ΚΡΙΜΑΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ (1853 -1856)
Κριμαϊκός Πόλεμος

Η σύρραξη, στην οποία έλαβαν μέρος οι μεγαλύτερες Ευρωπαϊκές δυνάμεις της εποχής, υπήρξε το αποτέλεσμα ενός μακρόχρονου ανταγωνισμού συμφερόντων ανάμεσα στις κύριες ευρωπαϊκές δυνάμεις, για επιρροή και εκμετάλλευση των ανατολικών εδαφών της παραπαίουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι περισσότερες μάχες έλαβαν χώρα στη χερσόνησο της Κριμαίας, όμως πραγματοποιήθηκαν και μικρότερης έντασης εκστρατείες στη δυτική Ανατολία, τον Καύκασο, τη Βαλτική Θάλασσα, τη Λευκή Θάλασσα και τον Ειρηνικό Ωκεανό...
Έχει μείνει στην ιστορία ως πόλεμος σφαλμάτων εφοδιαστικής και στρατηγικής φύσεως καθώς και για το περίφημα ποίημα. Η επέλαση της Ελαφράς Ταξιαρχίας του Τένισον. Από άποψη τεχνολογίας ήταν ο πρώτος που εισήγαγε μεγάλο αριθμό τεχνολογικών καινοτομιών. Χαρακτηριστικώς, ήταν η πρώτη σύρραξη που οι αντιμαχόμενοι έκαναν εκτεταμένη χρήση σε τακτικό επίπεδο του σιδηροδρόμου και του τηλέγραφου.
Προοίμιο του Κριμαϊκού Πολέμου (1853-1856)
Στα μέσα του 19ου αιώνα η Οθωμανική αυτοκρατορία έχει ήδη περάσει στην τελική περίοδο της αποσύνθεσης της. Ο «μεγάλος ασθενής» έχει δεχτεί πολλαπλά χτυπήματα στην εδαφική του ακεραιότητα, με τα βασίλεια των Σέρβων στα δυτικά και των Ελλήνων στα νότια να ετοιμάζονται πυρετωδώς για νέες επεκτατικές περιπέτειες που κορυφώθηκαν με τους βαλκανικούς πολέμους του 1912-13, τις παραδουνάβιες ηγεμονίες να αποτελούν σχεδόν ανεξάρτητα πριγκιπάτα και τους Αιγύπτιους να απειλούν τις περιοχές της Παλαιστίνης.
Παρόλη την κατάπτωση όμως της αυτοκρατορίας οι δυτικές Μεγάλες Δυνάμεις της Αγγλίας και της Γαλλίας επέμεναν πεισματικά να κρατούν στη ζωή με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο τον αποθνήσκοντα γίγαντα του παρελθόντος. Ο κυριότερος, μεταξύ άλλων, λόγος σχετίζεται με τον έλεγχο των θαλάσσιων δρόμων της ανατολικής Μεσογείου που ουσιαστικά συνέδεαν τον κόσμο της Ανατολής με την Ευρώπη. Μάλιστα μετά το 1854 το ενδιαφέρον για τον έλεγχο της νοτιοανατολικής Μεσογείου αυξάνεται κατακόρυφα όταν αποφασίζεται από τους Αιγύπτιους να ξεκινήσουν τη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ με γαλλική συνδρομή. Το μεγαλεπήβολο έργο ολοκληρώθηκε στα 1869 και έδινε το δικαίωμα εκμετάλλευσης στην εταιρεία κατασκευής για 99 έτη…! Απειλή για τη διατήρηση του status quo αποτελούσε η «αρκούδα της Σιβηρίας» με τις συνεχείς προσπάθειες της για έξοδο στο Αιγαίο και εν συνεχεία στις στρατηγικής σημασίας ρότες της νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Οι σχέσεις της Ρωσίας και των δυτικών άσπονδων συμμάχων της θα υποστούν περαιτέρω επιδείνωση με αφορμή θρησκευτικά ζητήματα που αφορούσαν τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Συγκεκριμένα στους πολύπαθους Αγίους Τόπους στα 1852 ξέσπασε έριδα μεταξύ καθολικών και ορθοδόξων σχετικά με την κατοχή των ιερών προσκυνημάτων της χριστιανοσύνης. Η Γαλλία του, μόλις αναγορευθέντα σε αυτοκράτορα,Ναπολέοντα Γ΄ προβλήθηκε ως η προστάτιδα δύναμη των απανταχού χριστιανών καθολικών, ενώ η Ρωσία ανέλαβε, τηρώντας ουσιαστικά τους όρους της συνθήκης του Κιουτσούκ-Καιναρτζή του 1774, να προστατεύσει όλους τους ορθοδόξους.
Η Οθωμανική αυτοκρατορία ουσιαστικά συνθλιβόταν ανάμεσα στις δύο αντιμαχόμενες Δυνάμεις… Η Ρωσία ευρισκόμενη εγγύτερα στους Αγίους Τόπους άδραξε την ευκαιρία και πήρε την πρωτοβουλία. Τον Ιούλιο του 1853 δυνάμεις της διέσχισαν τα σύνορα και πέρασαν στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, χωρίς ωστόσο να κηρυχτεί πόλεμος στην Πύλη. Η Γαλλία απάντησε με την αποστολή πολεμικών πλοίων της στην Κωνσταντινούπολη, ενώ και η Αγγλία ενδιαφερόμενη προφανώς για την Ινδία, προτίμησε να στηρίξει μια ανίσχυρη Οθωμανική αυτοκρατορία παρά να δει μια Ρωσική αυτοκρατορία να παίρνει τη θέση της…
Οι Ρώσοι μάλιστα συνέχισαν τον βομβαρδισμό της Σινώπης με αποτέλεσμα πολλά αθώα θύματα από τους άμαχους της πόλης. Η εξέλιξη αυτή έκανε τον Νικόλαο Α΄ λιγότερο αδιάλλακτο και αναζήτησε κάποιον συμβιβασμό δηλώνοντας ότι θα απέσυρε τις δυνάμεις του από τις παραδουνάβιες ηγεμονίες υπό τον όρο της παράλληλης αποχώρησης των ναυτικών δυνάμεων Αγγλίας και Γαλλίας από τα στενά.
Τον πολεμικό και διπλωματικό γρίφο έλυσε η Αυστρία. Μη θέλοντας να δει μια Ρωσία κραταιά να ελέγχει τα Βαλκάνια απείλησε πως θα εισέλθει στο αντιρωσικό μέτωπο αν η Ρωσία δεν απέσυρε τα στρατεύματα της από τις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Η εγγύτητα της με τη Ρωσία εξασφάλιζε άμεση επέμβαση των δυνάμεων της στα μέτωπα του πολέμου, εν αντιθέσει με τους Γάλλους και Άγγλους που βασίζονταν εξ ολοκλήρου στο ναυτικό τους για τη μεταφορά των στρατευμάτων τους στη Μαύρη Θάλασσα. Έτσι οι Ρώσοι σκεπτόμενοι με στρατηγική σωφροσύνη απέσυραν τις δυνάμεις τους από τη Μολδοβλαχία και την θέση τους πήραν αυστριακά στρατεύματα. Κατά κάποιον τρόπο με αυτήν τη κίνηση των Αυστριακών η κατάσταση έδειχνε να αποκλιμακώνεται.
Τα επιτελεία των συμμάχων όμως είχαν άλλα σχέδια. Αρχικά αφού απειλούν την ίδια την πρωτεύουσα της Ρωσικής αυτοκρατορίας Αγ. Πετρούπολη από την Βαλτική τον Απρίλιο και τον Αύγουστο του 1854, καταλήγουν στο ότι πρωταρχική σημασία γι΄ αυτούς είχε η καταστροφή του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας και η έδρα του Σεβαστούπολη της Κριμαίας. Έτσι τον Σεπτέμβριο του 1854 αγγλογαλλικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν στις ακτές της Κριμαίας και συγκρούστηκαν με τις ρωσικές στη μάχη της Άλμαλίγα χιλιόμετρα βορείως της Σεβαστούπολης.
Παράλληλα η άμυνα της πόλης ενισχύθηκε από δυνάμεις που ήρθαν από την Αζοφική Θάλασσα που ελεγχόταν από τους Ρώσους. Την ίδια περίοδο φτάνει στην πολιορκούμενη Σεβαστούπολη ως αξιωματικός του πυροβολικού και ο νέος ακόμη Λέον Τολστόι που δίνει γλαφυρές περιγραφές για τον πόλεμο αυτόν, που σίγουρα τον ενέπνευσαν στη συγγραφή του «Πόλεμος και Ειρήνη».
Περίπου 600 άνδρες χάθηκαν στην περιβόητη «Επέλαση της ελαφράς ταξιαρχίας» που αργότερα υμνήθηκε ως πράξη ηρωισμού από τον ποιητή Άλφρεντ Τέννυσον. Παρόμοιες απονενοημένες ενέργειες θα επαναληφθούν αργότερα κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκόσμιου πολέμου… Στην ίδια μάχη αντίθετα οι σκληροτράχηλοι «Red Coats» αμυνόμενοι στο λιμάνι του Μπαλακλάβα αντέταξαν επιτυχή άμυνα απέναντι στο πολυάριθμο ρωσικό ιππικό επεκτεινόμενοι σε όλο το πλάτος του πεδίου της μάχης σε μια «λεπτή κόκκινη γραμμή», αποτελούμενη από δυο γραμμές στρατιωτών αντί των διδασκομένων στα στρατιωτικά βιβλία τεσσάρων. Μια ακόμη σημαντική νίκη πέτυχαν οι σύμμαχοι στις 5 Νοεμβρίου στη μάχη του Ίνκερμαν όπου αντιμετώπισαν υπέρτερες Ρωσικές δυνάμεις.
Πλέον η Σεβαστούπολη ήταν αποκλεισμένη. Από τούδε και μέχρι το τέλος του πολέμου οι αντίπαλοι απλώς οχυρώνονται και διεξάγουν έναν πόλεμο χαρακωμάτων όμοιο με τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Το χειρότερο και για τους δυο αντιπάλους το επεφύλασσε ο δριμύς χειμώνας που ακολούθησε. Οι σύμμαχοι συνολικά έχασαν περί τους 375.000 άνδρες ενώ οι Ρώσοι περί τους 220.000 σε αυτόν το πόλεμο. Το οξύμωρο όμως είναι ότι η πλειοψηφία των νεκρών ήταν θύματα των ασθενειών και του κρύου.
Οι Γάλλοι για παράδειγμα είχαν 95.000 νεκρούς από τους οποίους μόνο οι 10.000 περίπου πέθαναν στις μάχες, ενώ από τους συνολικά 21.000 νεκρούς των Άγγλων οι 5.000 μόνο πέθαναν στα πεδία των μαχών!!
Η ενίσχυση των συμμάχων συνεχίστηκε πάντως με την προσθήκη 10.000 Σαρδηνών που αποβιβάστηκαν τον Ιανουάριο του 1855 στην Κριμαία, με τον πρωθυπουργό της Σαρδηνίας κόμης Καβούρ να προσβλέπει σε αγγλογαλλική υποστήριξη στο θέμα της ενοποίησης της Ιταλίας. Η μοίρα της Σεβαστούπολης είχε πλέον κριθεί και ήταν ζήτημα χρόνου η παράδοση της. Τον Μάρτιο του 1855 πεθαίνει ο τσάρος Νικόλαος Α΄ και τον διαδέχεται στο θρόνο ο γιος τουΑλέξανδρος Β΄ που θα δει την Σεβαστούπολη να πέφτει στα χέρια των συμμάχων τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου.
Τον Φεβρουάριο του 1856 υπογράφεται τελικά ησυνθήκη ειρήνης στο Παρίσι. Βάσει αυτής η Ρωσία παραιτούνταν του δικαιώματος προστασίας των ορθοδόξων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, παραιτούνταν των βλέψεων της στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και υποχρεωνόταν να εγκαταλείψει το δέλτα του Δούναβη σε δυο διεθνείς επιτροπές που θα ρύθμιζαν τη ναυσιπλοία στον ποταμό.
Εν τέλει ο πόλεμος αυτός οδήγησε την Οθωμανική αυτοκρατορία σε σειρά μεταρρυθμίσεων που κορυφώθηκαν με το«Χάτι Χουμαγιούν» τον Φεβρουάριο του 1856 βάσει του οποίου προβλεπόταν πλήρης ισότητα των υπηκόων της αυτοκρατορίας ανεξαρτήτως θρησκεύματος ή καταγωγής. Ουσιαστικά η Οθωμανική αυτοκρατορία αναλάμβανε αυτές τις πρωτοβουλίες που θα την καθιστούσαν αποδεκτή στο «κλαμπ» των ισχυρών της Ευρώπης. Από τη μεριά της Ρωσίας ο πόλεμος αυτός ήταν καταλυτικός σχετικά με την εξέλιξη της οπισθοδρομικής ρωσικής κοινωνίας.
Η Ευρώπη και ο Κόσμος το 19ο Αιώνα (1815 - 1871)
Με τη συνθήκη του Χουνκιάρ Ισκελεσί (8 Ιουλίου 1833). αφενός καθίστατο ο Εύξεινος Πόντος κλειστή και ασφαλής θάλασσα της Ρωσίας, αφετέρου αναγνωριζόταν σιωπηρώς στη Ρωσία το δικαίωμα εξόδου των πολεμικών σκαφών της στο Αιγαίο.
Νέα παρέμβαση της Ρωσίας στα ζητήματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σημειώθηκε το 1850, με αφορμή έριδα μεταξύ ορθόδοξων και καθολικών μοναχών για την κατοχή των ιερών προσκυνημάτων των Αγίων Τόπων. Υποστηρικτής των ορθόδοξων μοναχών προβλήθηκε ο Ρώσος αυτοκράτορας Νικόλαος Ά, ενώ των καθολικών ο Γάλλος αυτοκράτορας Ναπολέων Γ. Η Πύλη ενέδωσε στην αρχή στις πιέσεις του Γάλλου αυτοκράτορα, αλλά υπό την πίεση του Ρώσου τσάρου αθέτησε τις υποσχέσεις της προς τους καθολικούς. Εκατέρωθεν πιέσεις στον σουλτάνο Αβδούλ Μετζίτ είχαν ως αποτέλεσμα την πρόκληση έκρυθμης κατάστασης. Η Ρωσία, ιδιαίτερα, απαιτούσε από τον σουλτάνο να της αναγνωρίσει το δικαίωμα προστασίας των ορθοδόξων που απέρρεε, κατά τη δική της ερμηνεία, από τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774).
Ο Κριμαϊκός Πόλεμος. Η ικανοποίηση αυτής της απαίτησης της Ρωσίας, δεδομένου ότι οι ορθόδοξοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ανέρχονταν σε μερικά εκατομμύρια κατοίκων, ισοδυναμούσε με απαίτηση για συγκυριαρχία του Ρώσου αυτοκράτορα με τον σουλτάνο. Με την ενθάρρυνση της Γαλλίας κυρίως, αλλά και της Βρετανίας, η Πύλη αρνήθηκε να ικανοποιήσει αυτή την αξίωση της Ρωσίας, με συνέπεια τον Μάιο του 1853 να εισέλθουν τα ρωσικά στρατεύματα στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, χωρίς την κήρυξη πολέμου εναντίον της Πύλης.
Ο πόλεμος άρχισε, αφού πρώτα υπέγραψαν συνθήκη συμμαχίας με την Πύλη, τον Μάρτιο του 1854, η Βρετανία και η Γαλλία. Ήταν ο Κριμαϊκός Πόλεμος, ο οποίος διεξήχθη στη Χερσόνησο της Κριμαίας, στη νότια Ρωσία, όπου οι Ρώσοι αντιμετώπισαν τις στρατιωτικές και ναυτικές δυνάμεις της Βρετανίας και της Γαλλίας.
Την έκρηξη του πολέμου συνόδευαν εκκλήσεις των Ρώσων προς τους ορθόδοξους λαούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να εκδιώξουν τους Οθωμανούς από την Ευρώπη. Οι εκκλήσεις αυτές είχαν απήχηση και παρατηρήθηκαν επαναστατικές ζυμώσεις.
Στην Ελλάδα υπήρξε σαφής προσανατολισμός της κοινής γνώμης υπέρ της Ρωσίας και υποκινήθηκαν εξεγέρσεις στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο και στη Χαλκιδική. Ωστόσο, η Βρετανία και η Γαλλία εξανάγκασαν τον Όθωνα να αποπέμψει τη φιλορωσσική κυβέρνηση της Ελλάδας και να διορίσει φιλοδυτική κυβέρνηση, καθώς και να ανακαλέσει τους Έλληνες αξιωματικούς που είχαν περάσει επικεφαλής ανταρτών στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο και στη Μακεδονία.
Το Ανατολικό Ζήτημα και ο Κριμαϊκός Πόλεμος
Ο όρος αυτός πρωτοκαθιερώθηκε στη γλώσσα της Διπλωματίας το 1822, κατά τις συζητήσεις στη Βερόνα με αναφορά στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, που είχε εν τω μεταξύ ξεσπάσει σε σχέση με τα δυσεπίλυτα πολιτικά αλλά και οικονομικά προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί με την εξάπλωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα Βαλκάνια και Μέση Ανατολή και με κύρια έμφαση την σταθερή πλέον υποχώρηση από τις κτίσεις αυτές.
Η σταδιακή κάμψη της ισχύος της οθωμανικής αυτοκρατορίας, η οποία κατείχε μια πολύ σημαντική για τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των συμμάχων περιοχή, έθεσε τις ευρωπαϊκές δυνάμεις αντιμέτωπες με το δίλημμα της διανομής της κληρονομιάς του μεγάλου ασθενούς. Στους συσχετισμούς των μεγάλων δυνάμεων, η μεν Ρωσία υποστήριζε τη διάλυση και διανομή των εδαφών των Οθωμανών, επιδιώκοντας να καταλάβει τα στενά και να αποκτήσει έξοδο στη Μεσόγειο.
Οι σταθμοί στην πορεία του Ανατολικού ζητήματος προς την επίλυσή τους είναι οι συνθήκες της Αδριανουπόλεως (1829), στην οποία οι Αγγλογάλλοι βρέθηκαν για πρώτη φορά αντιμέτωποι με τον κίνδυνο κατάρρευσης του Οθωμανικού κράτους. Η συνθήκη των Παρισίων , στην οποία διατυπώθηκε για πρώτη φορά τόσο κατηγορηματικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο το δόγμα της εδαφικής ακεραιότητας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Η συνθήκη του Βερολίνου (1878) που σήμανε την είσοδο των Γερμανών στη Μέση Ανατολή. Και τέλος οι συνθήκες που τερμάτισαν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918) και διαμόρφωσαν τη σημερινή κατάσταση στο χώρο της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Ο Όρος
Ανατολικό Ζήτημα ονομάζεται το διεθνές ζήτημα που προκλήθηκε από τη βαθμιαία υποχώρηση της ισχύος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την πλήρωση του κενού που προέκυψε από αυτή την υποχώρηση στην Εγγύς Ανατολή και ιδίως στη Χερσόνησο του Αίμου. Η παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας χρονολογείται από τον 17ο αιώνα, όταν τερματίστηκαν οι Οθωμανικές κατακτήσεις και εκδηλώθηκαν προβλήματα στην οικονομία και στη διοίκηση της αχανούς αυτοκρατορίας.
Η κατάκτηση της Κρήτης (1669) από τους Οθωμανούς Τούρκους ήταν η τελευταία μεγάλη επιτυχία τους, ενώ η αποτυχία της δεύτερης -και τελευταίας- πολιορκίας της Βιέννης (1683) σήμανε το τέρμα των επιτυχιών τους σε βάρος των Ευρωπαίων. Την ίδια εποχή στους Αψβούργους προστέθηκε νέος μεγάλος αντίπαλος των Οθωμανών Τούρκων, οι Ρώσοι.
Το Ανατολικό Ζήτημα κατά τον 18ο και τον 19ο αιώνα.
Κατά τους αιώνες αυτούς άρχισε μια νέα φάση του Ανατολικού Ζητήματος: την προέλαση των Οθωμανών Τούρκων εναντίον της χριστιανικής Ευρώπης διαδέχτηκε η περίοδος των σχεδίων για την εκδίωξή τους από τη γηραιά ήπειρο και για τη διανομή των ευρωπαϊκών τους κτήσεων, ενώ η πρωτοβουλία για την υλοποίηση αυτών των σχεδίων ανήκε, όχι πλέον στην Ισπανία, τη Βενετία ή τον Πάπα, αλλά στην Αυστρία και τη Ρωσία. Επί Μεγάλης Αικατερίνης της Ρωσίας (βασίλεψε από το 1762 έως το1796) καταβλήθηκε σοβαρή προσπάθεια από τη Ρωσία να εκδιωχθούν οι Οθωμανοί Τούρκοι από την Ευρώπη.
Η κατάληψη των Επτανήσων από τους Γάλλους το 1797 και η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο το 1798 αποτελούν την αφετηρία μιας νέας φάσης του Ανατολικού Ζητήματος. Η Πύλη κάλεσε τότε τους Ρώσους σε βοήθεια εναντίον των Γάλλων. Για πρώτη φορά ο ρωσικός πολεμικός στόλος πέρασε από τα Στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων, το 1798, στο Αιγαίο, έπλευσε στο Ιόνιο και κατέλαβε τα Επτάνησα.
Οι εξελίξεις υπήρξαν στο εξής ραγδαίες. Οι Βρετανοί έσπευσαν αρωγοί της Πύλης στην Αίγυπτο, όπου ο βρετανικός στόλος καταναυμάχησε τον γαλλικό στο Αμπουκίρ (1798), και αποκατέστησαν την εξουσία του σουλτάνου στην Αίγυπτο.
Ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος του 1828-1829 άσκησε την απαιτούμενη πίεση στην Πύλη να αναγνωρίσει με τη Συνθήκη Ειρήνης της Αδριανούπολης (1829) την αυτονομία της Σερβίας. Την ίδια περίπου εποχή η Ελλάδα εξασφάλισε την ανεξαρτησία της (1830).
Το ζήτημα των Στενών. Την κυριότερη ανησυχία των Βρετανών ωστόσο προκαλούσε η διέλευση του ρωσικού στόλου από τα Στενά στη Μεσόγειο. Το ενδεχόμενο να καταλάβει η Ρωσία τη στρατηγική θέση των Στενών και να επιδιώξει τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου, απειλώντας έτσι τα συμφέροντα της Βρετανίας πρωτίστως, αλλά και της Γαλλίας, ήταν ο βασικός λόγος για τον οποίο απέκτησε η Οθωμανική Αυτοκρατορία τη σημασία αναχώματος και αναβλήθηκε επ' αόριστον το ενδεχόμενο διαμελισμού της. Το ζήτημα των Στενών οξύνθηκε, όταν ο Μεχμέτ Αλή πασάς της Αιγύπτου ενεπλάκη σε πόλεμο με τον σουλτάνο και ο τελευταίος ζήτησε τη βοήθεια της Ρωσίας εναντίον του.
Στις αρχές του 1833 ο Ρωσικός στόλος κατέπλευσε και αγκυροβόλησε στον Κεράτιο Κόλπο. Η ισχυρή παρουσία των Ρώσων στον Βόσπορο οδήγησε τον σουλτάνο και τον Αιγύπτιο πασά στη σύναψη της Συνθήκης Ειρήνης της Κιουτάχειας (4 Μαίου 1833). Ο ρωσικός στόλος εγκατέλειψε τον Βόσπορο, αφού όμως υπογράφτηκε προηγουμένως μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η Συνθήκη του Χουνκιάρ Ισκελεσί (8 Ιουλίου 1833).
Η Διένεξη για τους Αγίους Τόπους
Στα 1850, παρατηρητές της διεθνούς κατάστασης, μεταξύ αυτών ο Καρλ Μαρξ και ο Φρίντριχ Ένγκελς, ήδη είχαν προβλέψει τη βεβαιότητα ενός νέουρωσοτουρκικού πολέμου. Η αυτοκρατορική Ρωσία, ως μέλος της Ιερής Συμμαχίας, λειτουργούσε τον καιρό εκείνο ως αστυφύλακας της Ευρώπης, διατηρώντας σταθερό το ισοζύγιο δυνάμεων που είχε αποφασιστεί στο Συνέδριο της Βιέννης το 1815, διαδραματίζοντας καταλυτικό ρόλο στην κατάπνιξη κάθε επαναστατικού κινήματος στον ευρωπαϊκό χώρο.
Παρόλα αυτά, τόσο ο Μαρξ όσο και ο Ένγκελς προέβλεψαν ότι οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές δυνάμεις δε θα επέτρεπαν στους Ρώσους μια τέτοια ελευθερία κινήσεων, καθώς μια περαιτέρω διείσδυση της Ρωσίας στα Βαλκάνια έπληττε θανάσιμα τα συμφέροντά τους (τότε δεν είχε προσαρτηθεί ακόμα η Αίγυπτος από τους Βρετανούς και το μεταγενέστερο ρόλο του Σουέζ ως δρόμου για τις βρετανικές κτήσεις στην Ινδία είχαν τότε τα Στενά των Δαρδανελλίων).
Το 1851 ήταν η αρχή της αλυσίδας που οδήγησε στα μετέπειτα γεγονότα. Το έτος εκείνο, πραξικόπημα στη Γαλλία κατέλυσε τη Δημοκρατία και αναγόρευσε σε αυτοκράτορα τον Ναπολέοντα Γ', ο οποίος έστειλε κατόπιν τον πρέσβη του στην Κωνσταντινούπολη με την εντολή να αναγκάσει τους Οθωμανούς να αναγνωρίσουν τη Γαλλία ως επικυρίαρχη αρχή των Αγίων Τόπων. Η προσπάθεια της Γαλλίας ήταν να επωφεληθεί από την ανάδειξή της ως προστάτιδος δύναμης των χριστιανών στην περιοχή, προβάλοντας ως ηγέτιδα δύναμη στην Ευρώπη μεταξύ των καθολικών πιστών και με μοχλό το κύρος αυτό να εκμαιεύσει επιπλέον εισχώρηση στο μαλακό υπογάστριο της παρηκμασμένης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αποκτώντας περαιτέρω προνομιακούς εμπορικούς όρους όσο και κοινωνική διείσδυση επηρεάζοντας έτσι πιο αποφασιστικά την κεντρική οθωμανική διοίκηση.
Ο Ναπολέοντας Γ' αντέδρασε κάνοντας επίδειξη ισχύος, στέλνοντας ένα γαλλικό πολεμικό πλοίο της σύγχρονης σειράς Καρλομάγνος στη Μαύρη Θάλασσα, πράξη που αποτελούσε παραβίαση της Σύμβασης του Λονδίνου για τα Στενά. Η επίδειξη αυτή δύναμης της Γαλλίας, συνδυασμένη με επιθετική διπλωματία και χρήματα, ανάγκασε το Σουλτάνο Αμπντούλ Μετζίτ Α΄ να αποδεχθεί μια νέα συνθήκη, επιβεβαιώνοντας ότι η Γαλλία και η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία αποτελούσαν τις ανώτατες αρχές ελέγχου στους Αγίους Τόπους καθώς και τους κτήτορες των κλειδιών της Εκκλησίας της Γεννήσεως, που πριν ανήκαν στην ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία.
Ο τσάρος Νικόλαος Α' ανέπτυξε τις 4η και 5η τσαρικές στρατιές κατα μήκος του ποταμού Δούναβη, ως μέσο πίεσης στους Τούρκους, ενώ ταυτόχρονα άρχισαν συζητήσεις του υπουργού του των Εξωτερικών, κόμη Καρλ Νέσσελροντ, με Τούρκους αξιωματούχους. Ο κόμης Νέσσελροντ αφού ανέφερε στο βρετανό πρέσβη στην Αγία Πετρούπολη, σερ Τζωρτζ Χάμιλτον Σέιμουρ, ότι η πράξη της Γαλλίας αποτελούσε πράξη βίας και παρασκηνιακών σκοτεινών διεργασιών, κατακρίνοντας παράλληλα τη συνήθεια του γάλλου αυτοκράτορα να προσφεύγει από την πρώτη στιγμή στην απειλή χρήσης βίας, τόνισε ότι η παραβίαση αυτή έπρεπε να επανορθωθεί. Σύντομα η Ρωσία ενέτεινε την επιθετική χροιά της διπλωματίας της, ελπίζοντας να αποτρέψει τη Γαλλία ή τη Βρετανία ή και τις δυο μαζί από το να πάρουν μέρος στην επικείμενη σύρραξη με την Τουρκία, η οποία αρνείτο να υποκύψει στις Ρωσικές πιέσεις.
Το φλερτ των Ρώσων με τους Βρετανούς συνεχίστηκε μέσω του βρετανού πρέσβη, με τον τσάρο Νικόλαο να επιμένει ότι η Ρωσία δεν είχε πρόθεση να επεκτείνει την επιρροή της, αλλά ότι έπρεπε να ανταποκριθεί στην υποχρέωση που είχε έναντι των χριστιανικών κοινοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στη συνέχεια, ο τσάρος έστειλε τον πρίγκιπα Μένσικωφ σε ειδική αποστολή στην Υψηλή Πύλη. Προηγούμενες συνθήκες όριζαν ότι ο Σουλτάνος ήταν υποχρεωμένος να προστατεύει τη χριστιανική θρησκεία και τα δόγματά της.
Μια τέτοια συνθήκη θα επέτρεπε στη Ρωσία να ελέγξει την ιεραρχία της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και κατά συνέπεια τους ορθόδοξους χριστιανικούς πληθυσμούς, χρησιμοποιώντας τους ως πιόνια ανάλογα με τα στρατηγικά της συμφέροντα. Στις 16 Φεβρουαρίου ο πρίγκιπας Μένσικωφ έφτασε στην Κωνσταντινούπολη με το πολεμικό Γκρομόβνικ. Στην πρώτη του συνάντηση με το Σουλτάνο, παραβίασε το πρωτόκολλο, στηλιτεύοντας μπροστά στην ιερή ανώτατη οθωμανική Αρχή τις οθωμανικές παραχωρήσεις στους Γάλλους. Ακολούθησε η απαίτησή του για αντικατάσταση των υψηλά ιστάμενων Οθωμανών αξιωματούχων.
Τον καιρό εκείνο η βρετανική πρεσβεία στην οθωμανική πρωτεύουσα ήταν υπό τις διαταγές του πρέσβη Χιου Ρόουζ, ο οποίος χρησιμοποιώντας τις ανεξάντλητες επαφές του εντός της αυτοκρατορίας, συγκέντρωσε πληροφορίες για τις κινήσεις και την ανάπτυξη των ρωσικών στρατευμάτων κατά μήκος του Δούναβη, συνόρου τότε της Ρωσίας και της Οθωμανικής Τουρκίας στην Ευρώπη. Αμέσως ο Ρόουζ ανησυχώντας για τον πραγματικό σκοπό της αποστολής του Μένσικωφ στην Τουρκία, έδωσε εντολή σε μια βρετανική πολεμική μοίρα να αποπλεύσει τάχιστα για την ανατολική Μεσόγειο, κατευθυνόμενη στην Κωνσταντινούπολη.
Πρώτες Εχθροπραξίες
Την ίδια ώρα, η βρετανική κυβέρνηση του πρωθυπουργού λόρδου Αμπερντίν, έστελνε το λόρδο Στράτφορντ να αντικαταστήσει το συνταγματάρχη Χιου Ρόουζ ως απεσταλμένο της Βρετανίας στην Υψηλή Πύλη. Ο λόρδος Στράτφορντ έπεισε το Σουλτάνο να απορρίψει τις ρωσικές απαιτήσεις. Ο Μπέντζαμιν Ντισραέλι, πολιτικός αντίπαλος του λόρδου Αμπερντίν, κατηγόρησε τον πρωθυπουργό και το λόρδο Στράτφορντ ότι με τις ενέργειές τους ο πόλεμος καθίστατο αναπόφευκτος, εκκινώντας τη διαδικασία κατά την οποία η κυβέρνηση του λόρδου Αμπερντίν θα έφτανε στην παραίτηση αργότερα μεσούντος του πολέμου.
Μετά την αποτυχία του πρίγκιπα Μένσικωφ, ο τσάρος Νικόλαος προήλασε με τις στρατιές του μέσα στα εδάφη των παραδουνάβιων ηγεμονιών της Μολδαβίας και της Βλαχίας. Οι παραδουνάβιες ηγεμονίες ήταν αυτόνομες ηγεμονίες με χριστιανό ηγεμόνα υπό την επικυριαρχία της Υψηλής Πύλης, στις όχθες του ποταμού Δούναβη. Ουσιαστικά η μορφή της πολιτικής τους υπόστασης ήταν προϊόν συμβιβασμού μεταξύ Τούρκων και Ρώσων, λειτουργώντας ως ανάχωμα από την πλευρά της Ευρώπης ανάμεσα στις δύο αυτοκρατορίες. Η μη δυνατότητα πλήρους ελέγχου τους από την Τουρκία και η παράλληλη μη δυνατότητα κατοχής τους από τους Ρώσους λόγω της τουρκικής αντίδρασης αλλά και ευρωπαϊκών πιέσεων που δεν επιθυμούσαν τη Ρωσία να κατέβει νοτιότερα, είχε οδηγήσει σε αυτό το ιδιόμορφο πολιτικό καθεστώς.
Χρησιμοποιώντας όμως το πρόσχημα της απειλής της προστασίας των ορθόδοξων πληθυσμών των Αγίων Τόπων μέσω των οθωμανικών παροχών στους καθολικούς Γάλλους, η Ρωσία προχώρησε στην κατοχή των δύο αυτών ηγεμονιών του Δούναβη. Ο τσάρος Νικόλαος πίστευε ότι οι ευρωπαϊκές δυνάμεις, ειδικότερα η Αυστρία η οποία επίσης είχε βλέψεις στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο, δεν θα πρόβαλλαν ισχυρή αντίδραση στην προσάρτηση των παραδουνάβιων ηγεμονιών, ειδικά από τη στιγμή που η Ρωσία είχε βοηθήσει τις αυστριακές προσπάθειες για την κατάπνιξη των μεγάλων επαναστατικών κινημάτων του 1848.
Στις 23 Οκτωβρίου 1853, ο σουλτάνος κήρυξε επίσημα τον πόλεμο κατά της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και πέρασε στην επίθεση, μετακινώντας τα στρατεύματά του κοντά στο ρωσικό στρατό στο Δούναβη αργότερα τον ίδιο μήνα. Η Ρωσία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία συγκέντρωσαν στρατιωτικές δυνάμεις σε δύο κύρια μέτωπα, τον Καύκασο (όριο των δύο αυτοκρατοριών στην Ασία) και το μέτωπο του Δούναβη. Ο Οθωμανός στρατιωτικός διοικητής Ομάρ Πασάς κατάφερε να πετύχει κάποιες νίκες στο μέτωπο του Δούναβη. Στον Καύκασο, οι Οθωμανοί κατάφεραν να κρατήσουν τις θέσεις τους με τη βοήθεια των μουσουλμάνων Τσετσένων υπό τον ιμάμη Σαμίλ.
Ο τσάρος Νικόλαος πίστευε ότι εξαιτίας της ρωσικής βοήθειας προς την Αυστρία για την κατάπνιξη της ουγγρικής εξέγερσης του 1848, οι Αυστριακοί θα του συμπαραστέκονταν, ή θα έμεναν στη χειρότερη περίπτωση ουδέτεροι. Παρόλα αυτά, η Αυστρία ένιωσε απειλή από τα ρωσικά στρατεύματα. Όταν η Βρετανία και η Γαλλία απαίτησαν την απόσυρση των ρωσικών δυνάμεων από τις παραδουνάβιες ηγεμονίες, η Αυστρία υποστήριξε το αίτημά τους και παρότι δεν κήρυξε αμέσως τον πόλεμο στη Ρωσία, αρνήθηκε να εγγυηθεί την ουδετερότητά της.
Η Ρωσία τότε απέσυρε τα στρατεύματά της από τις ηγεμονίες του Δούναβη, οι οποίες καταλήφθηκαν στη συνέχεια από τους Αυστριακούς, στην κατοχή των οποίων παρέμειναν ώς τη λήξη του πολέμου. Αν και με τη ρωσική απόσυρση από τις ηγεμονίες αυτές, εξέλιπαν πλέον οι αφορμές κήρυξης του πολέμου, οι Βρετανία και Γαλλία συνέχισαν τις εχθροπραξίες.
Χρονολόγιο των Μαχών
• Μάχη της Σινώπης, 30 Νοεμβρίου 1853
• Πολιορκία του Πετροπαβλόφσκ, 30-31 Αυγούστου 1854, στις ακτές του Ειρηνικού
• Μάχη της Άλμα, 20 Σεπτεμβρίου 1854
• Πολιορκία της Σεβαστούπολης, 25 Σεπτεμβρίου 1854 και 8 Σεπτεμβρίου 1855
• Μάχη της Μπαλακλάβα, 25 Οκτωβρίου 1854, στην οποία πραγματοποιήθηκε η αποτυχημένη 'επέλαση της Ελαφράς Ταξιαρχίας'
• Μάχη του Ίνκερμαν, 5 Νοεμβρίου 1854
• Μάχη της Ευπατόρια, 17 Φεβρουαρίου 1855
• Μάχη του ποταμού Τσερνάγια, 25 Αυγούστου 1855
• Ναυτικές επιχειρήσεις στην Αζοφική θάλασσα, Μάιος-Νοέμβριος 1855
• Πολιορκία του Καρς, Ιούνιος- 28 Νοεμβρίου 1855
Η Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων 1856
Τον Σεπτέμβριο του 1855 οι Βρετανοί και οι Γάλλοι εκπόρθησαν τη Σεβαστούπολη. Οι εχθροπραξίες τερματίστηκαν τον Ιανουάριο του 1856, ενώ τον Μάρτιο του ίδιου έτους υπογράφτηκε η Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων (30 Μαρτίου 1856). Με τη συνθήκη αυτή η Πύλη εξασφάλισε το δικαίωμα συμμετοχής της στο σύστημα ασφάλειας των μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης (Concert of Europe), ο Εύξεινος Πόντος κατέστη ουδέτερη θάλασσα, απαλλαγμένη από πολεμικά σκάφη, οι εκβολές του Δούναβη δόθηκαν και πάλι στην Πύλη και επιβεβαιώθηκε η αυτονομία των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών υπό την προστασία των μεγάλων δυνάμεων.
Η Ελλάδα Κατά την Διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου
Ελληνική Λεγεώνα
Η Ελληνική Λεγεώνα του Αυτοκράτορα Νικόλαου Α' (1854-Ιούνιος 1856) – ήταν σώμα Ελλήνων εθελοντών στον ρωσικό στρατό, κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου και πήρε μέρος στις μάχες στο Δούναβη και την Κριμαία.
Η Ιστορία της Λεγεώνας
Σύμφωνα με τον Έλληνα ιστορικό Π.Καρολίδη η Ρωσία ξεκίνησε τον πόλεμο της Κριμαίας « χωρίς ούτε ένα σύμμαχο, εκτός από την μικρή Ελλάδα, όχι το Ελληνικό βασίλειο, αλλά τους Έλλήνες ανά τον κόσμο και ειδικά στο Ελληνικό Βασίλειο». Η συμμετοχή των ευρωπαϊκών δυνάμεων στον πόλεμο στο πλευρό των Τούρκων, προσέδωσε, για τους Έλληνες, στον πόλεμο αυτό τον χαρακτήρα του πολέμου της Ορθοδοξίας. Στις 6 Δεκεμβρίου, ανήμερα του Αγίου Νικολάου, τα πορτρέτα του αυτοκράτορα της Ρωσίας, στολισμένα με δάφνες, ήταν παντού στην Αθήνα, το όνομα του αυτοκράτορα είχε αναφερθεί σε όλες τις εκκλησίες.
Η πρωτοβουλία της δημιουργίας της Λεγεώνας ήταν του έλληνα αξιωματικού Α.Χρυσοβέργη (Αριστείδης Χρυσοβέργης). Στις αρχές του 1854 στο Βουκουρέστι , ο Χρυσοβέργης συναντήθηκε με τον διοικητή του ρωσικού Στρατού στον Δούναβη στρατηγό Μ.Γκορτσακόβ με πρόταση την δημιουργία μιας ξεχωριστής μονάδας Ελλήνων εθελοντών. Με διάταγμα του Γκορτσάκοβ, Ο Χρυσοβέργης στάλθηκε στην μονάδα του στρατηγού Ουσακόβ στις εκβολές του Δούναβη. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Έλληνες εθελοντές δεν ήταν ντυμένοι με ρωσικές στρατιωτικές στολές, αλλά φορούσαν φουσταννέλα, όπως στην Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Οι Έλληνες εθελοντές έλαβαν μέρος στις μάχες του Μαρτίου του 1854, περνώντας στην δεξιά όχθη του Δούναβη, και το Μάιο του ίδιου έτους στη μάχη εναντίον των Τούρκων στο νησί Ραντομάν.Το καλοκαίρι του 1854, στον βραχίονα Σωλήν, ο Χρυσοβέργης με τον βαθμό του λοχαγού, και επικεφαλής 25 Ελλήνων εθελοντών έδωσε μάχη ενάντια σε βρετανικό άγημα 700 στρατιωτών. Κατά τη διάρκεια αυτής της μάχης οι Βρετανοί έχασαν έξι αξιωματικούς και 72 στρατιώτες, συμπεριλαμβανομένου του αριστοκράτη Ρίτσαρντ Πάρκερ Χάιντ IV.
Οι Επιπτώσεις του Κριμαϊκού Πολέμου στην Ελληνική Πολιτική Αντίληψη
Ο Κριμαϊκός Πόλεμος ήταν η αποφασιστική καμπή για τη γνωριμία του Ελληνικού έθνους με τα γειτονικά του, γιατί απέδειξε μ' έναν τρόπο που δεν χωρούσε διάψευση ότι τα συμφέροντα των υποδούλων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν ήταν εκείνα που θεωρούσε δεδομένα η φιλοπόλεμη μερίδα στην Ελλάδα, αφού τίποτε το αντίστοιχο με την κινητοποίηση του Αγώνα δεν σημειώθηκε το 1854. Επιπλέον ο φιλορωσισμός δέχεται βαρύ πλήγμα.
Κατά την διάρκεια του 19ου Αιώνα η πολιτική της Γαλλίας αλλά κατ΄εξοχήν της Αγγλίας στην Ανατολή πρότασσε ως βασική προτεραιότητα την εδαφική ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως βασική ανάσχεση της Ρωσικής καθόδου στην Μεσόγειο. Αντιθέτως η Ρωσία είχε προαιώνιο πόθο την συντριβή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την κάθοδο της στο Αιγαίο. Για τρεις αιώνες η Ρωσία επεδίωκε τον στόχο αυτό προσεταιριζόμενη όλους τους Χριστιανικούς λαούς (και κυρίως τους Έλληνες. Η πολιτική αυτή θα άλλαζε το 1860 όταν η Ρωσία (δυστυχώς για την Ελλάδα και τα συμφέροντα του Ελληνισμού) θα εστερνιζόταν την Θεωρία του Πανσλαβισμού.
Την εξιστορούμενη εποχή Οθωμανική Αυτοκρατορία αντιμετώπιζε μια σειρά σοβαρών προβλημάτων με κυριότερο την οικονομική χρεοκοπία και τις αντίπαλες φατρίες μέσα στην Υψηλή Πύλη. Αυτό την καθιστούσε αδύναμη πολιτικά και στρατιωτικά (ο περίφημος "μεγάλος ασθενής") και έσπρωχνε την Ρωσία του τσάρου Νικολάου Α΄ να αναζητά μια αφορμή για να επέμβει εις βάρος της.
Αυτή δόθηκε στις αρχές του 1850 με το πρόβλημα της ιδιοκτησίας του πανάγιου Τάφου της Βηθλεέμ στα Ιεροσόλυμα και την διένεξη μεταξύ των Ορθοδόξων και των Καθολικών.
Οι δύο πρεσβευτές της Γαλλίας και της Αγγλίας ώθησαν τον Σουλτάνο να απορρίψει το τελεσίγραφο υποσχόμενοι αμέριστη υποστήριξη σε περίπτωση ένοπλης αναμέτρησης. Η Ρωσία προσπάθησε να έρθει σε συνεννόηση με την Αγγλία και την Αυστρία πριν ξεκινήσουν οι εχθροπραξίες, αλλά μάταια. Αντιθέτως σχηματίστηκε μια πανίσχυρη συμμαχία εναντίον της στην οποία συμμετείχαν και οι 2 άλλες υπερδυνάμεις της εποχής Αυστρία και Πρωσία. Στις 18 Νοεμβρίου 1853 ξεκίνησαν οι εχθροπραξίες μεταξύ Ρώσων και Τούρκων στον Δούναβη και ο Ρωσικός στόλος κατέστρεψε μοίρα του Τουρκικού στόλου που ναυλοχούσε στο λιμάνι της Σινώπης.
Ακολούθησε απόβαση των όψιμων συμμάχων της Οθ. Αυτοκρατορίας στην χερσόνησο της Κριμαίας και έναρξη εχθροπραξιών που περιορίστηκαν πλέον σε Ρωσικό έδαφος. Τα νέα του Ρωσοτουρκικού πολέμου συγκίνησαν σφοδρά τους Έλληνες και τον Βασιλιά Όθωνα που στην κυριολεξία εκείνη την εποχή φλέγονταν από τον πυρετό της "Μεγάλης Ιδέας" του Κωλέττη και της απελευθέρωσης των Ελλήνων που βρίσκονταν υπό Οθωμανικό ζυγό.
Ο ίδιος ο Όθων αδιαφορώντας για τις προειδοποιήσεις των ξένων πρεσβευτών στην Αθήνα, συγκέντρωσε μυστικά μεγάλα ποσά από πλούσιους ομογενείς και οργάνωσε μια σειρά από επαναστατικά κινήματα στην Ήπειρο στην Θεσσαλία και στην Μακεδονία, τα οποία εμψύχωσε με τους καλύτερους μόνιμους Έλληνες αξιωματικούς και άλλους τοπικούς οπλαρχηγούς (Σπυρίδων Καραϊσκάκης, Θεόδωρος Γρίβας, Κίτσος Τζαβέλας στην Ήπειρο), (στρατηγός Χριστόδουλος Χατζηπέτρος, Καταραχιάς, αδελφοί Μπασδέκη, Καραούλης στην Θεσσαλία) εκ των οποίων οι περισσότεροι απόγονοι των Αγωνιστών του 1821.
Τα κινήματα αυτά παρουσιάστηκαν στους ξένους ως δήθεν αυθόρμητα και αρχικά σημείωσαν κάποιες ασήμαντες τοπικές επιτυχίες καθώς οι Τουρκικές δυνάμεις ήταν αποσπασμένες στην Κωνσταντινούπολη και στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Τα νέα των Ελληνικών εξεγέρσεων καταθορύβησαν την Αγγλία και την Γαλλία, όχι τόσο γιατί θεωρούσαν το μικρό Ελληνικό Βασίλειο επικίνδυνο στρατιωτικά, αλλά επειδή υπήρχε φόβος για έναν γενικό ξεσηκωμό των Χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που ίσως είχε απρόβλεπτα αποτελέσματα.
Ο Άγγλος πρεσβευτής Ουάιζ και ο Γάλλος Ρουάν πίεζαν τον Όθωνα να μην υποθάλπτει τα κινήματα αυτά,απειλώντας ανοιχτά με συμμαχική στρατιωτική επέμβαση (όπως είχε ήδη γίνει μια φορά στο παρελθόν). Μάλιστα κλιμάκωσαν τις απειλές τους όταν μαθεύτηκε πως ο Όθων σκόπευε να μεταβεί στην Θεσσαλία και να ηγηθεί ο ίδιος προσωπικά των επαναστατών. Την πρόθεση του Όθωνα που στήριζε αποφασιστικά η Βασίλισσα Αμαλία και θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες αν μετουσιωνόταν σε πράξη, εμπόδισαν την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή ο υπουργός Προβελέγγιος και ο υπουργός στρατιωτικών Σκαρλάτος Σούτζος.
Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Νέσελροντ με διακοίνωση του στήριξε την Ελληνική εξέγερση, αλλά αυτό δεν είχε κανένα πρακτικό αντίκρυσμα. Στην Γαλλία ο Ναπολέων Γ΄ υπό το βάρος των εξελίξεων, αποφάσισε την άμεση εκθρόνιση του Όθωνα δια της βίας, ενώ από κοινού με την Αγγλία αποφασίστηκε ναυτικός αποκλεισμός του Πειραιά. Έτσι, στις 13 Μαΐου 1854 γαλλικά πολεμικά πλοία εμφανίστηκαν στον Πειραιά και αποβίβασαν στρατεύματα υπό τον στρατηγό Φορέυ.
Οι πρέσβεις των τεσσάρων μεγάλων δυνάμεων επέδωσαν τελεσίγραφο με τις αξιώσεις τους στον Όθωνα, επιβάλλοντας του να κηρύξει ουδετερότητα έναντι των εμπολέμων και να δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον Μαυροκορδάτο (το περίφημο "υπουργείο κατοχής"), πρόσωπο που εμπιστεύονταν και ο οποίος θα αναλάμβανε να εκπληρώσει όλες τις Ελληνικές υποσχέσεις.
Μάλιστα τα Γαλλικά στρατεύματα κατοχής υπό τον "γενναίο" στρατηγό Τινάν, προσπαθώντας να εξευτελίσουν τον Όθωνα παρήλαυναν επιδεικτικά σχεδόν καθημερινά μπροστά από τα Ελληνικά ανάκτορα. Αλλά ο στρατός κατοχής δεν περιορίστηκε μόνο σε περιπάτους. Κατά διαταγή του "γενναίου" στρατηγού Τινάν, Γάλλοι στρατιώτες κατέστρεψαν το τυπογραφείο της εφημερίδας "Αιών" και συνέλαβαν και απήγαγαν στον Πειραιά τον διαπρεπή δημοσιογράφο Ιωάννη Φιλίμωνα, οπαδό του Ρωσικού κόμματος, που είχε στηλιτεύσει με άρθρα του την αποικιακή πολιτική των Αγγλογάλλων.
Ο βίος του "υπουργείου Κατοχής" ήταν βραχύς και διήρκεσε ως τον Σεπτέμβριο του 1855, καθώς τότε η κυβέρνηση αναγκάστηκε σε παραίτηση υπό το βάρος ενός μεγάλου κοινωνικού σκανδάλου που αφορούσε τον Καλέργη και την Βασίλισσα Αμαλία.Ακολούθησε νέα κυβέρνηση υπό τον Δημήτριο Βούλγαρη με τα ίδια υποτελή χαρακτηριστικά. Ο στρατός κατοχής αποχώρησε από τον Πειραιά στις 15 Φεβρουαρίου 1857, μετά το τέλος του Κριμαϊκού πολέμου και την οριστική συντριβή όλων των εστιών επανάστασης στις επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που συνόρευαν με την Ελλάδα.
Το Ελληνικό Επαναστατικό Κίνημα του 1854
Όπως συνέβη και σε παλαιότερες περιπτώσεις επαναστατικών κινήσεων στη Μακεδονία, η επανάσταση του 1854 εκδηλώθηκε σε δύο σκέλη. Το πρώτο, στη νότια Μακεδονία όπου οι Ολύμπιοι οπλαρχηγοί (με τη συμβολή πολεμιστών που έσπευσαν από την ελεύθερη Ελλάδα και τα επαναστατικά κινήματα της Θεσσαλομαγνησίας) κατέλαβαν πρόσκαιρα τα Τέμπη και μερικά σημεία της Πιερίας.
Παράλληλα, ο οπλαρχηγός Θεόδωρος Ζιάκας κατέλαβε τη δυτική Πίνδο και από εκεί εξαπέλυε επιδρομές στην περιοχή των Γρεβενών. Κάτω όμως από την πίεση του πολυάριθμου τουρκικού στρατού και του δυσμενούς διπλωματικού σκηνικού συμφωνήθηκε ανακωχή με μεσολάβηση των προξένων Βρεταννίας και Γαλλίας και οι εχθροπραξίες διακόπηκαν τον Ιούνιο του 1854, οπότε οι οπλαρχηγοί επέστρεψαν στο Ελληνικό βασίλειο.
Το δεύτερο σκέλος της επανάστασης εκδηλώθηκε στη Χαλκιδική. Παράτολμες ήταν εκεί οι ενέργειες του ίδιου του Τσάμη Καρατάσου που είχε αποβιβαστεί στη Σιθωνία τον Απρίλιο του 1854. Παρά το γενικό ενθουσιασμό των Χαλκιδιωτών, οι Αγιορείτες μοναχοί δεν υποστήριξαν το κίνημα. Τελικά, κάτω από τις διπλωματικές αλλά και τις στρατιωτικές πιέσεις (αποβίβαση αγγλογαλλικών δυνάμεων στον Πειραιά) και οι τελευταίοι επαναστάτες επανήλθαν στη νότια Ελλάδα με γαλλικό ατμόπλοιο αποσύοντας έτσι τον κίνδυνο της εισβολής τον Τούρκων στο Άγιον ‘Ορος και της καταστροφής του.
Ζωηρή ανησυχία είχε προξενήσει στις δυτικές δυνάμεις, ιδιαίτερα στην Αγγλία και στην Αυστρία, η έκβαση του τελευταίου από τους πολλούς ως τότε ρωσοτουρκικούς πολέμους, το 1877-78. H Τουρκία είχε υποστεί δεινή ήττα και τα ρωσικά στρατεύματα είχαν απειλήσει την Κωνσταντινούπολη. Από την πλεονεκτική της θέση η Ρωσία, με τη συνθήκη που υπογράφτηκε τον Μάρτιο του 1878 στον Αγιο Στέφανο, είχε επιβάλει στην Τουρκία βαρύτατους όρους για εδαφικές παραχωρήσεις υψίστης πολιτικής σημασίας.
H εφαρμογή της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου θα είχε πολύ ευρύτερες συνέπειες από την ταπείνωση και τον ακρωτηριασμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Θα ανέτρεπε άρδην τις γεωπολιτικές ισορροπίες στη Νοτιοανατολική Ευρώπη πραγματοποιώντας παλαιά επεκτατικά όνειρα της Ρωσίας και εξασφαλίζοντάς της ισχυρά πλεονεκτήματα απέναντι στις δυτικές δυνάμεις. Με άλλα λόγια, θα έδινε εξαιρετικά δυσμενή για αυτές τροπή στο περιβόητο Ανατολικό Ζήτημα, το οποίο εξέφραζε τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς των Μεγάλων Δυνάμεων για την τύχη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Οι δυτικές δυνάμεις αισθάνθηκαν ότι δεν μπορούσαν και δεν έπρεπε να το επιτρέψουν αυτό. Ασκώντας πίεση που έφθανε ως την απειλή του πολέμου κατά της Ρωσίας, η οποία αδυνατούσε να αντιταχθεί δυναμικά λόγω της εξάντλησης των δυνάμεών της από τον πόλεμο που είχε μόλις λήξει, απαίτησαν και πέτυχαν την αναθεώρηση της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου.
Το έργο αυτό, η αναθεώρηση, ανατέθηκε στο διεθνές Συνέδριο του Βερολίνου, το οποίο κατέληξε να μηδενίσει σχεδόν τα κέρδη της Ρωσίας από τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου.
Επικίνδυνες Σχέσεις
Οι δύο αυτοκρατορίες, η Ρωσική και η Οθωμανική, είχαν και άλλες φορές στο παρελθόν αναμετρηθεί στα πεδία των μαχών, αν και οι σχέσεις τους είχαν επίσης γνωρίσει περιόδους σύμπνοιας. H Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν ανέκαθεν ο κυριότερος στόχος των προσπαθειών της Ρωσίας για εδαφική επέκταση. Ως έναν βαθμό η πολιτική της αυτή ενισχυόταν από θρησκευτικά κίνητρα, από τη ρομαντική επιθυμία να απελευθερωθεί η Κωνσταντινούπολη, η ιερή πόλη της Ορθοδοξίας. Πολύ επιτακτικότερη όμως ήταν η ανάγκη της Ρωσίας να αποκτήσει στον Εύξεινο Πόντο έξοδο για τις εξαγωγές των σιτηρών της.
Χαρακτηριστικό σύμπτωμα ειρηνικής συμβίωσης ανάμεσα στη Ρωσία και στην Τουρκία υπήρξε η Συνθήκη του Ουνκιάρ Σκελεσί, η οποία υπογράφτηκε από τις δύο χώρες τον Ιούλιο του 1833 και προέβλεπε την παροχή βοήθειας μεταξύ τους αν το ένα από τα δύο συμβαλλόμενα μέρη δεχόταν επίθεση από τρίτη δύναμη. Με μυστικό όρο της συνθήκης η Τουρκία απαλλασσόταν από αυτή την υποχρέωση εφόσον θα έκλεινε τα στενά των Δαρδανελίων για τα ξένα πολεμικά πλοία.
Πολύ περισσότερα ωστόσο είναι τα αξιομνημόνευτα παραδείγματα εχθρικής προσέγγισης ανάμεσα στις δύο χώρες.
Ιστορικό Πολέμων
H μεγάλη επέκταση της Ρωσίας προς ανατολάς κατά τον 16ο και τον 17ο αιώνα είχε μολοντούτο αφήσει τις ακτές του Ευξείνου Πόντου στα χέρια των Οθωμανών σουλτάνων και των υποτελών τους χάνων της Κριμαίας.
Οι πόλεμοι είχαν αποτέλεσμα την επέκταση των συνόρων της Ρωσίας νότια ως τον Εύξεινο Πόντο και τον Καύκασο και νοτιοδυτικά ως τον ποταμό Προύθο, που τη χώριζε από τις τουρκοκρατούμενες Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, τη Μολδοβλαχία, την κατοπινή Ρουμανία. Οι πόλεμοι είχαν επίσης συνέπεια την αύξηση της ρωσικής επιρροής στις οθωμανικές περιοχές.
Θέατρο των επιχειρήσεων του πρώτου πολέμου, 1676-81, ο οποίος δεν είχε θετικό αποτέλεσμα για τη Ρωσία, ήταν η Ουκρανία δυτικά του ποταμού Δνείπερου. H Ρωσία επανήλθε το 1687 και το 1689 με ανεπιτυχείς επιδρομές στην Κριμαία. Κατά τον πόλεμο του 1695-96 οι δυνάμεις του τσάρου της Ρωσίας Πέτρου A' του Μεγάλου κατέλαβαν το Αζόφ.
Το 1710 η Τουρκία πήρε μέρος στον Βόρειο Πόλεμο μεταξύ Ρωσίας, Δανίας και Σαξονίας-Πολωνίας από τη μια, και Σουηδίας από την άλλη, και όταν η απόπειρα του Μεγάλου Πέτρου να απελευθερώσει τα Βαλκάνια από την τουρκική κυριαρχία κατέληξε σε ήττα στον ποταμό Προύθο το 1711, ο τσάρος υποχρεώθηκε να επιστρέψει το Αζόφ στην Τουρκία.
Ο πρώτος μεγάλος ρωσοτουρκικός πόλεμος, του 1768-74, ξέσπασε όταν η Τουρκία απαίτησε να πάψει η αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη B' η Μεγάλη να επεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις της Πολωνίας.
Περαιτέρω Επέκταση
H Ρωσία ήταν τώρα σε ισχυρή θέση ώστε να επιχειρήσει περαιτέρω επέκταση και το 1783 η Μεγάλη Αικατερίνη προσήρτησε χωρίς προσχήματα τη Χερσόνησο της Κριμαίας. Ακολούθησε νέος πόλεμος το 1787, με την Αυστρία πάλι στο πλευρό της Ρωσίας (ως το 1791). Υπό τον στρατηγό A.B. Σουβόροφ οι Ρώσοι νίκησαν σε πολλές μάχες, με αποτέλεσμα σημαντικά εδαφικά κέρδη στις περιοχές των ποταμών Δνείστερου και Δούναβη. H Τουρκία αναγκάστηκε να υπογράψει τη Συνθήκη του Ιασίου, στις 9 Ιανουαρίου 1792, με την οποία παραχωρούσε στη Ρωσία τα επί της Δυτικής Ουκρανίας παράλια του Ευξείνου Πόντου.
H Ρωσία είχε πλέον εξασφαλίσει ολόκληρη τη βόρεια ακτή του Ευξείνου Πόντου. Με τους επόμενους πολέμους της κατά της Τουρκίας επεδίωξε να αποκτήσει επιρροή στην τουρκοκρατούμενη Βαλκανική Χερσόνησο, να εξασφαλίσει τον έλεγχο των στενών των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου και να επεκταθεί στον Καύκασο.
Κατά τον πόλεμο του 1828-29 οι ρωσικές δυνάμεις προήλασαν στη Βουλγαρία, στον Καύκασο και στη Βορειοανατολική Μικρά Ασία. H Τουρκία ζήτησε ειρήνη και η Συνθήκη της Αδριανουπόλεως, που υπογράφτηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1829, έδωσε στη Ρωσία το μεγαλύτερο μέρος των ανατολικών παραλίων του Ευξείνου Πόντου, ενώ η Τουρκία αναγνώρισε τη ρωσική κυριαρχία επί της Γεωργίας και μεγάλου μέρους της σημερινής Αρμενίας.
H Τελευταία Σύρραξη
Ο τελευταίος Ρωσοτουρκικός πόλεμος, του 1877-78, που ήταν και ο σημαντικότερος, είχε τις ρίζες του στο συνεχιζόμενο ενδιαφέρον της Ρωσίας για τις τύχες των ορθοδόξων χριστιανών, και ιδίως των Σλάβων, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Τον Ιούλιο του 1875 οι χριστιανοί χωρικοί της Ερζεγοβίνης εξεγέρθηκαν εναντίον των μουσουλμάνων κυρίων τους και των οθωμανικών αρχών. H εξέγερση, που δεν άργησε να μεταδοθεί στη Βοσνία, προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση στη Σερβία, η οποία ήταν τότε αυτόνομο πριγκιπάτο υπό την κυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Μεγάλες Δυνάμεις επιχείρησαν να μεσολαβήσουν ανάμεσα στους εμπολέμους, αλλά οι προσπάθειές τους δεν ευδοκίμησαν. Τότε οι ηγεμόνες της Σερβίας Μίλος Οβρένοβιτς Δ' και του επίσης αυτόνομου Μαυροβουνίου Νικόλαος A' δεν μπόρεσαν παρά να ενδώσουν στην πίεση των υπηκόων τους και στις 30 Ιουνίου 1876 κήρυξαν τον πόλεμο κατά της Τουρκίας.
Ανάλογα γεγονότα διαδραματίζονταν την ίδια περίοδο και στη Βουλγαρία. H εξέγερση που εκδηλώθηκε στις 6 Απριλίου (παλαιό ημερολόγιο) / 2 Μαΐου (νέο) 1876 αντιμετωπίστηκε από τους Τούρκους με απίστευτη ωμότητα. Στη Φιλιππούπολη Τούρκοι άτακτοι κατέσφαξαν 15.000 Βουλγάρους.
Οι τουρκικές αγριότητες προκάλεσαν την αγανάκτηση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης. Ευρωπαίοι πολιτικοί ήρθαν σε διαπραγματεύσεις με τον σουλτάνο προσπαθώντας να του αποσπάσουν εγγυήσεις για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που θα βελτίωναν τη θέση των χριστιανών υπηκόων του. Οταν πέρασαν δύο χρόνια χωρίς οι διαπραγματεύσεις να αποδώσουν καρπούς, στις 24 Απριλίου 1877 η Ρωσία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου την ακολούθησαν η Σερβία και το Μαυροβούνιο.
Ο πόλεμος έληξε με τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, χωριού στα δυτικά της Κωνσταντινούπολης, η οποία υπογράφτηκε στις 3 Μαρτίου 1878. H συνθήκη μετέβαλλε ριζικά την κατάσταση των ευρωπαϊκών κτήσεων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τερμάτιζε κάθε είδους τουρκικό έλεγχο επί της Βαλκανικής Χερσονήσου. Ο κυριότερος όρος της προέβλεπε την ίδρυση ανεξάρτητου βουλγαρικού πριγκιπάτου, της λεγόμενης Μεγάλης Βουλγαρίας, η οποία περιελάμβανε το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας και εκτεινόταν από το Αιγαίο Πέλαγος ως τον Εύξεινο Πόντο.
Ταπείνωση και Αυθαιρεσία
Με τις ρυθμίσεις της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου η Αυστρία αντιλαμβανόταν ότι θα έπρεπε να εγκαταλείψει τις βλέψεις της για τα Βαλκάνια, όπου θα αυξανόταν και θα εδραιωνόταν η ρωσική επιρροή. H Αγγλία από την πλευρά της έβλεπε ότι κινδύνευε η κυριαρχία της στη Μεσόγειο, όπου η Ρωσία, πραγματοποιώντας το παλαιότατο όνειρό της, θα μπορούσε επιτέλους να έχει πρόσβαση μέσω της Μεγάλης Βουλγαρίας, η οποία δεν θα ήταν παρά απλός δορυφόρος της.
Οι εργασίες του Συνεδρίου του Βερολίνου, που συγκλήθηκε με σκοπό την αναθεώρηση της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, κράτησαν από τις 13 Ιουνίου ως τις 13 Ιουλίου 1878. Την προεδρία του προσφέρθηκε να ασκήσει ο πολύς καγκελάριος της Γερμανίας Οθων Βίσμαρκ, ο οποίος και κυριάρχησε σε αυτό. Οι περισσότερες από τις ρυθμίσεις του συνεδρίου συμφωνήθηκαν προκαταβολικά σε ιδιωτικές διπλωματικές διαπραγματεύσεις αλλά επικυρώθηκαν με τη Συνθήκη του Βερολίνου.
H συνθήκη προέβλεπε τη δημιουργία αυτόνομου πριγκιπάτου της Βουλγαρίας. Νοτίως του πριγκιπάτου δημιουργήθηκε η αυτόνομη επαρχία της Ανατολικής Ρωμυλίας υπό τουρκική κυριαρχία αλλά με χριστιανό ηγεμόνα διοριζόμενο από τον σουλτάνο. Επικυρώθηκε η ανεξαρτησία της Σερβίας και του Μαυροβουνίου και τους παραχωρήθηκαν εδάφη. Αναγνωρίστηκε η ανεξαρτησία της Ρουμανίας, η οποία έλαβε τη Βόρεια Δοβρουτσά σε αντάλλαγμα για τη Βεσσαραβία, την οποία παραχώρησε στη Ρωσία. H κατοχή του Καυκάσου από τη Ρωσία επικυρώθηκε. Στην Αυστροουγγαρία δόθηκε το δικαίωμα να καταλάβει τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, και στην Αγγλία το δικαίωμα να καταλάβει την Κύπρο. Στην Κρήτη παραχωρήθηκε αυτονομία.
Σε γενικές γραμμές οι ρυθμίσεις του Συνεδρίου του Βερολίνου παρέμειναν σε ισχύ σχεδόν επί 30 χρόνια. H κυριότερη από τις αρνητικές πλευρές του συνεδρίου, εκτός από την ταπείνωση της Ρωσίας, ήταν ότι με τις αυθαίρετες αποφάσεις του ρύθμισε τις τύχες λαών των οποίων αγνόησε τις πραγματικές επιθυμίες, θέτοντας έτσι τις βάσεις για τις κρίσεις που επρόκειτο να εκδηλωθούν τα κατοπινά χρόνια.
O κόμης Οντράσι ανήκε στο ουγγρικό ριζοσπαστικό μεταρρυθμιστικό κόμμα του Λάγιος Κόσουτ όταν το 1847 έγινε μέλος της ουγγρικής Δίαιτας. Κατά την ουγγρική επανάσταση του 1848-49 εναντίον της Αυστρίας ο Οντράσι ήταν διοικητής τάγματος του επαναστατικού στρατού. Με την ήττα της επανάστασης κατόρθωσε να διαφύγει και αυτοεξορίστηκε. Καταδικάστηκε ερήμην εις θάνατον και το ομοίωμά του απαγχονίστηκε. Το 1857 ο Οντράσι αμνηστεύθηκε και επέστρεψε. Υποστήριξε κατόπιν τις διαπραγματεύσεις που οδήγησαν το 1867 στη δημιουργία της «δυαδικής μοναρχίας» της Αυστροουγγαρίας.
Ιστορικά Πρόσωπα στην Διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου
ΤΣΑΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Α’ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ
Ξεκίνησε την βασιλεία του με την καταστολή της εξέγερσης των Δεκεμβριστών. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του, πραγματοποιήθηκε κωδικοποίηση της νομοθεσίας , όμως ενισχύθηκε η λογοκρισία, αυξήθηκε η πολιτική δίωξη. Κατεστάλησαν βίαια η Πολωνική εξέγερση και η επανάσταση στην Ουγγαρία. Ενώ διεξαγόταν και αιματηρός πόλεμος στον Καύκασο.
Ο Νικόλαος Α΄ γεννήθηκε στις 25 Ιουνίου [6 Ιουλίου] 1796, στο Τσάρσκογιε Σελό λίγους μήνες πριν την στέψη του Μεγάλου Δούκα Παύλου Πέτροβιτς αργότερα Αυτοκράτορα Παύλου Α΄ στο θρόνο. Ήταν από τα τελευταία εγγόνια της Αυτοκράτειρας Αικατερίνης Β΄, που γεννήθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής της.
Στις 19 Νοεμβρίου (1 Δεκεμβρίου), 1825, ενώ βρισκόταν στο Ταγκανρόγκ, ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄ πέθανε. Όμως παρόλο που ο Κωνσταντίνος είχε παραιτηθεί του δικαιώματος του ο Νικόλαος Α΄ δεν ανέβηκε στον θρόνο, απαίτησε από τη Γερουσία να αναγνωρίσει τον Κωνσταντίνος ως τσάρο της Ρωσίας. Ο Κωνσταντίνος όμως βρισκόταν στην Βαρσοβία και τελικά αρνήθηκε να επιστρέψει πίσω στην Αγία Πετρούπολη και παραιτήθηκε από το τσαρικό θρόνο με γραμμα που έστειλε στον Νικόλαο Α΄ και στον πρόεδρο της Γερουσίας και στον υπουργό δικαιοσύνης.
Ο Νικόλαος Α΄ τελικά στέφθηκε στις 22η Αυγούστου (3 Σεπτεμβρίου) 1826, στη Μόσχα - αντί Ιουνίου του ίδιου έτους, όπως είχε προγραμματιστεί αρχικά - εξαιτίας του πένθους για τον θάνατο στις 4 Μαΐου της αυτοκράτειρας Ελισάβετ Αλεξέγεβνα (Λουίζα του Μπάντεν). Η στέψη του Νικολάου Α΄ και αυτοκράτειρας Αλεξάνδρας πραγματοποιήθηκε στον Καθεδρικό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Κρεμλίνο.
Κατά τη βασιλεία του Νικόλαου Α΄ της Ρωσίας έγινε η βιομηχανική επανάσταση, όπως αυτή που ξεκίνησε στην Αγγλία το δεύτερο εξάμηνο του XVIII αιώνα. Η εντατική εισαγωγή των μηχανών (μηχανική αργαλειούς, ατμομηχανές, κλπ) είχαν αυξήσει την παραγωγικότητα: από 1825 - 1863 χρ., η ετήσια παραγωγή της ρωσικής βιομηχανίας ανά εργαζόμενο αυξήθηκε κατά 3 φορές. Από το 1819 - 1859 χρ., η ποσότητα της παραγωγής βαμβακιού στη τσαρική Ρωσία αυξήθηκε κατά σχεδόν 30 φορές. Το ποσό των προϊόντων 1830 έως 1860 αυξήθηκε κατά 33 φορές.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η εξωτερική πολιτική του Νικολάου Α΄, που επηρέασε σημαντικά τις διεθνείς εξελίξεις στην Ανατολή και συνέβαλε στην αίσια κατάληξη του Αγώνα των Ελλήνων για την ανεξαρτησία. Συγκεκριμένα, ο Ρώσος μονάρχης υποστήριξε θερμά, από τις αρχές της βασιλείας του, τις αντιφιλελεύθερες αρχές της καταρρέουσας τότε Ιεράς Συμμαχίας αλλά, παράλληλα -θέλοντας να αντιμετωπίσει αποφασιστικά τις ανατολικές βλέψεις της Αγγλίας κυρίως και της Γαλλίας- εμφανίστηκε ως αυτόκλητος υπερασπιστής της Ορθοδοξίας, σφοδρός πολέμιος του Ισλάμ και οπαδός της αυτονομίας των υποτελών στους Τούρκους βαλκανικών λαών.
Στα πλαίσια της πολιτικής του αυτής εντάσσεται η συμμετοχή της Ρωσίας στην ναυμαχία του Ναυαρίνου (1827) και οι νικηφόροι για τους Ρώσους πόλεμοι εναντίον της Περσίας (1827- 28) και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1828-29). Συνέπεια του τελευταίου πολέμου υπήρξε η αναγνώριση της ελληνικής εθνικής ανεξαρτησίας από τηνΠύλη (Συνθήκη της Αδριανούπολης) (1829), με την οποία άρχισε η πορεία διάλυσης του πολυεθνικού Οθωμανικού κράτους.
Κατά τη διάρκεια των Ρώσο-τούρκικων πόλεμων του 1806-1812 και 1828-1829 η Ρωσία έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο όσον αφορά την εφαρμογή αυτής της πολιτικής. Κατόπιν αιτήματος της Ρωσίας, που δήλωσε προστάτιδα όλων των χριστιανικών πληθυσμών τηςΟθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο σουλτάνος αναγκάστηκε να αναγνωρίσει την ελευθερία και την ανεξαρτησία της Ελλάδος και την αυτονομία της Σερβίας (1830). Κορυφώθηκε η επιρροή της Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη, η Ρωσία κέρδισε το δικαίωμα να εμποδίσει την διέλευση ξένων πλοίων στη Μαύρη Θάλασσα.
Η υποστήριξη των ορθόδοξων Χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τη Ρωσία είχε ως αποτέλεσμα την επιδείνωση των σχέσεων της με την Τουρκία, η οποία τελικά κήρυξε πόλεμο στη Ρωσία. Το ξέσπασμα του πολέμου με την Τουρκία το 1853 σημαδεύτηκε από την λαμπρή νίκη του ρωσικού στόλου κάτω από το ναύαρχο Ναχίμοφ, που νίκησε τον εχθρό στη Σινώπη. Ήταν η τελευταία μεγάλη μάχη των ιστιοφόρων.
Στρατιωτικές επιτυχίες της Ρωσίας είχαν δημιουργήσει μια αρνητική κίνηση τη Δύσης. Οι μεγάλες δυνάμεις δεν ήταν ικανοποιημένες με την ενίσχυση της Ρωσίας εξαιτίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έτσι δημιουργήθηκε η στρατιωτική συμμαχία της Μεγάλης Βρετανίαςκαι της Γαλλίας.
Το 1854, η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία εισήλθαν στον πόλεμο στο πλευρό της Τουρκίας. Λόγω καθυστέρησης της Ρωσίας , ήταν δύσκολο να αντισταθεί σε αυτές τις ευρωπαϊκές δυνάμεις. Κύρια πολεμική σύγκρουση εκτυλίχθηκε στην Κριμαία. Τον Οκτώβριο του 1854, οι Σύμμαχοι πολιόρκησαν την Σεβαστούπολη. Ρωσικός στρατός υπέστη μια σειρά από ήττες και δεν μπορούσε να παρέχει βοήθεια στην πολιορκημένη πόλη-φρούριο.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Νικολάου Ι, Ρωσία πήρε μέρος στους εξης πολέμους: στο Καυκάσιο πόλεμο 1817-1864, στον Ρωσο-περσικό πόλεμο του 1826-1828, στον Ρώσο-τουρκικό πόλεμο του 1828-29 και στο Κριμαϊκό πόλεμο του 1853-56.
ΚΑΡΟΛΟΣ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ ΝΑΠΟΛΕΩΝ Γ' ΒΟΝΑΠΑΡΤΗΣ
ΤΣΑΡΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Β' ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ
Ο Αλέξανδρος Β΄ Νικολάγεβιτς (Александр II Николаевич , ορθή προφορά: Αλιξάντρ Νικαλάγιεβιτς, 29 Απριλίου 1818 – 13 Μαρτίου 1881), γνωστός ως Αλέξανδρος ο Ελευθερωτής, ήταν τσάρος της Ρωσίας από τις 3 Μαρτίου 1855 έως τη δολοφονία του το Μάρτιο του 1881. Είχε επίσης τον τίτλο του βασιλέα της Πολωνίας και του Μεγάλου Δούκα της Φινλανδίας.
Γεννημένος το 1818, ήταν ο πρωτότοκος γιος του τσάρου Νικολάου Α΄ της Ρωσίας και της γερμανίδας πριγκίπισσας Καρλόττας της Πρωσίας, κόρης του Φρειδερίκου Γουλιέλμου Γ΄ της Πρωσίας και της δούκισσας Λουίζας του Μεγάλου Δουκάτου του Μέκλενμπουργκ-Στρέλιτς. Λίγοι θα μπορούσαν να φανταστούν τον καιρό που ήταν τσάρεβιτς (δηλ. διάδοχος) ο μικρός Αλέξανδρος, ότι μεγαλώνοντας θα γινόταν ένας σπουδαίος ηγέτης ο οποίος θα αναμόρφωνε τη Ρωσία, με αποφάσεις τόσο τολμηρές και γενναίες που οι Ρώσοι είχαν να δουν από τον καιρό του Μεγάλου Πέτρου.
Εκείνη την εποχή στη Ρωσία τα πράγματα ήταν πολύ περιορισμένα, με την ελευθερία της σκέψης και της ατομικής πρωτοβουλίας να καταστέλλεται αυστηρά. Υπήρχε λογοκρισία σε όλο το φάσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας, με την κριτική στις Αρχές να αποτελεί σοβαρό παράπτωμα. Παρόλα αυτά, όταν ανέλαβε την εξουσία εισήγαγε σημαντικές αλλαγές σε φιλελεύθερη κατεύθυνση, αλλά παρόλα αυτά δολοφονήθηκε σε δημόσιο χώρο από την τρομοκρατική οργάνωση Λαϊκή Θέληση (Narodnaya Volya, ναρόντναγια βόλια).
Ο Αλέξανδρος Β΄ έτυχε εξαιρετικής μόρφωσης υπό την επίβλεψη του φιλελεύθερου ρομαντικού ποιητή και χαρισματικού μεταφραστή Βασίλι Ζουκόφσκι, μελετώντας πληθώρα επιστημών και μαθαίνοντας τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές γλώσσες της εποχής.
Ο Αμπντούλ Μετζίτ Α΄ (23 Απριλίου 1823 - 25 Ιουνίου 1861) ήταν ο 31ος σουλτάνος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ήταν γιος του Μαχμούτ Β΄ και τον διαδέχθηκε στο θρόνο στις 2 Ιουλίου του 1839 σε ηλικία μόλις 15 ετών. Συνέχισε το μεταρρυθμιστικό έργο του πατέρα του, το οποίο ονομάστηκε Τανζιμάτ, που σημαίνει Ευτυχής οργάνωση. Η συγκεκριμένη μεταρρύθμιση, που επιβλήθηκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία από τις Δυτικές Δυνάμεις μετά από τους Κριμαϊκούς πολέμους, παραχώρησε πολλά δικαιώματα στους υπηκόους των χριστιανικών κοινοτήτων και έδωσε σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη του εμπορίου, των γραμμάτων κ.α.
Στην εξωτερική πολιτική ο Αμπντούλ Μετζίτ Α΄ κατάφερε να καταστείλει τα επαναστατικά κινήματα στη Συρία, στην Αλβανία, στη Βοσνία και στο Μαυροβούνιο. Στον Κριμαϊκό πόλεμο προστάτεψε εν μέρει τα συμφέροντα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά αναγκάστηκε να αναγνωρίσει την ένωση των παραδουνάβιων χωρών. Οι σφαγές του χριστιανικού πληθυσμού στο Λίβανο υπήρξε αφορμή για επέμβαση των Ευρωπαϊκών δυνάμεων το 1860 και τον ανάγκασαν να αναγνωρίσει την αυτονομία της χώρας.
Απεβίωσε στις 25 Ιουνίου του 1861 από φυματίωση και τον διαδέχτηκε ο αδερφός του Αμπντούλ Αζίζ. Γιοί του ήταν οι Μουράτ Ε΄ και Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ που επίσης έγιναν σουλτάνοι.
(9)
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CE%BB%CE%B1%CE%BF%CF%82_%CE%91%CE%84_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%A1%CF%89%CF%83%CE%AF%CE%B1%CF%82
(10)
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BB%CE%AD%CE%BE%CE%B1%CE%BD%CE%B4%CF%81%CE%BF%CF%82_%CE%92%CE%84_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%A1%CF%89%CF%83%CE%AF%CE%B1%CF%82
(11)
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BC%CF%80%CE%BD%CF%84%CE%BF%CF%8D%CE%BB_%CE%9C%CE%B5%CF%84%CE%B6%CE%AF%CF%84_%CE%91%CE%84
(12)
http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%AD%CF%89%CE%BD_%CE%93%CE%84
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου