούς να τον αμφισβητήσουν και να του δημιουργήσουν προβλήματα, στέφθηκε στο αββαείο του Γουέστμίνστερ βασιλιάς ως Ριχάρδος Γ'.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Μετά τη στέψη του ο Ριχάρδος κατέστησε τον γιο του Εδουάρδο πρίγκηπα της Ουαλίας και νόμιμο διάδοχό του. Στις 11 Οκτωβρίου 1483 πληροφορήθηκε την εκδήλωση αναταραχών στο νότιο μέρος της χώρας του. Εκείνο που τον δυσαρέστησε περισσότερο ήταν το ότι ηγέτης αυτού του ένοπλου, όπως εξελίχθηκε, κινήματος ήταν ένας από τους πιο έντονους υποστηρικτές του, ο δούκας του Μπάκιγχαμ.
Επιθυμία του δούκα μπορεί να ήταν ο ίδιος ο θρόνος ή μια έντονη ένδειξη δυσαρέσκειας απέναντι στον νέο βασιλιά, διότι ο πατέρας του είχε σκοτωθεί κατά την πρώτη μάχη του Πολέμου των Ρόδων, στο Σαίντ Αλμπανς, υποστηρίζοντας τον οίκο των Λάνκαστερ. Είχε προσεταιρισθεί τον Ριχάρδο με ιδιαίτερη θέρμη όταν τα γεγονότα έδειχναν πως θα γινόταν βασιλιάς μετά τον θάνατο του αδελφού του Εδουάρδου, με την ελπίδα να αποκομίσει οφέλη πολιτικά και οικονομικά.
Αυτή η επανάσταση βοήθησε τον Ριχάρδο να αντιληφθεί πως είχε πολύ περισσότερους εχθρούς από εκείνους που είχε εξοντώσει. Ο δούκας του Μπάκιγχαμ ήθελε απλώς να είναι με το μέρος των νικητών αν η επανάσταση εξαπλωνόταν και συμμετείχαν σε αυτή και άλλοι ευγενείς και υποστηρικτές του οίκου των Λάνκαστερ. Στην πραγματικότητα οι σκέψεις του επιβεβαιώθηκαν: πολλοί ευγενείς υποστηρικτές του οίκου των Λάνκαστερ συμμετείχαν σε αυτή την εξέγερση.
Τους έθεσε μάλιστα "υπό την προστασία του", τοποθετώντας τους στον πύργο του Λονδίνου, που ήταν τότε ανάκτορο, χρησίμευε όμως και ως οχυρό και ως φυλακή. Ενας αριθμός πιθανών αντιπάλων του επίσης συνελήφθη και εκτελέστηκε με συνοπτικές διαδικασίες. Στις 26 Ιουνίου ο Ριχάρδος, μη έχοντας πλέον άλλους αντιπάλους ικανούς να τον αμφισβητήσουν και να του δημιουργήσουν προβλήματα, στέφθηκε στο αββαείο του Γουέστμίνστερ βασιλιάς ως Ριχάρδος Γ'.
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
Μετά τη στέψη του ο Ριχάρδος κατέστησε τον γιο του Εδουάρδο πρίγκηπα της Ουαλίας και νόμιμο διάδοχό του. Στις 11 Οκτωβρίου 1483 πληροφορήθηκε την εκδήλωση αναταραχών στο νότιο μέρος της χώρας του. Εκείνο που τον δυσαρέστησε περισσότερο ήταν το ότι ηγέτης αυτού του ένοπλου, όπως εξελίχθηκε, κινήματος ήταν ένας από τους πιο έντονους υποστηρικτές του, ο δούκας του Μπάκιγχαμ.
Επιθυμία του δούκα μπορεί να ήταν ο ίδιος ο θρόνος ή μια έντονη ένδειξη δυσαρέσκειας απέναντι στον νέο βασιλιά, διότι ο πατέρας του είχε σκοτωθεί κατά την πρώτη μάχη του Πολέμου των Ρόδων, στο Σαίντ Αλμπανς, υποστηρίζοντας τον οίκο των Λάνκαστερ. Είχε προσεταιρισθεί τον Ριχάρδο με ιδιαίτερη θέρμη όταν τα γεγονότα έδειχναν πως θα γινόταν βασιλιάς μετά τον θάνατο του αδελφού του Εδουάρδου, με την ελπίδα να αποκομίσει οφέλη πολιτικά και οικονομικά.
Αυτή η επανάσταση βοήθησε τον Ριχάρδο να αντιληφθεί πως είχε πολύ περισσότερους εχθρούς από εκείνους που είχε εξοντώσει. Ο δούκας του Μπάκιγχαμ ήθελε απλώς να είναι με το μέρος των νικητών αν η επανάσταση εξαπλωνόταν και συμμετείχαν σε αυτή και άλλοι ευγενείς και υποστηρικτές του οίκου των Λάνκαστερ. Στην πραγματικότητα οι σκέψεις του επιβεβαιώθηκαν: πολλοί ευγενείς υποστηρικτές του οίκου των Λάνκαστερ συμμετείχαν σε αυτή την εξέγερση.
Υποστήριξη παρείχε και η οικογένεια Γκούντβιλ, που είχε χάσει το σκήπτρο μετά τη φυλάκιση των γιων του Εδουάρδου Δ' και την εξορία της συζύγου του Μαργαρίτας. Μάλιστα η τελευταία πρότεινε στον Ερρίκο του οίκου των Τυδώρ να νυμφευθεί την κόρη της, Ελισάβετ της Υόρκης, και να στεφθεί εκείνος βασιλιάς μετά την ενδεχόμενη πτώση του Ριχάρδου.
Ο Ερρίκος Τυδώρ, γεννημένος τον Ιανουάριο του 1457 ήταν εξόριστος στη Γαλλία (από το 1471) όταν ο οίκος της Υόρκης κατέλαβε το βασιλικό αξίωμα στην Αγγλία μέσω του Εδουάρδου Δ'. Υποστήριξε πως του ανήκε το δουκάτο του Ρίτσμοντ και η Μαργαρίτα, διακρίνοντας τη φιλοδοξία που τον χαρακτήριζε, εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία για να προωθήσει τα δικά της συμφέροντα.
Ενα άλλο πρόβλημα για τον Ριχάρδο ήταν η έκταση που θα μπορούσε να λάβει αυτή η εξέγερση. Οι ενδείξεις ήταν πολύ αρνητικές για εκείνον. Ο ίδιος είχε συμμετάσχει σε δύο μάχες του Πολέμου των Ρόδων, αυτές του Μπάρνετ στις 14 Απριλίου 1471 και του Τιούκσμπερυ τον Μάιο του ίδιου έτους, επικεφαλής μιας μεγάλης δύναμης στρατιωτών. Επιπλέον είχε αναλάβει την καταστολή δύο εξεγέρσεων των Σκωτσέζων, το 1480 και το 1483, με απόλυτη επιτυχία. Γνωρίζοντας πώς να συγκεντρώνει σε σύντομο χρονικό διάστημα στρατό για να αντιμετωπίσει ένοπλες εξεγέρσεις, κινήθηκε γρήγορα προς τις νότιες περιοχές με μεγάλη δύναμη και κατέπνιξε το κίνημα πριν λάβει απειλητικές διαστάσεις.
Συνέλαβε πολλούς ευγενείς που είχαν κινηθεί εναντίον του, όπως π.χ. τον δούκα του Μπάκιγχαμ (τον οποίο εκτέλεσε), και επανέφερε προσωρινά την τάξη στο βασίλειό του. Τον Απρίλιο του 1484 ο Ριχάρδος δέχθηκε το ισχυρότερο πλήγμα από την ημέρα που έγινε βασιλιάς.
Ο γιος του Εδουάρδος πέθανε ξαφνικά. Ο μοναδικός του διάδοχος δεν υπήρχε πια. Αυτός ο θάνατος επανέφερε την αβεβαιότητα και την αμφισβήτηση έναντι του Ριχάρδου. Εξαιτίας του πολύχρονου πολέμου και της συχνότητας με την οποία οι ευγενείς άλλαζαν πλευρές και υποστήριζαν με μοναδικό γνώμονα τα συμφέροντά τους τους εκάστοτε διεκδικητές του θρόνου, ο Ριχάρδος δεν μπορούσε να εμπιστευθεί κανέναν τους.
Ενα άλλο πρόβλημα για τον Ριχάρδο ήταν η έκταση που θα μπορούσε να λάβει αυτή η εξέγερση. Οι ενδείξεις ήταν πολύ αρνητικές για εκείνον. Ο ίδιος είχε συμμετάσχει σε δύο μάχες του Πολέμου των Ρόδων, αυτές του Μπάρνετ στις 14 Απριλίου 1471 και του Τιούκσμπερυ τον Μάιο του ίδιου έτους, επικεφαλής μιας μεγάλης δύναμης στρατιωτών. Επιπλέον είχε αναλάβει την καταστολή δύο εξεγέρσεων των Σκωτσέζων, το 1480 και το 1483, με απόλυτη επιτυχία. Γνωρίζοντας πώς να συγκεντρώνει σε σύντομο χρονικό διάστημα στρατό για να αντιμετωπίσει ένοπλες εξεγέρσεις, κινήθηκε γρήγορα προς τις νότιες περιοχές με μεγάλη δύναμη και κατέπνιξε το κίνημα πριν λάβει απειλητικές διαστάσεις.
Συνέλαβε πολλούς ευγενείς που είχαν κινηθεί εναντίον του, όπως π.χ. τον δούκα του Μπάκιγχαμ (τον οποίο εκτέλεσε), και επανέφερε προσωρινά την τάξη στο βασίλειό του. Τον Απρίλιο του 1484 ο Ριχάρδος δέχθηκε το ισχυρότερο πλήγμα από την ημέρα που έγινε βασιλιάς.
Ο γιος του Εδουάρδος πέθανε ξαφνικά. Ο μοναδικός του διάδοχος δεν υπήρχε πια. Αυτός ο θάνατος επανέφερε την αβεβαιότητα και την αμφισβήτηση έναντι του Ριχάρδου. Εξαιτίας του πολύχρονου πολέμου και της συχνότητας με την οποία οι ευγενείς άλλαζαν πλευρές και υποστήριζαν με μοναδικό γνώμονα τα συμφέροντά τους τους εκάστοτε διεκδικητές του θρόνου, ο Ριχάρδος δεν μπορούσε να εμπιστευθεί κανέναν τους.
Ετσι άρχισε να προετοιμάζεται ζητώντας από τους "συμμάχους" του να συγκεντρώσουν στρατό για να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενη εισβολή από τον Ερρίκο Τυδώρ, που βρισκόταν στη Γαλλία και σκόπευε να εκστρατεύσει εναντίον του. Αφού άφησε φρουρές σε κάστρα σε κομβικά σημεία ανά τη χώρα και απέσπασε τη δέσμευση για στρατιωτική υποστήριξη από τους ευγενείς, αποσύρθηκε στα μέσα Ιουνίου στο κάστρο του Νόττιγχαμ στην κεντρική Αγγλία. Ετσι είχε τη δυνατότητα να βρεθεί σε οποιαδήποτε τοποθεσία της Αγγλίας απειλείτο σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΡΙΧΑΡΔΟΥ
Παρά τη δύναμη και τη διάθεση που είχε ο Ριχάρδος να προετοιμαστεί κατάλληλα συγκεντρώνοντας έναν στρατό για την επερχόμενη εισβολή του Ερρίκου Τυδώρ, το σχετικό εγχείρημα παρέμενε μια πολύ δύσκολη και ακριβή διαδικασία. Ο βασιλιάς έπρεπε να καταβάλει πολλά χρήματα για να αποζημιώσει τους ευγενείς και τους αριστοκράτες - για το κόστος συγκέντρωσης ανδρών έτοιμων να πολεμήσουν. Ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος ήταν η συγκέντρωση χρημάτων μέσω δανείων, φορολογώντας τις περιουσίες των υπηκόων του. Ετσι όμως υπήρχε ο κίνδυνος οι λόρδοι να δημιουργήσουν μεγάλους στρατούς από ακολούθους τους.
Κάθε ευγενής όφειλε, αφού κάλυπτε τις ανάγκες του στρατού που συγκέντρωνε, να ακολουθήσει τον άρχοντά του σε κάθε εκστρατεία. Εκτός από τους αμειβόμενους στρατιώτες, που ήταν και ακόλουθοι ευγενών, υπήρχαν και οι κοινοί στρατιώτες οι οποίοι συγκεντρώνονταν με επιστράτευση μέσω απεσταλμένων του βασιλιά από ολόκληρη την επικράτεια και ο τελευταίος ανελάμβανε τον εξοπλισμό και την κάλυψη των αναγκών τους. Οι μεγάλες πόλεις είχαν την υποχρέωση να διατηρούν σε μόνιμη σχεδόν βάση μια φρουρά ικανή να αμυνθεί μέσα από τα τείχη έναντι κάθε εξωτερικής απειλής.
Η ποικιλομορφία αυτών των στρατών ήταν εμφανής. Οι πλούσιοι ευγενείς και οι ιππότες
θωρακίζονταν με πανοπλίες κατασκευασμένες στα μέτρα τους από τα καλύτερα εργαστήρια της Ευρώπης (Ιταλία, Γερμανία, Φλάνδρα). Κάθε εργαστήριο κατασκευής πανοπλιών χαρακτηριζόταν από διαφορετική τεχνοτροπία και σχεδιασμό, σύμφωνα με τις απόψεις του περί αποτελεσματικότητας και αισθητικής. Κάθε ευγενής ή ιππότης είχε την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσει τη δική του πανοπλία και τα δικά του όπλα.
Η θωράκιση των πτωχότερων πεζών (men at arms) και των λογχοφόρων απαρτιζόταν από λιγότερα τμήματα τοποθετημένα στα πιο ζωτικά σημεία του σώματος, ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Για όσους δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν σε αυτές τις αγορές υπήρχαν τα δερμάτινα γιλέκα με τις μεταλλικές πλάκες θωράκισης ραμμένες στο εσωτερικό τους, που παρείχαν κάποια προστασία.
Τα όπλα, που ήταν κυρίως ξίφη, λόγχες και τόξα, παρουσίαζαν μεγαλύτερη ποικιλία διότι
κατασκευάζονταν σε κάθε γωνιά της Ευρώπης και φυσικά στην Αγγλία. Ετσι υπήρχαν ξίφη με πιο αιχμηρή άκρη, ξίφη με πιο κοφτερή λεπίδα και άλλα που οι στρατιώτες τα χειρίζονταν και με τα δύο χέρια λόγω του μεγέθους και του βάρους τους. Οι λόγχες, με πιο συνηθισμένη μορφή αυτή του λογχοπέλεκυ, ήταν τοποθετημένες σε ένα ξύλινο κοντάρι και είχαν λεπίδες μακριές και στενές, προορισμένες για διάτρηση, ή γάντζους και πλατιές λεπίδες για την ανατροπή ιππέων και τον ακρωτηριασμό τους.
Οι τοξότες ήταν εξοπλισμένοι με το φημισμένο μακρύ τόξο (longbow) και συνήθως με μια μικρή ασπίδα και στιλέτα για τις μάχες σώμα με σώμα. Τα βέλη τους χωρίζονταν σε τρεις κατηγορίες: αυτά με την πλατιά λεπίδα προορίζονταν για τα άλογα (παρέμεναν στα σώματά τους μετά τη διάτρηση, λόγω του εύρους τους), τα μεσαίου εύρους λεπίδας και μήκους χρησιμοποιούντο κυρίως εναντίον πεζικού και εκείνα με τη στενόμακρη απόληξη προορίζονταν για τη διάτρηση των πανοπλιών των ιπποτών.
Στα τέλη του 15ου αιώνα χρησιμοποιούντο και πυροβόλα, που είχαν γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη κατά τα τελευταία στάδια του Εκατονταετούς Πολέμου, κατά τις συνεχείς και μακροχρόνιες πολιορκίες. Δεν ήταν πολύ αποτελεσματικά όπλα, όμως προκαλούσαν φόβο στον αντίπαλο.
Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΡΡΙΚΟΥ ΤΥΔΩΡ
Ο στρατός του Ερρίκου δεν ήταν δυνατό να δημιουργηθεί με τη φορολογία των υπηκόων, όπως αυτός του Ριχάρδου. Ο Ερρίκος και οι άνθρωποί του έπρεπε να βασιστούν στις δικές τους περιουσίες και στην οικονομική ενίσχυση από άλλους υποστηρικτές του. Παράλληλα 4.000 μισθοφόροι, πλήρως εξοπλισμένοι, είχαν τεθεί στη διάθεσή του από τον Γάλλο βασιλιά. Σκωτσέζοι, Ουαλοί εξόριστοι και Βρεττόνοι από τη Γαλλία συμπλήρωναν τον στρατό του. Οι Ουαλοί δημιουργούσαν τον πυρήνα των τοξοτών του.
Η ΕΙΣΒΟΛΗ
Μετά την επιτυχή αντιμετώπιση της εξέγερσης, τον Οκτώβριο του 1483, και τον θάνατο του γιου του, τον Απρίλιο του επόμενου έτους, ο Ριχάρδος άρχισε να προετοιμάζεται συστηματικά για την εισβολή του Ερρίκου Τυδώρ και των υποστηρικτών του που σκόπευαν να τον εκθρονίσουν. Ηταν γνώστης των προθέσεων του αντιπάλου του ήδη από τα Χριστούγεννα του 1483, όταν ο τελευταίος στον καθεδρικό ναό της Ρεν στη Γαλλία εξέφρασε δημόσια την επιθυμία ανάληψης της βασιλείας και ορκίστηκε να νυμφευθεί την κόρη του Εδουάρδου Δ', Ελισάβετ της Υόρκης.
Ο επόμενος χρόνος ήταν περίοδος προετοιμασίας και για τον Ερρίκο, που συγκέντρωνε χρήματα και στρατιώτες για να εισβάλει στην Αγγλία και να διεκδικήσει τον θρόνο. Η προετοιμασία καθυστερούσε λόγω αδυναμίας εύρεσης χρημάτων για τη συγκρότηση στρατού. Ο Γάλλος βασιλιάς, Κάρολος Η', φοβούμενος ενδεχόμενη εισβολή από τον Ριχάρδο στη χώρα του, αποφάσισε να χρηματοδοτήσει κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τον Ερρίκο και να του παράσχει και 4.000 Γάλλους μισθοφόρους. Ετσι στα μέσα του 1485 και με τις τελευταίες προετοιμασίες να εξελίσσονται στη Γαλλία, ο Ερρίκος ήταν έτοιμος να κινηθεί.
Την 1η Αυγούστου τελικά απέπλευσε από την πόλη Αρφλέρ στις όχθες του ποταμού Σηκουάνα. Επειτα από έξι ημέρες αποβιβάστηκε στην ακτή του Πέμπροκσάιρ στη νοτιοδυτική Ουαλία. Στις 7 Αυγούστου άρχισε να κινείται βορειοανατολικά προς αναζήτηση συμμάχων και στρατιωτών. Επιστολές για συνδρομή στον αγώνα του εναντίον του Ριχάρδου εστάλησαν προς κάθε δυνατή κατεύθυνση σε όλο το βασίλειο.
Μικρά σώματα Ουαλών υποστηρικτών ενώθηκαν με τον στρατό του Ερρίκου καθώς εκείνος διέσχιζε την ουαλική ενδοχώρα. Ο Ερρίκος δεν μπορούσε να γνωρίζει μέχρι τότε πόσοι άνθρωποι θα τον ακολουθούσαν, έστω κι αν ήταν γνωστός ευγενής με αξιώματα ο οποίος διεκδικούσε τον θρόνο της Αγγλίας.
Οι δύο ισχυρότεροι ευγενείς της περιοχής, Ράις απ Τόμας και Γουώλτερ Χέρμπερτ, τηρούσαν στάση αναμονής και δεν συνέδραμαν τον αγώνα του Ερρίκου, ούτε έσπευσαν να τον αντιμετωπίσουν σε μάχη, καθιστώντας τον έτσι πολύ προσεκτικό στις κινήσεις του. Ο Ράις απ Τόμας ήταν ηττημένος υποστηρικτής του οίκου των Λάνκαστερ αλλά ο βασιλιάς Ριχάρδος, φοβούμενος τη δύναμη που είχε στην Ουαλία, είχε απαιτήσει να κρατήσει ως όμηρο τον γιο του με αντάλλαγμα την υποταγή του.
Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΡΙΧΑΡΔΟΥ
Παρά τη δύναμη και τη διάθεση που είχε ο Ριχάρδος να προετοιμαστεί κατάλληλα συγκεντρώνοντας έναν στρατό για την επερχόμενη εισβολή του Ερρίκου Τυδώρ, το σχετικό εγχείρημα παρέμενε μια πολύ δύσκολη και ακριβή διαδικασία. Ο βασιλιάς έπρεπε να καταβάλει πολλά χρήματα για να αποζημιώσει τους ευγενείς και τους αριστοκράτες - για το κόστος συγκέντρωσης ανδρών έτοιμων να πολεμήσουν. Ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος ήταν η συγκέντρωση χρημάτων μέσω δανείων, φορολογώντας τις περιουσίες των υπηκόων του. Ετσι όμως υπήρχε ο κίνδυνος οι λόρδοι να δημιουργήσουν μεγάλους στρατούς από ακολούθους τους.
Κάθε ευγενής όφειλε, αφού κάλυπτε τις ανάγκες του στρατού που συγκέντρωνε, να ακολουθήσει τον άρχοντά του σε κάθε εκστρατεία. Εκτός από τους αμειβόμενους στρατιώτες, που ήταν και ακόλουθοι ευγενών, υπήρχαν και οι κοινοί στρατιώτες οι οποίοι συγκεντρώνονταν με επιστράτευση μέσω απεσταλμένων του βασιλιά από ολόκληρη την επικράτεια και ο τελευταίος ανελάμβανε τον εξοπλισμό και την κάλυψη των αναγκών τους. Οι μεγάλες πόλεις είχαν την υποχρέωση να διατηρούν σε μόνιμη σχεδόν βάση μια φρουρά ικανή να αμυνθεί μέσα από τα τείχη έναντι κάθε εξωτερικής απειλής.
Η ποικιλομορφία αυτών των στρατών ήταν εμφανής. Οι πλούσιοι ευγενείς και οι ιππότες
θωρακίζονταν με πανοπλίες κατασκευασμένες στα μέτρα τους από τα καλύτερα εργαστήρια της Ευρώπης (Ιταλία, Γερμανία, Φλάνδρα). Κάθε εργαστήριο κατασκευής πανοπλιών χαρακτηριζόταν από διαφορετική τεχνοτροπία και σχεδιασμό, σύμφωνα με τις απόψεις του περί αποτελεσματικότητας και αισθητικής. Κάθε ευγενής ή ιππότης είχε την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσει τη δική του πανοπλία και τα δικά του όπλα.
Η θωράκιση των πτωχότερων πεζών (men at arms) και των λογχοφόρων απαρτιζόταν από λιγότερα τμήματα τοποθετημένα στα πιο ζωτικά σημεία του σώματος, ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Για όσους δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν σε αυτές τις αγορές υπήρχαν τα δερμάτινα γιλέκα με τις μεταλλικές πλάκες θωράκισης ραμμένες στο εσωτερικό τους, που παρείχαν κάποια προστασία.
Τα όπλα, που ήταν κυρίως ξίφη, λόγχες και τόξα, παρουσίαζαν μεγαλύτερη ποικιλία διότι
κατασκευάζονταν σε κάθε γωνιά της Ευρώπης και φυσικά στην Αγγλία. Ετσι υπήρχαν ξίφη με πιο αιχμηρή άκρη, ξίφη με πιο κοφτερή λεπίδα και άλλα που οι στρατιώτες τα χειρίζονταν και με τα δύο χέρια λόγω του μεγέθους και του βάρους τους. Οι λόγχες, με πιο συνηθισμένη μορφή αυτή του λογχοπέλεκυ, ήταν τοποθετημένες σε ένα ξύλινο κοντάρι και είχαν λεπίδες μακριές και στενές, προορισμένες για διάτρηση, ή γάντζους και πλατιές λεπίδες για την ανατροπή ιππέων και τον ακρωτηριασμό τους.
Οι τοξότες ήταν εξοπλισμένοι με το φημισμένο μακρύ τόξο (longbow) και συνήθως με μια μικρή ασπίδα και στιλέτα για τις μάχες σώμα με σώμα. Τα βέλη τους χωρίζονταν σε τρεις κατηγορίες: αυτά με την πλατιά λεπίδα προορίζονταν για τα άλογα (παρέμεναν στα σώματά τους μετά τη διάτρηση, λόγω του εύρους τους), τα μεσαίου εύρους λεπίδας και μήκους χρησιμοποιούντο κυρίως εναντίον πεζικού και εκείνα με τη στενόμακρη απόληξη προορίζονταν για τη διάτρηση των πανοπλιών των ιπποτών.
Στα τέλη του 15ου αιώνα χρησιμοποιούντο και πυροβόλα, που είχαν γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη κατά τα τελευταία στάδια του Εκατονταετούς Πολέμου, κατά τις συνεχείς και μακροχρόνιες πολιορκίες. Δεν ήταν πολύ αποτελεσματικά όπλα, όμως προκαλούσαν φόβο στον αντίπαλο.
Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΕΡΡΙΚΟΥ ΤΥΔΩΡ
Ο στρατός του Ερρίκου δεν ήταν δυνατό να δημιουργηθεί με τη φορολογία των υπηκόων, όπως αυτός του Ριχάρδου. Ο Ερρίκος και οι άνθρωποί του έπρεπε να βασιστούν στις δικές τους περιουσίες και στην οικονομική ενίσχυση από άλλους υποστηρικτές του. Παράλληλα 4.000 μισθοφόροι, πλήρως εξοπλισμένοι, είχαν τεθεί στη διάθεσή του από τον Γάλλο βασιλιά. Σκωτσέζοι, Ουαλοί εξόριστοι και Βρεττόνοι από τη Γαλλία συμπλήρωναν τον στρατό του. Οι Ουαλοί δημιουργούσαν τον πυρήνα των τοξοτών του.
Η ΕΙΣΒΟΛΗ
Μετά την επιτυχή αντιμετώπιση της εξέγερσης, τον Οκτώβριο του 1483, και τον θάνατο του γιου του, τον Απρίλιο του επόμενου έτους, ο Ριχάρδος άρχισε να προετοιμάζεται συστηματικά για την εισβολή του Ερρίκου Τυδώρ και των υποστηρικτών του που σκόπευαν να τον εκθρονίσουν. Ηταν γνώστης των προθέσεων του αντιπάλου του ήδη από τα Χριστούγεννα του 1483, όταν ο τελευταίος στον καθεδρικό ναό της Ρεν στη Γαλλία εξέφρασε δημόσια την επιθυμία ανάληψης της βασιλείας και ορκίστηκε να νυμφευθεί την κόρη του Εδουάρδου Δ', Ελισάβετ της Υόρκης.
Ο επόμενος χρόνος ήταν περίοδος προετοιμασίας και για τον Ερρίκο, που συγκέντρωνε χρήματα και στρατιώτες για να εισβάλει στην Αγγλία και να διεκδικήσει τον θρόνο. Η προετοιμασία καθυστερούσε λόγω αδυναμίας εύρεσης χρημάτων για τη συγκρότηση στρατού. Ο Γάλλος βασιλιάς, Κάρολος Η', φοβούμενος ενδεχόμενη εισβολή από τον Ριχάρδο στη χώρα του, αποφάσισε να χρηματοδοτήσει κατά το μεγαλύτερο ποσοστό τον Ερρίκο και να του παράσχει και 4.000 Γάλλους μισθοφόρους. Ετσι στα μέσα του 1485 και με τις τελευταίες προετοιμασίες να εξελίσσονται στη Γαλλία, ο Ερρίκος ήταν έτοιμος να κινηθεί.
Την 1η Αυγούστου τελικά απέπλευσε από την πόλη Αρφλέρ στις όχθες του ποταμού Σηκουάνα. Επειτα από έξι ημέρες αποβιβάστηκε στην ακτή του Πέμπροκσάιρ στη νοτιοδυτική Ουαλία. Στις 7 Αυγούστου άρχισε να κινείται βορειοανατολικά προς αναζήτηση συμμάχων και στρατιωτών. Επιστολές για συνδρομή στον αγώνα του εναντίον του Ριχάρδου εστάλησαν προς κάθε δυνατή κατεύθυνση σε όλο το βασίλειο.
Μικρά σώματα Ουαλών υποστηρικτών ενώθηκαν με τον στρατό του Ερρίκου καθώς εκείνος διέσχιζε την ουαλική ενδοχώρα. Ο Ερρίκος δεν μπορούσε να γνωρίζει μέχρι τότε πόσοι άνθρωποι θα τον ακολουθούσαν, έστω κι αν ήταν γνωστός ευγενής με αξιώματα ο οποίος διεκδικούσε τον θρόνο της Αγγλίας.
Οι δύο ισχυρότεροι ευγενείς της περιοχής, Ράις απ Τόμας και Γουώλτερ Χέρμπερτ, τηρούσαν στάση αναμονής και δεν συνέδραμαν τον αγώνα του Ερρίκου, ούτε έσπευσαν να τον αντιμετωπίσουν σε μάχη, καθιστώντας τον έτσι πολύ προσεκτικό στις κινήσεις του. Ο Ράις απ Τόμας ήταν ηττημένος υποστηρικτής του οίκου των Λάνκαστερ αλλά ο βασιλιάς Ριχάρδος, φοβούμενος τη δύναμη που είχε στην Ουαλία, είχε απαιτήσει να κρατήσει ως όμηρο τον γιο του με αντάλλαγμα την υποταγή του.
Εκείνος είχε αρνηθεί να του τον παραδώσει, κλονίζοντας περαιτέρω τη σχέση του με τον Ριχάρδο. Με την ελπίδα να αποκαταστήσει την τιμή του ονόματός του και του οίκου τον οποίο υποστήριζε, αποφάσισε μετά από λίγες ημέρες παραμονής του Ερρίκου στην Ουαλία να τον υποστηρίξει στον σκοπό του.
Ενας άλλος ευγενής και πατριός του Ερρίκου, ο λόρδος Στάνλεϋ Τάλμποτ, δεν είχε δώσει σημεία προσέγγισης και ήταν εξαιρετικά αμφίβολο αν θα το έκανε όταν ο Ριχάρδος πληροφορείτο την εισβολή του Ερρίκου. Στις 11 Αυγούστου ο Ριχάρδος ενημερώθηκε αλλά δεν ανησύχησε διότι πίστευε πως θα ήταν μια εισβολή μικρή σε έκταση, λόγω της περιορισμένης κινητικότητας των αντιπάλων του στην Αγγλία.
Ενας άλλος ευγενής και πατριός του Ερρίκου, ο λόρδος Στάνλεϋ Τάλμποτ, δεν είχε δώσει σημεία προσέγγισης και ήταν εξαιρετικά αμφίβολο αν θα το έκανε όταν ο Ριχάρδος πληροφορείτο την εισβολή του Ερρίκου. Στις 11 Αυγούστου ο Ριχάρδος ενημερώθηκε αλλά δεν ανησύχησε διότι πίστευε πως θα ήταν μια εισβολή μικρή σε έκταση, λόγω της περιορισμένης κινητικότητας των αντιπάλων του στην Αγγλία.
Αφού παρακολούθησε την τέλεση του μυστηρίου της Κοίμησης της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου, έδωσε εντολές σε ευγενείς, αξιωματικούς και υπεύθυνους επιστράτευσης να κινητοποιηθούν και να συγκεντρώσουν στρατό. Παράλληλα πληροφορήθηκε την αυτομόληση του Ουαλού Ράις απ Τόμας και την αύξηση της δύναμης του στρατού του Ερρίκου, που απαρτιζόταν (μεταξύ των άλλων) και από ευγενείς οι οποίοι έδειχναν την προτίμησή τους στον τελευταίο.
Ο Ερρίκος κατά το διάστημα αυτό αποφάσισε να κινηθεί προς τα ανατολικά ώστε να προσεγγίσει το Λονδίνο με απώτερο σκοπό να αποσπάσει τη βοήθεια του πατριού του, λόρδου Στάνλεϋ Τάλμποτ και του αδελφού του τελευταίου Γουλιέλμου. Χωρίς τη συνδρομή τους, που περιελάμβανε μεγάλο αριθμό στρατιωτών, οι πιθανότητες να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον βασιλικό στρατό ήταν πολύ λίγες. Η στάση τους θα έκρινε κατά ένα μεγάλο ποσοστό την έκβαση της επερχόμενης μάχης.
Στις 20 Αυγούστου, έπειτα από μια μακρά πορεία στην αγγλική ενδοχώρα και ενίσχυση των στρατευμάτων του από πιστούς στον οίκο των Λάνκαστερ, ο Ερρίκος στρατοπέδευσε στην πόλη Λέστερ. Εκεί ήλθε σε επαφή με τους αδελφούς Τάλμποτ για να εξακριβώσει τις προθέσεις τους. Την ίδια ημέρα ο Ριχάρδος ξεκίνησε από το κάστρο του Νότιγχαμ σε σχηματισμό μάχης. Εφθασε κοντά στο Λέστερ στις 21 Αυγούστου και στρατοπέδευσε στον λόφο Αλμπιον, τρία χιλιόμετρα περίπου νότια του χωριού Μπόσγουορθ, αναμένοντας τον αντίπαλό του.
Η ΜΑΧΗ
Ο Ριχάρδος τα ξημερώματα της 22ας Αυγούστου κάλπασε με το άλογό του μαζί με τους ακολούθους του ως την άκρη του λόφου για να παρατηρήσει τη διάταξη του αντίπαλου στρατού που ξεδιπλωνόταν στο βάθος του ορίζοντα.
Ο Ερρίκος και ο στρατός του, δύναμης 5.000 ανδρών, άρχισε την ανάπτυξή του για να αντιμετωπίσει τον πολυάριθμο βασιλικό στρατό. Λόγω του μικρού αριθμού των στρατιωτών του συγκρότησε ένα συμπαγές σώμα, ικανό να αμυνθεί αλλά και να επιτεθεί αποτελεσματικά αν η τροπή της μάχης του επέτρεπε κάτι τέτοιο. Επικεφαλής τέθηκε ο πιστός του ακόλουθος από την εξορία στη Γαλλία Ιωάννης, κόμης της Οξφόρδης. Ο Ερρίκος παρέμεινε πίσω από το στράτευμα με μια μικρή σωματοφυλακή από τους ικανότερους ιππότες και το λάβαρό του.
Ο στρατός του Ριχάρδου (10.000 άνδρες) χωρίστηκε σε τρία τμήματα λόγω του μεγέθους του και σύμφωνα με την τακτική της εποχής. Την εμπροσθοφυλακή οδηγούσε ο Ιωάννης, δούκας του Νόρφολκ, ικανός στρατιώτης και σύμμαχος του Ριχάρδου. Ο Ριχάρδος τέθηκε επικεφαλής του κυρίου σώματος μαζί με τη βασιλική φρουρά. Στην οπισθοφυλακή ορίστηκε επικεφαλής ο Ερρίκος Πέρσυ, κόμης του Νορθάμπερλαντ, ένας ισχυρός αριστοκράτης του βορρά της Αγγλίας.
Οι αδελφοί Τάλμποτ έφθασαν στο πεδίο της επερχόμενης μάχης μετά την τοποθέτηση των δύο αντιπάλων, έχοντας υπό τις διαταγές τους ένα σώμα 6.000 ανδρών περίπου. Επέλεξαν μια θέση ανάμεσα στους δύο στρατούς στα δυτικά, σαν να ήταν επόπτες της μάχης. Σύντομα θα αποδεικνυόταν η καταλυτική επίδρασή τους στην έκβασή της.
Ο Ερρίκος Τυδώρ βλέποντας αυτή την εξέλιξη έστειλε έναν απεσταλμένο στον πατριό του, λόρδο Στάνλεϋ, ζητώντας του να τον ενισχύσει την ύστατη εκείνη στιγμή πριν από τη σύγκρουση. Ο λόρδος του απάντησε λέγοντάς του να είναι προσεκτικός με τη διάταξη του στρατού του αντί να ζητά τη βοήθεια των δικών του ανδρών.
Ο Ερρίκος μη έχοντας άλλη επιλογή από το να πολεμήσει μόνος του άρχισε να κινείται εναντίον του Ριχάρδου. Ο λόρδος Στάνλεϋ με 3.000 άνδρες αποσύρθηκε στους πρόποδες ενός λόφου κοντά στην πόλη Ντάρλιγκτον, διατηρώντας την εντύπωση πως αποτελούσε την οπισθοφυλακή του Ριχάρδου.
Εστειλε όμως και μια μικρή δύναμη από επίλεκτους άνδρες στον στρατό του Ερρίκου για βοήθεια. Συγχρόνως ο αδελφός του Γουλιέλμος, επικεφαλής των υπόλοιπων 3.000 ανδρών, πλησίασε αρκετά τους εισβολείς. Αυτή η εξέλιξη εξόργισε τον Ριχάρδο, που παρακολουθούσε από τον λόφο Αλμπιον. Οι φόβοι του για την πίστη των αδελφών Στάνλεϋ προς το πρόσωπό του επιβεβαιώθηκαν με τον πλέον επώδυνο τρόπο. Οργισμένος καθώς ήταν, διέταξε την εκτέλεση του γιου του λόρδου Στάνλεϋ, Τζώρτζ.
Ο στρατός του Ερρίκου άρχισε τότε να προχωρεί με συνοχή και αποφασιστικότητα υπό την ηγεσία του κόμη της Οξφόρδης. Οταν πλησίαζε τις δυνάμεις του Ριχάρδου εκείνος διέταξε τους χειριστές των πυροβόλων να ανοίξουν πυρ. Οι οβίδες άρχισαν να δημιουργούν κενά στην παράταξη του Ερρίκου, αναγκάζοντας τον κόμη της Οξφόρδης να αλλάξει την πορεία του. Από την κατά μέτωπο προσβολή του εχθρού, η οποία θα προκαλούσε πολλές απώλειες στον ήδη σκληρά δοκιμαζόμενο στρατό του, ο κόμης αποφάσισε να πλευροκοπήσει την αντίπαλη παράταξη.
Κινήθηκε παράλληλα με τον στρατό του Ριχάρδου και όταν έφθασε σε απόσταση βολής για τους Ουαλούς τοξότες του επιτέθηκε εναντίον του Ιωάννη, δούκα του Νόρφολκ, που ήταν επικεφαλής του τρίτου σώματος του βασιλικού στρατού. Μετά από εκτοξεύσεις βελών και από τις δύο πλευρές και μερικά πυρά από φορητά πυροβόλα όπλα ο δούκας του Νόρφολκ αποφάσισε να λάβει την πρωτοβουλία και επιτέθηκε εναντίον του στρατού των επαναστατών κατεβαίνοντας γρήγορα τον λόφο.
Ο Ερρίκος κατά το διάστημα αυτό αποφάσισε να κινηθεί προς τα ανατολικά ώστε να προσεγγίσει το Λονδίνο με απώτερο σκοπό να αποσπάσει τη βοήθεια του πατριού του, λόρδου Στάνλεϋ Τάλμποτ και του αδελφού του τελευταίου Γουλιέλμου. Χωρίς τη συνδρομή τους, που περιελάμβανε μεγάλο αριθμό στρατιωτών, οι πιθανότητες να αντιμετωπίσει με επιτυχία τον βασιλικό στρατό ήταν πολύ λίγες. Η στάση τους θα έκρινε κατά ένα μεγάλο ποσοστό την έκβαση της επερχόμενης μάχης.
Στις 20 Αυγούστου, έπειτα από μια μακρά πορεία στην αγγλική ενδοχώρα και ενίσχυση των στρατευμάτων του από πιστούς στον οίκο των Λάνκαστερ, ο Ερρίκος στρατοπέδευσε στην πόλη Λέστερ. Εκεί ήλθε σε επαφή με τους αδελφούς Τάλμποτ για να εξακριβώσει τις προθέσεις τους. Την ίδια ημέρα ο Ριχάρδος ξεκίνησε από το κάστρο του Νότιγχαμ σε σχηματισμό μάχης. Εφθασε κοντά στο Λέστερ στις 21 Αυγούστου και στρατοπέδευσε στον λόφο Αλμπιον, τρία χιλιόμετρα περίπου νότια του χωριού Μπόσγουορθ, αναμένοντας τον αντίπαλό του.
Η ΜΑΧΗ
Ο Ριχάρδος τα ξημερώματα της 22ας Αυγούστου κάλπασε με το άλογό του μαζί με τους ακολούθους του ως την άκρη του λόφου για να παρατηρήσει τη διάταξη του αντίπαλου στρατού που ξεδιπλωνόταν στο βάθος του ορίζοντα.
Ο Ερρίκος και ο στρατός του, δύναμης 5.000 ανδρών, άρχισε την ανάπτυξή του για να αντιμετωπίσει τον πολυάριθμο βασιλικό στρατό. Λόγω του μικρού αριθμού των στρατιωτών του συγκρότησε ένα συμπαγές σώμα, ικανό να αμυνθεί αλλά και να επιτεθεί αποτελεσματικά αν η τροπή της μάχης του επέτρεπε κάτι τέτοιο. Επικεφαλής τέθηκε ο πιστός του ακόλουθος από την εξορία στη Γαλλία Ιωάννης, κόμης της Οξφόρδης. Ο Ερρίκος παρέμεινε πίσω από το στράτευμα με μια μικρή σωματοφυλακή από τους ικανότερους ιππότες και το λάβαρό του.
Ο στρατός του Ριχάρδου (10.000 άνδρες) χωρίστηκε σε τρία τμήματα λόγω του μεγέθους του και σύμφωνα με την τακτική της εποχής. Την εμπροσθοφυλακή οδηγούσε ο Ιωάννης, δούκας του Νόρφολκ, ικανός στρατιώτης και σύμμαχος του Ριχάρδου. Ο Ριχάρδος τέθηκε επικεφαλής του κυρίου σώματος μαζί με τη βασιλική φρουρά. Στην οπισθοφυλακή ορίστηκε επικεφαλής ο Ερρίκος Πέρσυ, κόμης του Νορθάμπερλαντ, ένας ισχυρός αριστοκράτης του βορρά της Αγγλίας.
Οι αδελφοί Τάλμποτ έφθασαν στο πεδίο της επερχόμενης μάχης μετά την τοποθέτηση των δύο αντιπάλων, έχοντας υπό τις διαταγές τους ένα σώμα 6.000 ανδρών περίπου. Επέλεξαν μια θέση ανάμεσα στους δύο στρατούς στα δυτικά, σαν να ήταν επόπτες της μάχης. Σύντομα θα αποδεικνυόταν η καταλυτική επίδρασή τους στην έκβασή της.
Ο Ερρίκος Τυδώρ βλέποντας αυτή την εξέλιξη έστειλε έναν απεσταλμένο στον πατριό του, λόρδο Στάνλεϋ, ζητώντας του να τον ενισχύσει την ύστατη εκείνη στιγμή πριν από τη σύγκρουση. Ο λόρδος του απάντησε λέγοντάς του να είναι προσεκτικός με τη διάταξη του στρατού του αντί να ζητά τη βοήθεια των δικών του ανδρών.
Ο Ερρίκος μη έχοντας άλλη επιλογή από το να πολεμήσει μόνος του άρχισε να κινείται εναντίον του Ριχάρδου. Ο λόρδος Στάνλεϋ με 3.000 άνδρες αποσύρθηκε στους πρόποδες ενός λόφου κοντά στην πόλη Ντάρλιγκτον, διατηρώντας την εντύπωση πως αποτελούσε την οπισθοφυλακή του Ριχάρδου.
Εστειλε όμως και μια μικρή δύναμη από επίλεκτους άνδρες στον στρατό του Ερρίκου για βοήθεια. Συγχρόνως ο αδελφός του Γουλιέλμος, επικεφαλής των υπόλοιπων 3.000 ανδρών, πλησίασε αρκετά τους εισβολείς. Αυτή η εξέλιξη εξόργισε τον Ριχάρδο, που παρακολουθούσε από τον λόφο Αλμπιον. Οι φόβοι του για την πίστη των αδελφών Στάνλεϋ προς το πρόσωπό του επιβεβαιώθηκαν με τον πλέον επώδυνο τρόπο. Οργισμένος καθώς ήταν, διέταξε την εκτέλεση του γιου του λόρδου Στάνλεϋ, Τζώρτζ.
Ο στρατός του Ερρίκου άρχισε τότε να προχωρεί με συνοχή και αποφασιστικότητα υπό την ηγεσία του κόμη της Οξφόρδης. Οταν πλησίαζε τις δυνάμεις του Ριχάρδου εκείνος διέταξε τους χειριστές των πυροβόλων να ανοίξουν πυρ. Οι οβίδες άρχισαν να δημιουργούν κενά στην παράταξη του Ερρίκου, αναγκάζοντας τον κόμη της Οξφόρδης να αλλάξει την πορεία του. Από την κατά μέτωπο προσβολή του εχθρού, η οποία θα προκαλούσε πολλές απώλειες στον ήδη σκληρά δοκιμαζόμενο στρατό του, ο κόμης αποφάσισε να πλευροκοπήσει την αντίπαλη παράταξη.
Κινήθηκε παράλληλα με τον στρατό του Ριχάρδου και όταν έφθασε σε απόσταση βολής για τους Ουαλούς τοξότες του επιτέθηκε εναντίον του Ιωάννη, δούκα του Νόρφολκ, που ήταν επικεφαλής του τρίτου σώματος του βασιλικού στρατού. Μετά από εκτοξεύσεις βελών και από τις δύο πλευρές και μερικά πυρά από φορητά πυροβόλα όπλα ο δούκας του Νόρφολκ αποφάσισε να λάβει την πρωτοβουλία και επιτέθηκε εναντίον του στρατού των επαναστατών κατεβαίνοντας γρήγορα τον λόφο.
Προσπάθησε να εκμεταλλευθεί στο έπακρο το τακτικό πλεονέκτημα που του έδινε η θέση του από την κορυφή του λόφου. Η πρώτη σύγκρουση ήταν σφοδρή, με έναν κρότο που θύμιζε βροντή κεραυνού, καθώς το μέταλλο κτυπούσε πάνω σε μέταλλο. Θωρακισμένοι ιππότες, βαρύ πεζικό, λογχοφόροι και τοξότες ενεπλάκησαν στη σφαγή. Σπαθιά, δόρατα και λογχοπελέκεις είχαν αναλάβει τον ρόλο τον οποίο πριν από λίγο είχαν τα τόξα και τα πυροβόλα όπλα.
Η παράταξη του κόμη της Οξφόρδης κλονίστηκε από την ορμή της επίθεσης. Ομως οι άνδρες του δεν υποχώρησαν. Αντιστάθηκαν λυσσαλέα και προκάλεσαν πολλές απώλειες στους αντιπάλους τους. Μετά από μια αμφίρροπη σύγκρουση οι άνδρες του Ερρίκου πέρασαν στην αντεπίθεση, απώθησαν κι άλλο τους αντιπάλους τους και σχημάτισαν ένα νέο μέτωπο, στενόμακρο αυτή τη φορά, προκειμένου να διασπάσουν την εχθρική παράταξη. Οι άνδρες του Νόρφολκ, μη μπορώντας να περικυκλώσουν τους αντιπάλους τους εξαιτίας αυτού του ελιγμού αλλά και της παρενόχλησης από τους έφιππους ιππότες του Γουλιέλμου Τάλμποτ, μάχονταν τοπικά και έτσι γίνονταν πολύ ευάλωτοι.
Ο Ριχάρδος άρχισε να χάνει την ψυχραιμία του λόγω αυτής της εξέλιξης και της προκλητικής απραξίας στην οποία είχε υποχρεώσει ο λόρδος Στάνλεϋ Τάλμποτ τους στρατιώτες του
παρακολουθώντας από μακριά τη μάχη. Ο Ερρίκος με τη σειρά του άρχισε να προωθείται με τους εναπομείναντες επίλεκτους στρατιώτες του που δεν είχαν εμπλακεί ακόμη στη μάχη, αναγκάζοντας τον Ριχάρδο να αποφασίσει να επέμβει προσωπικά επιτιθέμενος κατά μέτωπο εναντίον του.
Η παράταξη του κόμη της Οξφόρδης κλονίστηκε από την ορμή της επίθεσης. Ομως οι άνδρες του δεν υποχώρησαν. Αντιστάθηκαν λυσσαλέα και προκάλεσαν πολλές απώλειες στους αντιπάλους τους. Μετά από μια αμφίρροπη σύγκρουση οι άνδρες του Ερρίκου πέρασαν στην αντεπίθεση, απώθησαν κι άλλο τους αντιπάλους τους και σχημάτισαν ένα νέο μέτωπο, στενόμακρο αυτή τη φορά, προκειμένου να διασπάσουν την εχθρική παράταξη. Οι άνδρες του Νόρφολκ, μη μπορώντας να περικυκλώσουν τους αντιπάλους τους εξαιτίας αυτού του ελιγμού αλλά και της παρενόχλησης από τους έφιππους ιππότες του Γουλιέλμου Τάλμποτ, μάχονταν τοπικά και έτσι γίνονταν πολύ ευάλωτοι.
Ο Ριχάρδος άρχισε να χάνει την ψυχραιμία του λόγω αυτής της εξέλιξης και της προκλητικής απραξίας στην οποία είχε υποχρεώσει ο λόρδος Στάνλεϋ Τάλμποτ τους στρατιώτες του
παρακολουθώντας από μακριά τη μάχη. Ο Ερρίκος με τη σειρά του άρχισε να προωθείται με τους εναπομείναντες επίλεκτους στρατιώτες του που δεν είχαν εμπλακεί ακόμη στη μάχη, αναγκάζοντας τον Ριχάρδο να αποφασίσει να επέμβει προσωπικά επιτιθέμενος κατά μέτωπο εναντίον του.
Εκείνος, αφού φόρεσε την περικεφαλαία με το βασιλικό στέμμα, συγκέντρωσε τους πιστούς στρατιώτες και την ακολουθία του και μαζί τον σημαιοφόρο του Πέρσιβαλ Θίργουολ και κάλπασε προς τον Ερρίκο. Ο Ριχάρδος απογοητευμένος είδε και το δεύτερο σώμα του στρατού του με επικεφαλής τον Ερρίκο Πέρσυ να μη σπεύδει προς βοήθεια του κλονιζόμενου κόμη του Νόρφολκ και των ανδρών του. Επρεπε να κερδίσει τη μάχη εκείνη την ημέρα, αλλιώς θα πέθαινε. Δεν θα είχε άλλη μέρα για να πολεμήσει.
Ηδη η εμπιστοσύνη των ευγενών ακολούθων του είχε κλονιστεί και αυτό φαινόταν στην αρνητική εξέλιξη της μάχης. Επρεπε να αντιμετωπίσει ο ίδιος τον Ερρίκο και να τον σκοτώσει. Πιστοί στον Ερρίκο ιππότες έσπευσαν να του κλείσουν τον δρόμο. Ομως ήταν τέτοια η μανία του ώστε σκότωσε πολλούς από αυτούς, ανάμεσά τους και τον σημαιοφόρο του Ερρίκου. Ο τελευταίος προς ανακούφιση των στρατιωτών του δεν υποχώρησε, αλλά περίμενε να αντιμετωπίσει τον Ριχάρδο. Τότε η σωματοφυλακή του τοποθετήθηκε ανάμεσα σε εκείνον και στον Ριχάρδο και τον συγκράτησε.
Μέσα στον ορυμαγδό της αμφίρροπης μάχης ο Γουλιέλμος Τάλμποτ έδειξε έμπρακτα τις προθέσεις του. Εσπευσε να ενισχύσει το δοκιμαζόμενο σώμα του Ερρίκου με τους στρατιώτες του προκειμένου να σκοτώσει τον Ριχάρδο. Ο τελευταίος ήξερε ότι είχε φθάσει το τέλος. Δεχόταν τη μοίρα άφοβος, χωρίς να χαμηλώσει το κεφάλι και τα όπλα του.
Φωνάζοντας "Προδοσία, Προδοσία, Προδοσία!" εξόντωσε μερικούς ακόμη αντιπάλους του. Ομως ήταν απελπιστικά μόνος και περικυκλωμένος. Τελικά έπεσε πληγωμένος θανάσιμα από έναν απλό πεζό που τον κτύπησε με τη λόγχη του. Ο Ριχάρδος ήταν νεκρός. Ο δούκας του Νόρφολκ το ίδιο. Η μάχη είχε τελειώσει. Ο Ερρίκος ήταν νικητής και βασιλιάς.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Μετά τον θάνατο του Ριχάρδου ο Ερρίκος αποσύρθηκε σε παρακείμενο λόφο. Εκεί έλαβε και το βασιλικό στέμμα που είχε βρεθεί κοντά στη σορό του Ριχάρδου. Ο χώρος αυτός ονομάστηκε αργότερα «Λόφος του στέμματος».
Το σώμα του Ριχάρδου υπέστη κακομεταχείριση. Οι στρατιώτες του Ερρίκου αφαίρεσαν όλα σχεδόν τα ενδύματα. Αργότερα η σορός μεταφέρθηκε στο Λέστερ και εκτέθηκε στον ναό της Παρθένου Μαρίας επί δύο ημέρες, ώστε οι υπήκοοι να πιστέψουν πως ο βασιλιάς ήταν νεκρός. Κατόπιν ετάφη βιαστικά χωρίς καμιά επιτύμβια στήλη και μετά από λίγα χρόνια τα οστά ρίφθηκαν στον ποταμό Σόαρ.
Η νέα τάξη πραγμάτων άρχισε να υλοποιείται στην Αγγλία μέσω των πράξεων του Ερρίκου μετά τη νίκη του κατά τη μάχη του Μπόσγουορθ.
Πιθανοί αντίπαλοι και αντίζηλοι φυλακίζονταν και κρατούντο όμηροι σε διάφορα κάστρα ανά την επικράτεια. Οσοι είχαν υποστηρίξει τον Ερρίκο κατά την παραμονή του στη Γαλλία και μετέπειτα στην Αγγλία ανταμείβονταν από τον ίδιο με χρήματα, κτήματα και αξιώματα. Στις 30 Οκτωβρίου 1485 ο Ερρίκος Τυδώρ στέφθηκε βασιλιάς ως Ερρίκος Ζ'. Στις 18 Ιανουαρίου του επόμενου έτους νυμφεύθηκε την Ελισάβετ της Υόρκης, ώστε με αυτό τον τρόπο να ενώσει τους δύο μέχρι τότε αντιμαχόμενους οίκους των Λάνκαστερ και της Υόρκης.
Τριάντα χρόνια έντονων συγκρούσεων δεν τερματίστηκαν με αυτό τον γάμο, όμως τυπικά τα πράγματα είχαν αλλάξει προς το καλύτερο. Κατά τη βασιλεία του Ερρίκου η Αγγλία γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και πλούτο, σε αντίθεση με την περίοδο μετά το τέλος του Εκατονταετούς Πολέμου.
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΤΩΝ ΡΟΔΩΝ
- 1455 - Ξεκινά ο Πόλεμος των Ρόδων, με τους υποστηρικτές του Οίκου της Υόρκης να νικούν στην πρώτη μάχη του Αγίου Αλβανού και να αιχμαλωτίζεται ο βασιλιάς Ερρίκο ΣΤ΄ της Αγγλίας. Εγκαθιδρύεται το κρατίδιο της Υόρκης και ο Ριχάρδος της Υόρκης γίνεται λόρδος προστάτης του βασιλείου.
- 1456 - Ο Ερρίκος ΣΤ΄ αναλαμβάνει την εξουσία, αλλά το 1459 καταρρέει. Υποστηρικτές της Υόρκης ωθήθηκαν σε εξορία και οι περιουσίες τους κατασχέθηκαν.
- 1460 - Ο Εδουάρδος του Νόργουιτς, γιος του Ριχάρδου της Υόρκης, νικά στη μάχη του Νορθάμπτον και ο Ερρίκος ΣΤ΄ αιχμαλωτίζεται εκ νέου. Εκτελούνται οι ηγέτες του οίκου του Λάνκαστερ. O Ερρίκος συνεχίζει να ασκεί εξουσία, αλλά με την προϋπόθεση ότι με το θάνατό του ο θρόνος θα περνούσε στον Εδουάρδο. Η βασίλισσα Μαργαρίτα του Ανζού δε δέχτηκε τους όρους και καταφεύγει στη Σκωτία. Ο στρατός των Λάνκαστερ, πιστός στον Ερρίκο ΣΤ΄, νικά στη μάχη του Γουέικφιλντ και σκοτώνεται ο Ριχάρδος της Υόρκης.
- 1461 - Στη δεύτερη μάχη του Αγίου Αλβανού, η Μαργαρίτα του Ανζού νικά τους Υορκιστές κι απελευθερώνει το σύζυγό της, Ερρίκο ΣΤ΄. Ωστόσο, ο Εδουάρδος της Υόρκης, που έχει νικήσει στη μάχη του Μόρτιμερ Κρος, καταλαμβάνει το Λονδίνο και ανακηρύσσεται βασιλιάς ως Εδουάρδος Δ΄ της Αγγλίας. Στη Μάχη του Τάουτον, ο Εδουάρδος νικά τη βασίλισσα Μαργαρίτα του Ανζού κι οι Λάνκαστερ δολοφονούνται, εξορίζονται ή εκτελούνται.
- 1464 - Οι Λάνκαστερ ηττούνται στη Μάχη του Χέξαμ και την επόμενη χρονιά αιχμαλωτίζεται ο Ερρίκος ΣΤ΄.
- 1471 - Ο Εδουάρδος Δ΄ της Αγγλίας συμμαχεί με τη Βουργουνδία, επιστρέφει στην Αγγλία και κερδίζει στη μάχη του Μπάρνετ τους Λάνκαστερ. Στη μάχη σκοτώνεται ο Ρίτσαρντ Νέβιλ, 16ος κόμης του Γουόρικ. Με τη μάχη του Τιούκσμπερι, τίθεται προσωρινό τέλος στις διεκδικήσεις των Λάνκαστερ στον αγγλικό θρόνο και μεσολαβούν 14 χρόνια ειρήνης μέχρι το επόμενο πραξικόπημα.
- 1483 - Ο Εδουάρδος Δ΄ της Αγγλίας πεθαίνει και ο Ριχάρδος Γ΄ της Αγγλίας σφετερίζεται το θρόνο από τα αδέρφια Εδουάρδο Ε΄ και Ριχάρδο, τους Πρίγκιπες του Πύργου, οι οποίοι αιχμαλωτίζονται και πεθαίνουν. Ανέρχεται ο Ερρίκος Τυδώρ, κόμης του Ρίτσμοντ, απόγονος του Εδουάρδου Γ΄.
- 1485 - Με τη μάχη του Μπόσγουορθ, νικούν οι Λάνκαστερ και πεθαίνει ο Ριχάρδος Γ΄ της Αγγλίας. Στο θρόνο ανεβαίνει ο Ερρίκος Τυδώρ ως Ερρίκος Ζ΄ της Αγγλίας.
Άγγλοι Βασιλείς
- Ερρίκος ΣΤ΄ της Αγγλίας
- Εδουάρδος Δ΄ της Αγγλίας
- Εδουάρδος Ε΄ της Αγγλίας
- Ριχάρδος Γ΄ της Αγγλίας
- Ερρίκος Ζ΄ της Αγγλίας (Ιδρυτής των Τυδώρ, παντρεύτηκε κληρονόμο της Υόρκης)
Οίκος της Υόρκης
- Ελισάβετ Γούντβιλ, σύζυγος του Εδουάρδου Δ΄
- Γεώργιος του Κλάρενς
- Ριχάρδος της Υόρκης
- Ρίτσαρντ Νέβιλ, 16ος κόμης του Γουόρικ (Kingmaker)
- Ρίτσαρντ Νέβιλ, 5ος κόμης του Σάλσμπουρι
- Τζον Νέβιλ, μαρκήσιος του Μονταγκού
- Γουίλιαμ Νέβιλ, κόμης του Κεντ
- Τόμας Νέβιλ
- Μαργαρίτα του Ανζού, σύζυγος του Ερρίκου ΣΤ΄
- Ερρίκος Πέρσυ, 2ος κόμης του Νορθάμπερλαντ
- Ερρίκος Πέρσυ, 3ος κόμης του Νορθάμπερλαντ
- Ρίτσαρντ Νέβιλ, 16ος κόμης του Γουόρικ (Kingmaker)
- Εδμόνδος Μπωφόρ, 2ος δούκας του Σόμερσετ
- Ερρίκος Μπωφόρ, 3ος δούκας του Σόμερσετ
- Εδμόνδος Μπωφόρ, 4ος δούκας του Σόμερσετ
ΕΡΡΙΚΟΣ ΣΤ΄
Ανέβηκε στο θρόνο μετά τον αιφνίδιο θάνατο του πατέρα του το 1422, ενώ ήταν μόλις εννέα μηνών. Μετά το θάνατο του θείου του, Ιωάννη του Λάνκαστερ, δούκα του Μπέντφορντ, το 1435, περικυκλώθηκε από αντιδημοτικούς συμβούλους και αντιβασιλείς, οι πιο εξέχοντες εκ των οποίων ήταν ο θείος του Ερρίκου, Χάμφρεϊ Δούκας του Γκλόστερ, ο καρδινάλιος Ερρίκος Μπωφόρ και ο Γουλιέλμος του Σάφοκ. Οι δυο τελευταίοι κατηγορήθηκαν για κυβερνητική κακοδιαχείριση και κακό χειρισμό του συνεχιζόμενου Εκατονταετούς Πολέμου με τη Γαλλία. Επί Ερρίκου ΣΤ΄, χάθηκαν όλες οι αγγλικές κτήσεις στη Γαλλία, ακόμα και αυτές που είχαν κερδηθεί από τον πατέρα του.
Ο δούκας του Σάφοκ πέτυχε τη σύλληψη του Χάμφρεϊ του Γκλόστερ για προδοσία, ο οποίος πέθανε πριν γίνει η δίκη του, το 1447. Ο ίδιος ο Σάφοκ αργότερα στερήθηκε του αξιώματός του και δολοφονήθηκε κατά την εξόρισή του. Τον διαδέχτηκε ο Εδμόνδος Μπωφόρ, 2ος δούκας του Σόμερσετ, ο οποίος επιθυμούσε να συνάψει ειρήνη με τη Γαλλία. Ο δούκας της Υόρκης, που είχε διαδεχτεί τον δούκα του Μπέντφορντ ως Υποδιοικητής στη Γαλλία, αντιπροσώπευε εκείνους που επιθυμούσαν να συνεχίσουν ακόμα πιο δραστήρια τον πόλεμο και κατηγόρησε την αυλή, και ιδιαίτερα τον δούκα του Σόμερσετ, ότι του στερούσαν χρηματικούς πόρους και στρατιώτες κατά την εκστρατεία στη Γαλλία.
Σε όλες αυτές τις διαμάχες, ο Ερρίκος ΣΤ' δε συμμετείχε σχεδόν καθόλου, γι' αυτό και θεωρήθηκε αδύναμος και ανεπαρκής βασιλιάς. Επιπροσθέτως, ήταν διανοητικά ασταθής, που ίσως κληρονόμησε από τον παππού του, Κάρολο ΣΤ΄ της Γαλλίας. Ως το 1450, πολλοί θεωρούσαν ήδη τον Ερρίκο ανίκανο να ανταποκριθεί στα καθήκοντα και στις υποχρεώσεις του ως βασιλιά.
Το 1450, πραγματοποιήθηκε στο Κεντ μια βίαιη λαϊκή εξέγερση, με αρχηγό τον Τζακ Κέιντ, με αίτια εκβιασμούς από βασιλικούς αξιωματούχους και την αποτυχία του δικαστικού συστήματος να προστατέψει τους γηγενείς ιδιοκτήτες γης όλων των τάξεων. Οι επαναστάτες κατέλαβαν τμήματα του Λονδίνου, αλλά εκδιώχθηκαν από τους ίδιους πολίτες σε κάποια στιγμή, καθώς επιδόθηκαν σε πλιάτσικο. Οι επαναστάτες διαλύθηκαν μετά από υποτιθέμενη αμνηστία, αλλά ορισμένοι εκτελέστηκαν αργότερα, ανάμεσα στους οποίους και ο ίδιος ο Τζακ Κέιντ.
Δυο χρόνια αργότερα, ο Ριχάρδος της Υόρκης επέστρεψε στην Αγγλία ως Υποδιοικητής της Ιρλανδίας και βάδισε προς το Λονδίνο, ζητώντας την απομάκρυνση του δούκα του Σόμερσετ και ανασχηματισμό της κυβέρνησης. Σε αυτό το στάδιο, πολύ λίγοι ευγενείς δέχονταν μια τόσο δραστική λύση, με αποτέλεσμα ο Ριχάρδος να συλληφθεί στο Μπλάκχιθ του Λονδίνου. Φυλακίστηκε κατά τα έτη 1452-1453, αλλά ελευθερώθηκε με τον όρο ότι δε θα στασίαζε εναντίον της αυλής.
Η αυξανόμενη διχόνοια στην αυλή αντικατοπτριζόταν και σε ολόκληρη τη χώρα, όπου οικογένειες ευγενών έμπαιναν σε βεντέτα μεταξύ τους και δεν έδειχναν καθόλου σεβασμό στη βασιλική εξουσία και στη δικαιοσύνη, συνήθως οικογένειες παλαιών αριστοκρατών εναντίον μικρότερων ευγενών, οι οποίοι είχαν αυξήσει τη δύναμη και την επιρροή τους λόγω των διαφόρων εξεγέρσεων εναντίον του Ερρίκου. Η αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια, η πληθώρα ευγενών με ιδιωτικούς στρατούς και φέουδα και η διαφθορά της αυλής του Ερρίκου δημιούργησαν ένα πολιτικό κλίμα ώριμο για έναν εμφύλιο πόλεμο.
Ανέβηκε στο θρόνο μετά τον αιφνίδιο θάνατο του πατέρα του το 1422, ενώ ήταν μόλις εννέα μηνών. Μετά το θάνατο του θείου του, Ιωάννη του Λάνκαστερ, δούκα του Μπέντφορντ, το 1435, περικυκλώθηκε από αντιδημοτικούς συμβούλους και αντιβασιλείς, οι πιο εξέχοντες εκ των οποίων ήταν ο θείος του Ερρίκου, Χάμφρεϊ Δούκας του Γκλόστερ, ο καρδινάλιος Ερρίκος Μπωφόρ και ο Γουλιέλμος του Σάφοκ. Οι δυο τελευταίοι κατηγορήθηκαν για κυβερνητική κακοδιαχείριση και κακό χειρισμό του συνεχιζόμενου Εκατονταετούς Πολέμου με τη Γαλλία. Επί Ερρίκου ΣΤ΄, χάθηκαν όλες οι αγγλικές κτήσεις στη Γαλλία, ακόμα και αυτές που είχαν κερδηθεί από τον πατέρα του.
Ο δούκας του Σάφοκ πέτυχε τη σύλληψη του Χάμφρεϊ του Γκλόστερ για προδοσία, ο οποίος πέθανε πριν γίνει η δίκη του, το 1447. Ο ίδιος ο Σάφοκ αργότερα στερήθηκε του αξιώματός του και δολοφονήθηκε κατά την εξόρισή του. Τον διαδέχτηκε ο Εδμόνδος Μπωφόρ, 2ος δούκας του Σόμερσετ, ο οποίος επιθυμούσε να συνάψει ειρήνη με τη Γαλλία. Ο δούκας της Υόρκης, που είχε διαδεχτεί τον δούκα του Μπέντφορντ ως Υποδιοικητής στη Γαλλία, αντιπροσώπευε εκείνους που επιθυμούσαν να συνεχίσουν ακόμα πιο δραστήρια τον πόλεμο και κατηγόρησε την αυλή, και ιδιαίτερα τον δούκα του Σόμερσετ, ότι του στερούσαν χρηματικούς πόρους και στρατιώτες κατά την εκστρατεία στη Γαλλία.
Σε όλες αυτές τις διαμάχες, ο Ερρίκος ΣΤ' δε συμμετείχε σχεδόν καθόλου, γι' αυτό και θεωρήθηκε αδύναμος και ανεπαρκής βασιλιάς. Επιπροσθέτως, ήταν διανοητικά ασταθής, που ίσως κληρονόμησε από τον παππού του, Κάρολο ΣΤ΄ της Γαλλίας. Ως το 1450, πολλοί θεωρούσαν ήδη τον Ερρίκο ανίκανο να ανταποκριθεί στα καθήκοντα και στις υποχρεώσεις του ως βασιλιά.
Το 1450, πραγματοποιήθηκε στο Κεντ μια βίαιη λαϊκή εξέγερση, με αρχηγό τον Τζακ Κέιντ, με αίτια εκβιασμούς από βασιλικούς αξιωματούχους και την αποτυχία του δικαστικού συστήματος να προστατέψει τους γηγενείς ιδιοκτήτες γης όλων των τάξεων. Οι επαναστάτες κατέλαβαν τμήματα του Λονδίνου, αλλά εκδιώχθηκαν από τους ίδιους πολίτες σε κάποια στιγμή, καθώς επιδόθηκαν σε πλιάτσικο. Οι επαναστάτες διαλύθηκαν μετά από υποτιθέμενη αμνηστία, αλλά ορισμένοι εκτελέστηκαν αργότερα, ανάμεσα στους οποίους και ο ίδιος ο Τζακ Κέιντ.
Δυο χρόνια αργότερα, ο Ριχάρδος της Υόρκης επέστρεψε στην Αγγλία ως Υποδιοικητής της Ιρλανδίας και βάδισε προς το Λονδίνο, ζητώντας την απομάκρυνση του δούκα του Σόμερσετ και ανασχηματισμό της κυβέρνησης. Σε αυτό το στάδιο, πολύ λίγοι ευγενείς δέχονταν μια τόσο δραστική λύση, με αποτέλεσμα ο Ριχάρδος να συλληφθεί στο Μπλάκχιθ του Λονδίνου. Φυλακίστηκε κατά τα έτη 1452-1453, αλλά ελευθερώθηκε με τον όρο ότι δε θα στασίαζε εναντίον της αυλής.
Η αυξανόμενη διχόνοια στην αυλή αντικατοπτριζόταν και σε ολόκληρη τη χώρα, όπου οικογένειες ευγενών έμπαιναν σε βεντέτα μεταξύ τους και δεν έδειχναν καθόλου σεβασμό στη βασιλική εξουσία και στη δικαιοσύνη, συνήθως οικογένειες παλαιών αριστοκρατών εναντίον μικρότερων ευγενών, οι οποίοι είχαν αυξήσει τη δύναμη και την επιρροή τους λόγω των διαφόρων εξεγέρσεων εναντίον του Ερρίκου. Η αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια, η πληθώρα ευγενών με ιδιωτικούς στρατούς και φέουδα και η διαφθορά της αυλής του Ερρίκου δημιούργησαν ένα πολιτικό κλίμα ώριμο για έναν εμφύλιο πόλεμο.
Μιας και ο βασιλιάς επηρεαζόταν τόσο εύκολα, η εξουσία βρισκόταν στα χέρια των αυλικών που βρίσκονταν κοντύτερα στον ίδιο, με άλλα λόγια τον δούκα του Σόμερσετ και τους Λάνκαστερ. Ο Ριχάρδος της Υόρκης και οι υπόλοιποι υποστηρικτές του οίκου, που δε βρίσκονταν τόσο κοντά στη θέση εξουσίας, βρέθηκαν να χάνουν σταδιακά τη δύναμή τους, ενώ παράλληλα ο Ερρίκος Δ' πειθόταν να προσφέρει όλο και περισσότερη γη στους Λάνκαστερ.
Το 1453, ο Ερρίκος Δ΄ υπέφερε από την πρώτη διανοητική κατάρρευση, σε σειρά πολλών υπολοίπων τα επόμενα χρόνια, κατά την οποία δεν αναγνώριζε ούτε τον ίδιο το νεογέννητο γιο του, Εδουάρδο του Γουέστμινστερ. Οργανώθηκε συμβούλιο Αντιβασιλείας, με ηγέτη τον Ριχάρδο της Υόρκης ως Λόρδο προστάτη του βασιλείου. Ο Ριχάρδος φυλάκισε το δούκα του Σόμερσετ και υποστήριξε τους συμμάχους του, την οικογένεια των Νέβιλ, στη συνεχιζόμενη βεντέτα τους με τους Πέρσυ.
Ο Ερρίκος ανένηψε το 1455 και για άλλη μια φορά βρέθηκε υπό την επιρροή των κοντινότερων αυλικών του. Ο Ριχάρδος της Υόρκης εκδιώχθηκε από την αυλή από την ισχυρή και επιθετική σύζυγο του Ερρίκου, Μαργαρίτα του Ανζού, η οποία δρούσε ως ντε φάκτο ηγέτης των Λάνκαστερ και είχε φτιάξει μια συμμαχία ευγενών εναντίον του Ριχάρδου και της επιρροής του. O ανατραπείς Ριχάρδος, ο οποίος φοβόταν πιθανή σύλληψη για προδοσία, αναγκάστηκε να καταφύγει σε ένοπλη αντίδραση το 1455.
Το 1453, ο Ερρίκος Δ΄ υπέφερε από την πρώτη διανοητική κατάρρευση, σε σειρά πολλών υπολοίπων τα επόμενα χρόνια, κατά την οποία δεν αναγνώριζε ούτε τον ίδιο το νεογέννητο γιο του, Εδουάρδο του Γουέστμινστερ. Οργανώθηκε συμβούλιο Αντιβασιλείας, με ηγέτη τον Ριχάρδο της Υόρκης ως Λόρδο προστάτη του βασιλείου. Ο Ριχάρδος φυλάκισε το δούκα του Σόμερσετ και υποστήριξε τους συμμάχους του, την οικογένεια των Νέβιλ, στη συνεχιζόμενη βεντέτα τους με τους Πέρσυ.
Ο Ερρίκος ανένηψε το 1455 και για άλλη μια φορά βρέθηκε υπό την επιρροή των κοντινότερων αυλικών του. Ο Ριχάρδος της Υόρκης εκδιώχθηκε από την αυλή από την ισχυρή και επιθετική σύζυγο του Ερρίκου, Μαργαρίτα του Ανζού, η οποία δρούσε ως ντε φάκτο ηγέτης των Λάνκαστερ και είχε φτιάξει μια συμμαχία ευγενών εναντίον του Ριχάρδου και της επιρροής του. O ανατραπείς Ριχάρδος, ο οποίος φοβόταν πιθανή σύλληψη για προδοσία, αναγκάστηκε να καταφύγει σε ένοπλη αντίδραση το 1455.
ΕΔΟΥΑΡΔΟΣ Δ'
Ο Εδουάρδος στέφθηκε ως Εδουάρδος Δ΄ της Αγγλίας το 1461 στο Λονδίνο. Κατάφερε να βασιλέψει ειρηνικά για δέκα χρόνια.
Στο βορρά, απέκτησε πλήρη έλεγχο μέχρι το 1465. Ο Ερρίκος και η Μαργαρίτα είχαν καταφύγει στην αυλή του Ιακώβου Γ΄. Προσπάθησαν να επιτεθούν στην πόλη του Καρλάιλ, αλλά, ελλείψει χρηματικών πόρων, εύκολα απωθήθηκαν από τους άνδρες του Εδουάρδου.
To 1464, υπήρξαν εξεγέρσεις των Λάνκαστερ στη βόρεια Αγγλία, αλλά αντιμετωπίστηκαν από τον Τζον Νέβιλ, μαρκήσιο του Μονταγκού. Στις 25 Απριλίου, ένας μικρός στρατός των Λάνκαστερ καταστράφηκε στη μάχη του Χέτζλεϊ Μουρ και στις 15 Μαΐου στη μάχη του Χέξαμ, ο Σόμερσετ αιχμαλωτίστηκε και εκτελέστηκε.
Ο βασιλιάς Ερρίκος αργότερα αιχμαλωτίστηκε για τρίτη φορά στο Κλίθερο του Λάνκασαϊρ το 1465. Μεταφέρθηκε στον Πύργο του Λονδίνου, όπου αντιμετωπίστηκε αξιοπρεπώς, ενώ η Μαργαρίτα του Ανζού κι ο γιος της αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Σκωτία και να μεταβούν στη Γαλλία, όπου παρέμειναν για κάποια χρόνια σε εξορία.
Ο Εδουάρδος στέφθηκε ως Εδουάρδος Δ΄ της Αγγλίας το 1461 στο Λονδίνο. Κατάφερε να βασιλέψει ειρηνικά για δέκα χρόνια.
Στο βορρά, απέκτησε πλήρη έλεγχο μέχρι το 1465. Ο Ερρίκος και η Μαργαρίτα είχαν καταφύγει στην αυλή του Ιακώβου Γ΄. Προσπάθησαν να επιτεθούν στην πόλη του Καρλάιλ, αλλά, ελλείψει χρηματικών πόρων, εύκολα απωθήθηκαν από τους άνδρες του Εδουάρδου.
To 1464, υπήρξαν εξεγέρσεις των Λάνκαστερ στη βόρεια Αγγλία, αλλά αντιμετωπίστηκαν από τον Τζον Νέβιλ, μαρκήσιο του Μονταγκού. Στις 25 Απριλίου, ένας μικρός στρατός των Λάνκαστερ καταστράφηκε στη μάχη του Χέτζλεϊ Μουρ και στις 15 Μαΐου στη μάχη του Χέξαμ, ο Σόμερσετ αιχμαλωτίστηκε και εκτελέστηκε.
Ο βασιλιάς Ερρίκος αργότερα αιχμαλωτίστηκε για τρίτη φορά στο Κλίθερο του Λάνκασαϊρ το 1465. Μεταφέρθηκε στον Πύργο του Λονδίνου, όπου αντιμετωπίστηκε αξιοπρεπώς, ενώ η Μαργαρίτα του Ανζού κι ο γιος της αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Σκωτία και να μεταβούν στη Γαλλία, όπου παρέμειναν για κάποια χρόνια σε εξορία.
ΡΙΧΑΡΔΟΣ Γ'
Με την επιστροφή στο θρόνο του Εδουάρδου Δ΄ το 1471, αποκαταστάθηκε η ειρήνη μέχρι το τέλος της βασιλείας του. Όταν πέθανε ξαφνικά το 1483, άρχισε και πάλι ο πολιτικός και δυναστικός αναβρασμός στη χώρα. Πολλοί ευγενείς ακόμη αποδοκίμαζαν την επιρροή των συγγενών της βασίλισσας Ελισάβετ Γούντβιλ και τους θεωρούσαν ως τυχάρπαστους και νεόπλουτους, διψασμένους για εξουσία.
Ο αποθανών Εδουάρδος, λοιπόν, άφηνε πίσω το διάδοχό του, Εδουάρδο Ε΄, ο οποίος ήταν μονάχα 12 ετών, ενώ είχε ορίσει τον αδερφό, του Ριχάρδο του Γκλόστερ, ως Λόρδο προστάτη της Αγγλίας. Ο Ερρίκος του Στάφορντ, 2ος δούκας του Μπάκιγχαμ, είχε δηλώσει την υποστήριξή του στο Ριχάρδο. Μαζί έστησαν παγίδα στον συνοδό του μικρού Εδουάρδου Ε΄, τον αιχμαλώτισαν και μαζί με τον ανιψιό του τον εκτέλεσαν στο Κάστρο του Πόντεφρακτ.
Ο Εδουάρδος Ε΄ εισήλθε στο Λονδίνο υπό τη συνοδεία του Ριχάρδου στις 4 Μαΐου και μεταφέρθηκε στον Πύργο του Λονδίνου. Η Ελισάβετ Γούντβιλ είχε ήδη βρει καταφύγιο στο Γουέστμινστερ με τα υπόλοιπα παιδιά της, ωστόσο γίνονταν προετοιμασίες για τη στέψη του Εδουάρδου Ε΄ στις 22 Ιουνίου.
Με την επιστροφή στο θρόνο του Εδουάρδου Δ΄ το 1471, αποκαταστάθηκε η ειρήνη μέχρι το τέλος της βασιλείας του. Όταν πέθανε ξαφνικά το 1483, άρχισε και πάλι ο πολιτικός και δυναστικός αναβρασμός στη χώρα. Πολλοί ευγενείς ακόμη αποδοκίμαζαν την επιρροή των συγγενών της βασίλισσας Ελισάβετ Γούντβιλ και τους θεωρούσαν ως τυχάρπαστους και νεόπλουτους, διψασμένους για εξουσία.
Ο αποθανών Εδουάρδος, λοιπόν, άφηνε πίσω το διάδοχό του, Εδουάρδο Ε΄, ο οποίος ήταν μονάχα 12 ετών, ενώ είχε ορίσει τον αδερφό, του Ριχάρδο του Γκλόστερ, ως Λόρδο προστάτη της Αγγλίας. Ο Ερρίκος του Στάφορντ, 2ος δούκας του Μπάκιγχαμ, είχε δηλώσει την υποστήριξή του στο Ριχάρδο. Μαζί έστησαν παγίδα στον συνοδό του μικρού Εδουάρδου Ε΄, τον αιχμαλώτισαν και μαζί με τον ανιψιό του τον εκτέλεσαν στο Κάστρο του Πόντεφρακτ.
Ο Εδουάρδος Ε΄ εισήλθε στο Λονδίνο υπό τη συνοδεία του Ριχάρδου στις 4 Μαΐου και μεταφέρθηκε στον Πύργο του Λονδίνου. Η Ελισάβετ Γούντβιλ είχε ήδη βρει καταφύγιο στο Γουέστμινστερ με τα υπόλοιπα παιδιά της, ωστόσο γίνονταν προετοιμασίες για τη στέψη του Εδουάρδου Ε΄ στις 22 Ιουνίου.
Ο Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι έπεισε την Ελισάβετ να αφήσει τον εννιάχρονο γιο της, Ριχάρδο, μαζί με τον Εδουάρδο στον Πύργο του Λονδίνου. Τότε, ο Ριχάρδος Γ΄ υποστήριξε ότι ο γάμος του Εδουάρδου Δ΄ με την Γούντβιλ δεν ήταν νόμιμος, καθώς ένας επίσκοπος υποστήριξε ότι ο Εδουάρδος είχε ήδη παντρευτεί την Ελεονώρα Μπάτλερ, κι έτσι τα δυο αγόρια δεν αναγνωρίζονταν από το νόμο.
To Κοινοβούλιο συμφώνησε και θέσπισε τον Βασιλικό Τίτλο (λατ. Titulus Regius), με τον οποίο αναγνωριζόταν ο Ριχάρδος του Γκλόστερ ως βασιλιάς Ριχάρδος Γ΄ της Αγγλίας. Τα δυο φυλακισμένα παιδιά, γνωστά ως Πρίγκιπες του Πύργου, εξαφανίστηκαν και πιθανότατα δολοφονήθηκαν.
To Κοινοβούλιο συμφώνησε και θέσπισε τον Βασιλικό Τίτλο (λατ. Titulus Regius), με τον οποίο αναγνωριζόταν ο Ριχάρδος του Γκλόστερ ως βασιλιάς Ριχάρδος Γ΄ της Αγγλίας. Τα δυο φυλακισμένα παιδιά, γνωστά ως Πρίγκιπες του Πύργου, εξαφανίστηκαν και πιθανότατα δολοφονήθηκαν.
ΕΡΡΙΚΟΣ ΤΥΔΟΡ
Πολλοί υποστηρικτές του δούκα του Μπάκιγχαμ ενώθηκαν στην εξορία με τον Ερρίκο Τυδόρ. Ο Ριχάρδος Γ΄ προσπάθησε να χρηματίσει τον υπουργό του δούκα της Βρεττάνης για να προδώσει τον Ερρίκο, αλλά ο τελευταίος ενημερώθηκε και απέδρασε στη Γαλλία, όπου του δόθηκε άσυλο και βοήθεια.
Στις 7 Αυγούστου 1485, κατέφτασε με άλλους εξόριστους και Γάλλους μισθοφόρους στο Πέμπροουκσαϊρ. Οι αξιωματούχοι του Ριχάρδου στην Ουαλία είτε ενώθηκαν με τον Ερρίκο είτε έμειναν στην άκρη. Ο Ερρίκος συγκέντρωσε υποστηρικτές στην πορεία του από την Ουαλία και νίκησε το Ριχάρδο Γ΄ στη μάχη του Μπόσγουορθ. Ο Ριχάρδος σκοτώθηκε και ο Ερρίκος αναγνωρίστηκε ως βασιλιάς Ερρίκος Ζ΄ της Αγγλίας.
Πολλοί υποστηρικτές του δούκα του Μπάκιγχαμ ενώθηκαν στην εξορία με τον Ερρίκο Τυδόρ. Ο Ριχάρδος Γ΄ προσπάθησε να χρηματίσει τον υπουργό του δούκα της Βρεττάνης για να προδώσει τον Ερρίκο, αλλά ο τελευταίος ενημερώθηκε και απέδρασε στη Γαλλία, όπου του δόθηκε άσυλο και βοήθεια.
Στις 7 Αυγούστου 1485, κατέφτασε με άλλους εξόριστους και Γάλλους μισθοφόρους στο Πέμπροουκσαϊρ. Οι αξιωματούχοι του Ριχάρδου στην Ουαλία είτε ενώθηκαν με τον Ερρίκο είτε έμειναν στην άκρη. Ο Ερρίκος συγκέντρωσε υποστηρικτές στην πορεία του από την Ουαλία και νίκησε το Ριχάρδο Γ΄ στη μάχη του Μπόσγουορθ. Ο Ριχάρδος σκοτώθηκε και ο Ερρίκος αναγνωρίστηκε ως βασιλιάς Ερρίκος Ζ΄ της Αγγλίας.
Ισχυροποίησε τη θέση του, νυμφευόμενος την Ελισάβετ της Υόρκης, κόρη του Εδουάρδου Δ΄ και διάδοχο του Οίκου της Υόρκης. Έτσι, ένωσε τους δυο αντιμαχόμενους βασιλικούς οίκους, ενώνοντας και τα σύμβολά τους στο έμβλημα του κόκκινου και λευκού ρόδου των Τυδώρ. Ο Ερρίκος εκτέλεσε όλους τους υπόλοιπους πιθανούς διεκδικητές του οίκου της Υόρκης, όποτε παρουσιαζόταν η ευκαιρία, πολιτική που ακολούθησε κι ο γιος του, Ερρίκος Η΄ της Αγγλίας.
Πολλοί ιστορικοί θεωρούν την ενθρόνιση του Ερρίκου Ζ΄ το τέλος του Πολέμου των Ρόδων, ενώ άλλοι τη μάχη του Στόουκ το 1487, η οποία προκλήθηκε από την εμφάνιση ενός διεκδικητή, του νεαρού Λάμπερτ Σίμνελ, ο οποίος έμοιαζε με το γιο του Γεωργίου του Κλάρενς. Ο Ερρίκος νίκησε στη μάχη και δόθηκε αμνηστία στον Σίμνελ.
Ο Ερρίκος απειλήθηκε άλλη μια φορά, το 1491, όταν ο Πέρκιν Γουόρμπεκ ισχυρίστηκε ότι ήταν ο Ριχάρδος, αδερφός του Εδουάρδου Ε΄, ο μικρότερος από τους δυο Πρίγκιπες του Πύργου. Ωστόσο, το 1499 αιχμαλωτίστηκε και εκτελέστηκε.
Πολλοί ιστορικοί θεωρούν την ενθρόνιση του Ερρίκου Ζ΄ το τέλος του Πολέμου των Ρόδων, ενώ άλλοι τη μάχη του Στόουκ το 1487, η οποία προκλήθηκε από την εμφάνιση ενός διεκδικητή, του νεαρού Λάμπερτ Σίμνελ, ο οποίος έμοιαζε με το γιο του Γεωργίου του Κλάρενς. Ο Ερρίκος νίκησε στη μάχη και δόθηκε αμνηστία στον Σίμνελ.
Ο Ερρίκος απειλήθηκε άλλη μια φορά, το 1491, όταν ο Πέρκιν Γουόρμπεκ ισχυρίστηκε ότι ήταν ο Ριχάρδος, αδερφός του Εδουάρδου Ε΄, ο μικρότερος από τους δυο Πρίγκιπες του Πύργου. Ωστόσο, το 1499 αιχμαλωτίστηκε και εκτελέστηκε.
ΠΗΓΕΣ :
(1) :
(2) :
(3) :
(4) :
(5) :
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου